Της Ελευθερίας Κούρταλη
Σε αρνητικά επίπεδα επέστρεψε μετά από αρκετό καιρό το spread των ελληνικών ομολόγων έναντι των ιταλικών, με την απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου να κινείται χαμηλότερα από αυτήν του αντίστοιχου ιταλικού, μία εξέλιξη η οποία είχε σημειωθεί το 2019 όταν το εκρηκτικό ράλι των ελληνικών τίτλων τους είχε οδηγήσει να αποτελούν το μεγάλο trade της αγοράς με πολλούς οίκους να συστήνουν τοποθετήσεις σε αυτούς.
Η πανδημία έφερε τα πάνω-κάτω στις αγορές ομολόγων σταματώντας το success story που είχαν χτίσει εδώ και μήνες τα ελληνικά ομόλογα και ενώ τον Φεβρουάριο η απόδοση των ελληνικών 10ετών είχε υποχωρήσει στα ιστορικά χαμηλά του 0,92%, μέσα σε λιγότερο από έναν μήνα βρέθηκε να εκτοξεύεται στο 4%.
Και μετά “χτύπησε” η ΕΚΤ. Η αποφασιστική κίνηση της κεντρικής τράπεζας να στηρίξει την οικονομία της ευρωζώνης ανακοινώνοντας νέο QE-μαμούθ ύψους 750 δισ. ευρώ και συμπεριλαμβάνοντας σε αυτό και την Ελλάδα, οδήγησε σε ράλι τους ελληνικούς τίτλους με αποτέλεσμα το κόστος δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου να έχει υποχωρήσει κατά 63% μέσα σε λιγότερο από τρεις μήνες, και τις αποδόσεις των 10ετών ομολόγων να κινούνται πλέον στο 1,49% και χαμηλότερα από αυτές των ιταλικών σήμερα, οι οποίες διαμορφώνονται στο 1,53%.
Οι λόγοι πίσω από την πολύ καλή επίδοση των ελληνικών ομολόγων είναι πολλοί. Εκτός από τις δράσεις του τελευταίου διαστήματος από ΕΚΤ και Κομισιόν, το ευνοϊκό προφίλ του ελληνικού χρέους σε συνδυασμό με το “μαξιλάρι” ρευστότητας το οποίο συνεχίζει να διατηρεί η Ελλάδα, έχουν βοηθήσει στην επιστροφή του success story των ελληνικών ομολόγων το οποίο είχε σταματήσει βίαια τον Φεβρουάριο, διευκολύνοντας έτσι και τα σχέδια του οικονομικού επιτελείου για περαιτέρω εκδόσεις ομολόγων ως μέσο χρηματοδότησης των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης της οικονομίας, με την επόμενη να αναμένεται σύντομα με έναν νέο 10ετή τίτλο.
Η επιστροφή του αρνητικού spread μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας οφείλεται και στη χθεσινή “αποκάλυψη” των λεπτομερειών γύρω από τι αγορές στις οποίες προχώρησε η ΕΚΤ υπό το έκτακτο QE, το PEPP. Όπως έδειξαν τα στοιχεία, η κεντρική τράπεζα αγόρασε ελληνικά ομόλογα ύψους 4,69 δισ. ευρώ, με τον ρυθμό των ημερήσιων αγορών να είναι χαμηλός, στα 100 εκατ. ευρώ περίπου σε μέσο όρο. Ωστόσο, σε ό,τι αφορά την Ιταλία, η ΕΚΤ αγόρασε ό,τι χρέος έχει εκδώσει η χώρα σε αυτήν την έκτακτη περίοδο της κρίσης λόγω πανδημίας και ειδικά το διάστημα Απριλίου-Μαΐου. Μέσω των προγραμμάτων QE η κεντρική τράπεζα αγόρασε ιταλικά ομόλογα αξίας 51,1 δισ. ευρώ, όπως παρατηρεί η Unicredit, τη στιγμή που το ιταλικό δημόσιο έχει εκδώσει χρέος ύψους 49 δισ. ευρώ τη συγκεκριμένη αυτή περίοδο. Και το αποτέλεσμα ωστόσο ήταν οι αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων απλά να μην αυξηθούν, όχι να μειωθούν, αφού σήμερα κινούνται στα ίδια επίπεδα με αυτά του Μαρτίου.
Αυτό προκαλεί ανησυχίες στην αγορά τόσο σε ό,τι αφορά τη στρατηγική της ΕΚΤ απέναντι στην Ιταλία στο εξής, τξ στήριξη που μπορεί να υπάρχει στη συνέχεια και εάν θα μπορέσει με βάση και τους κανόνες της η κεντρική τράπεζα να συνεχίσει να είναι επικεντρωμένη στην Ιταλία, ειδικά εάν προχωρήσει σε αύξηση του μεγέθους του προγράμματος PEPP.
Αξίζει πάντως να σημειώσουμε πως, όπως μετέδωσε και το ΜΝΙ, υπάρχουν αρκετοί αξιωματούχοι της ΕΚΤ που είναι αντίθετοι με την αύξηση του PEPP και προτιμούν να περιμένει μερικούς μήνες πριν προχωρήσει σε μία τέτοια κίνηση. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών, με τους τρέχοντες ρυθμούς αγορών assets της ΕΚΤ, το PEPP αναμένεται να έχει εξαντληθεί έως τον Σεπτέμβριο-Οκτώβριο.
Θυμίζουμε πως οι συνολικές αγορές assets υπό το πρόγραμμα PEPP διαμορφώθηκαν στα 234,7 δισ. ευρώ στα τέλη Μαΐου, δηλαδή άνω του 30% του συνολικού μεγέθους του προγράμματος (750 δισ. ευρώ). Εάν την Πέμπτη πάντως, κατά τη συνεδρίασή της ΕΚΤ δεν ανακοινωθεί αύξηση προγράμματος, αυτό μπορεί επίσης να λειτουργήσει αρνητικά για τα ιταλικά spreads βραχυπρόθεσμα, όπως υποστηρίζουν οι αναλυτές.
Πηγή: