[ad_1]
Ξυλοδαρμός πολίτη από ομάδα «ΔΕΛΤΑ»
Ο Νίκος Κατσαρός είναι ένας 38άχρονος, ταλαντούχος επαγγελματίας φωτογράφος. Στο ηλεκτρονικό του πορτφόλιο, πλάι στη δουλειά του στο θέατρο, τον κινηματογράφο, την τηλεόραση, βλέπουμε πορτρέτα προσωπικοτήτων, από τον Γιάννη Αντετοκούνμπο και τον Τζον Μάλκοβιτς μέχρι τον πρώην πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά. Για τους αστυνομικούς, όμως, που τον ξυλοκόπησαν άγρια το βράδυ της 3ης Σεπτεμβρίου του 2009, ο Νίκος ήταν απλώς ένας νέος με μούσι και φουντωτά μαλλιά, που έτυχε να βρεθεί στον δρόμο τους, στα Εξάρχεια, σε μία από τις πρώτες επιχειρήσεις στην περιοχή της νεοσύστατης τότε ομάδας «Δέλτα».
Για να δικαιολογήσουν μάλιστα τον βαρύτατο τραυματισμό του, που τον οδήγησε στο νοσοκομείο με σπασμένα πλευρά και τρυπημένο πνεύμονα, του φόρτωσαν κακουργηματικές κατηγορίες, από τις οποίες ο ίδιος αθωώθηκε πανηγυρικά – όπως και άλλοι νέοι που τραυματίστηκαν και συνελήφθησαν από την αστυνομία το ίδιο βράδυ. Για άλλη μία παρ’ ολίγον «υπόθεση Ζαρντινιέρα» έκαναν λόγο δημοσιεύματα της εποχής, αφού υπήρξαν μαρτυρίες και ντοκουμέντα που κατέγραψαν την ακραία βία των Δελτάδων, για την οποία μάλιστα έγινε προσπάθεια «κουκουλώματος».
Σήμερα, 11 χρόνια αργότερα, ύστερα από επίμονο δικαστικό αγώνα, το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών αναγνώρισε ότι τα αστυνομικά όργανα παρανόμησαν, επιδικάζοντας χρηματική αποζημίωση για ηθική βλάβη, κρίνοντας ότι ο ενάγων υπέστη ακραία σωματική και ψυχολογική βία, εξευτελιστική μεταχείριση και βαρύτατη προσβολή της προσωπικότητάς του.
Οπως καταγράφεται στη δικογραφία, οι αστυνομικοί αφού άρπαξαν και έσυραν από τα μαλλιά τον 27χρονο τότε νέο, που στεκόταν ακίνητος και δεν έφερε αντίσταση, τον διέταξαν να γονατίσει, τον ανάγκασαν να ξαπλώσει στο έδαφος, όπου τον έβριζαν και τον χτυπούσαν με γροθιές, κλοτσιές και κλομπ, στο κεφάλι και στο σώμα. Οσο ήταν ημιλιπόθυμος από τον άγριο ξυλοδαρμό, τον έδεσαν με χειροπέδες σε δέντρο και συνέχισαν να τον χτυπάνε ομαδικά.
Ενδεικτικό της σοβαρότητας των τραυμάτων του είναι ότι οι αστυνομικοί αναγκάστηκαν να τον μεταφέρουν με υπηρεσιακό όχημα σε νοσοκομείο, όπου νοσηλεύθηκε επί επταήμερο – φρουρούμενος, λες και επρόκειτο για επικίνδυνο κακοποιό. Ενώ στην περίπτωσή του οι κακοποιητές ήταν οι ίδιοι οι αστυνομικοί που εκ των υστέρων προσποιούνταν ότι δεν ήξεραν ποιος τον χτύπησε.
