Η Ελλάδα υποδέχεται τη δεύτερη θητεία του Τραμπ με μια εντελώς διαφορετική προοπτική σε σύγκριση με την πρώτη του θητεία, η οποία συμπίπτει με τις δύσκολες εποχές της «υπερήφανης διαπραγμάτευσης», όπως δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης, σε συνέντευξή του στον Real FM. Αναφερόμενος στις προοπτικές συνεργασίας της χώρας μας με τον εκλεγμένο Πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντ. Τραμπ, σημείωσε ότι η Ελλάδα σήμερα αποτελεί μια εξαίρεση σταθερότητας και προόδου σε μια Ευρώπη γεμάτη ταραχές και αβεβαιότητα.

«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ζούμε σε μια νέα πραγματικότητα στον κόσμο και στην Ευρώπη», δήλωσε ο κ. Μαρινάκης, προσθέτοντας ότι η χώρα μας έχει ενισχυθεί αμυντικά και διπλωματικά, ενώ πρωταγωνιστεί σε διεθνές επίπεδο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπογράμμισε ότι οι αμυντικές επιτυχίες της Ελλάδας είναι πλέον ζητούμενα για τις γειτονικές χώρες, κάτι που πριν από λίγα χρόνια ήταν ακριβώς το αντίθετο.

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εξέφρασε την πεποίθηση ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας σχετικά με την πιθανότητα ακύρωσης των αμυντικών συμφωνιών με την Κύπρο, σημειώνοντας ότι υπάρχει συνέχεια στα κράτη και ότι αυτές οι συμφωνίες θα ενισχυθούν.

Επιπλέον, τόνισε την ανάγκη για την Ευρώπη να προχωρήσει ταχύτερα, όπως αναφέρεται στην έκθεση Ντράγκι, τονίζοντας ότι οι παλαιές προσεγγίσεις δεν επιτρέπεται να επαναληφθούν. «Μια ενιαία στάση από την Ευρώπη μπορεί να την βοηθήσει να αντιμετωπίσει καλύτερα τις προκλήσεις της επόμενης ημέρας», είπε.

Αναφορικά με την πιθανότητα συνεργασίας της ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ, ο κ. Μαρινάκης δήλωσε ότι είναι πρόωρη η συζήτηση αυτή, επισημαίνοντας ότι το ΠΑΣΟΚ έχει υποπέσει σε σημαντικά πολιτικά λάθη αυτή την εβδομάδα. Εξήγησε ότι οι δηλώσεις του κ. Ανδρουλάκη, που αναφερόταν σε συνομιλητές του αριστερά του ΠΑΣΟΚ, δημιουργούν σύγχυση.

Καταλήγοντας, ο κ. Μαρινάκης τόνισε την ανάγκη για γρήγορες μεταρρυθμίσεις ώστε η Ελλάδα να γίνει ακόμη πιο ισχυρή και οι πολίτες να αντιμετωπίσουν λιγότερα προβλήματα. Σχολίασε επίσης την υποψηφιότητα του Κώστα Τασούλα για την Προεδρία της Δημοκρατίας, επισημαίνοντας ότι η κριτική που δέχεται είναι παρωχημένη και ότι υπάρχουν πρόσωπα με κύρος που μπορούν να αναλάβουν αυτόν τον σημαντικό θεσμικό ρόλο.