Στο κλίμα της εποχής μάς μεταφέρει ο Σέργιος Σερμπέτης, δικηγόρος του φωτογράφου:
«Με νωπές ακόμα τις μνήμες από τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου και τα γεγονότα που ακολούθησαν, η τότε κυβέρνηση προέκρινε ως απάντηση στην κοινωνική οργή τη στρατηγική επιβολής του δόγματος “νόμος και τάξη”. Με αιχμή τη νεοσύστατη τότε ομάδα “ΔΕΛΤΑ” οι δυνάμεις καταστολής κλήθηκαν να υπηρετήσουν αυτή τη στρατηγική ως προτεραιότητα του επιχειρησιακού τους σχεδιασμού, μέσα από γενικευμένες και αδιάκριτες επιθέσεις στο κοινωνικό σώμα, θέτοντας εκποδών θεμελιώδεις δικαιοκρατικές εγγυήσεις και ατομικές ελευθερίες. Η περίπτωση του Nίκου Κατσαρού υπήρξε τότε μία τυπική εφαρμογή αυτής της στρατηγικής: μια σύλληψη “απ’ τον σωρό”, ενός πολίτη που έτυχε να βρίσκεται τη λάθος στιγμή στον λάθος τόπο, δηλαδή στα Εξάρχεια, πίνοντας μια μπίρα σε μαγαζί που έτυχε να βρίσκεται κοντά στο σύνηθες θέατρο επιχειρήσεων της ομάδας “ΔΕΛΤΑ”».
Οπως εξηγεί ο Νίκος Κατσαρός στην «Εφ.Συν.», η απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου δεν αναιρεί την ατιμωρησία των παρανομούντων αστυνομικών (ο επικεφαλής της ομάδας «ΔΕΛΤΑ» που τον κακοποίησε αθωώθηκε πέρυσι στο ποινικό δικαστήριο), αφήνει όμως μια θετική παρακαταθήκη. «Επειδή δεν καταδικάστηκε κάποιος και αφορά μόνο χρηματική αποζημίωση, δεν νιώθω δικαιωμένος σε προσωπικό επίπεδο. Ωστόσο αισθάνομαι ότι είναι κάπως μεγαλύτερο από μένα. Είναι δηλαδή μια δικαστική απόφαση που μπορεί να δημιουργήσει ένα δεδικασμένο, για όσους εξακολουθούν να υφίστανται αστυνομική βία και αυθαιρεσία».
Ως κάτοικος της Κυψέλης, υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας του πρόσφατου αστυνομικού πογκρόμ κατά νεολαίων στην πλατεία Αγίου Γεωργίου: «Βγήκα στο μπαλκόνι και είδα ακριβώς τις ίδιες σκηνές που είχα ζήσει τότε. Είναι πολύ προβληματικό ότι τα φαινόμενα αυτά επανέρχονται, χωρίς κάτι να αλλάζει. Γι’ αυτό θεωρώ σημαντικό να καταγραφεί η δικαστική αυτή απόφαση, και να τονίσω ότι έφτασα ώς εδώ επειδή όλα αυτά τα χρόνια είχα δίπλα μου ανθρώπους που μου συμπαραστάθηκαν έμπρακτα».
Την πολιτική επικαιρότητα της πρόσφατης δικαστικής απόφασης υπογραμμίζει και ο δικηγόρος Σέργιος Σερμπέτης. «Σήμερα, όπου το δόγμα “νόμος και τάξη” έχει επανακάμψει, όχι μόνο ως προεκλογικό σύνθημα και βασικός άξονας της επικοινωνιακής στρατηγικής της κυβέρνησης, αλλά δυστυχώς και πάλι ως προτεραιότητα του επιχειρησιακού (και επικοινωνιακού) σχεδιασμού των δυνάμεων καταστολής, η απόφαση 8125/2020 του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών αποκτά ξεχωριστή σημασία.
Δεν αποτυπώνει φυσικά τον κανόνα, σε μια χώρα που κατ’ επανάληψη έχει υποστεί ταπεινωτικές καταδίκες στο ΕΔΔΑ, για σειρά περιπτώσεων ατιμώρητης αστυνομικής αυθαιρεσίας. Ωστόσο και για τον λόγο αυτόν, αποφάσεις σαν κι αυτή είναι σημαντικές, γιατί υπενθυμίζουν –σε όποιον “ξεχνά”– τον ρόλο της αστυνομίας σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου· υπενθυμίζουν, δηλαδή, κανόνες που εδώ και πολλά χρόνια θα ’πρεπε να είναι αυτονόητοι».
[ad_2]
Πηγή : EFSYN