
[ad_1]
Ενας χρόνος μετά τις εκλογές του Ιουλίου – τόσο κοντά και τόσο μακριά. Κι αν πάμε στην αρχή της πενταετίας, ή ακόμα πιο πίσω, στον «διπλό εκλογικό σεισμό» του 2012, μοιάζει να βρισκόμαστε σε άλλη εποχή. Οι εξελίξεις ήταν καταιγιστικές και άγγιξαν πλήθη: ζήσαμε μια επανεκκίνηση της πολιτικής, του «δρόμου» και της διεκδίκησης, ταυτόχρονα με την απαξίωση -κι αυτό είναι ενδιαφέρον- του πολιτικού συστήματος.
Το μικρό αυτό βιβλίο, που διαβάζεται σε λίγες ώρες και σε κάνει να σκέφτεσαι πολύ περισσότερες, πετυχαίνει έναν δύσκολο συνδυασμό: απλό μα διόλου απλοϊκό, με καθαρή γραφή και στοχαστικό. Στο μεταίχμιο ανάλυσης και δοκιμίου, αρθρώνεται γύρω από τέσσερα μεγάλα διλήμματα και ορόσημα: 1. Ομαλή προσγείωση ή πορεία με σπασμένα φτερά (μέχρι τον Ιούλιο του 2015), 2. Με τους ΑΝ.ΕΛΛ. ή με τα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου; 3. Επιδίωξη συναίνεσης ή νέα διαιρετική τομή; (για τις Πρέσπες), 4. Ναι ή όχι σε ταυτόχρονες εκλογές (τον Μάιο του 2019);
Διαβάζοντας, ένιωθα, μαζί με την εκτίμηση για τη νηφαλιότητα και την οξυδέρκεια της ανάλυσης, κάτι μέσα μου να κλοτσάει, κάτι που προερχόταν από τη διαφορετική πολιτική μου τοποθέτηση, αλλά και προσέγγιση. Κατεξοχήν παράδειγμα, η Συμφωνία των Πρεσπών. Είναι δυνατόν, σκεφτόμουν, να παρακάμπτει το περιεχόμενο και τη σημασία της και να επικεντρώνεται στους χειρισμούς, στο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε να την κάνει καταλύτη εξελίξεων, να προκαλέσει ρήγμα στη Ν.Δ. και νέες συνθέσεις στην Κεντροαριστερά; Προχωρώντας όμως, καταλάβαινα ότι ο πραγματισμός αυτής της ματιάς είναι ουσιώδης και για κάποιον, όπως εγώ, που θεωρεί τις Πρέσπες μέγα επίτευγμα.
Ραχοκοκαλιά του βιβλίου είναι η πολιτική στρατηγική. Ο συγγραφέας εστιάζεται στις «αποφάσεις, τα ρίσκα των πολιτικών πρωταγωνιστών, στους στρατηγικούς και τακτικούς χειρισμούς, στις κυρίαρχες πολιτικές και κοινωνικές τάσεις της περιόδου». Ετσι, σε μια εποχή παντοδυναμίας της επικοινωνίας, ένας άνθρωπος που τη γνωρίζει καλά, τονίζει ότι η πολιτική δεν είναι επικοινωνία, όση σημασία κι αν έχει. Μας δείχνει πώς στις εκλογές του 2019 ο ΣΥΡΙΖΑ (λ.χ. με σύνθημα «Ηρθε η ώρα των πολλών») τα πήγε καλά επικοινωνιακά, ωστόσο το παιχνίδι δεν κρίθηκε εκεί.
Το βιβλίο, όπως είπαμε, δεν μπαίνει στο περιεχόμενο της πολιτικής, δεν ασχολείται λ.χ. με το αν ήταν σωστή αξιακά η συμμαχία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ. Η προσέγγιση μοιάζει δίκοπο μαχαίρι, καθώς θα μπορούσε να φλερτάρει με τον κυνισμό. Ο Βαρδουλάκης ωστόσο δεν είναι κυνικός· μιλάει στο πεδίο του πραγματικού, αποφεύγοντας τη μάστιγα της δεοντολογίας και της ηθικολογίας. Ετσι, υποστηρίζει ότι η συμμαχία με τους ΑΝ.ΕΛΛ. ήταν ωφέλιμη για τον ΣΥΡΙΖΑ τον Γενάρη (στο πλαίσιο του ριζοσπαστισμού και του αντιμνημονιακού μετώπου) και επιβλαβής τον Σεπτέμβρη (καθώς αντιστρατευόταν την πορεία στα κεντροαριστερά και διευκόλυνε την ώσμωση του Κέντρου με τη Ν.Δ.).
Ο Βαρδουλάκης από το 2016 έως το 2019 ανήκε στην ομάδα συμβούλων του Κυριάκου Μητσοτάκη – και το δηλώνει. Κι ωστόσο, καταφέρνει να γράψει ένα βιβλίο που δεν είναι δοξαστικό για τη Ν.Δ. -υπάρχουν μάλιστα και κομψά σημεία κριτικής- και με σεβασμό για τον αντίπαλο. Για τον Τσίπρα γράφει ότι είναι «εξαιρετικά ταλαντούχος πολιτικός», με «περίοπτη θέση στη μεταπολιτευτική μας ιστορία». Δεν είναι θέμα γαλαντομίας, αλλά ορθοκρισίας και ποιότητας της αντιπαράθεσης: σ’ αυτήν ακριβώς τη βάση θα ασκήσει μετά σκληρή κριτική.
Είναι πολλά τα λαμπερά σημεία του βιβλίου. Κλείνω με δύο, που ξεχωρίζω:
Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ κυριαρχεί στους νέους, κάτι που αποτελεί «το σημαντικότερο μακροχρόνιο στρατηγικό του πλεονέκτημα»; Οχι τόσο επειδή ο λόγος και τα στελέχη του νεάζουν, αλλά επειδή οι σημερινοί εικοσιπεντάρηδες πρωτοήρθαν σε επαφή με την πολιτική -όποια κι αν ήταν αυτή- στα χρόνια της βαθιάς κρίσης, 2011-2014. Αυτό είναι το «φορτίο της πολιτικής μνήμης» της γενιάς, που δημιουργεί ισχυρές ταυτίσεις με τον ΣΥΡΙΖΑ και απώσεις με τη Ν.Δ.
Με τις τρεις διαδοχικές νίκες του (Ιανουάριος, δημοψήφισμα, Σεπτέμβριος) ο ΣΥΡΙΖΑ ανάλωσε γρήγορα το πολιτικό του κεφάλαιο. Τον Σεπτέμβριο, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έκανε restart, αλλά έκαψε τα «κανονάκια» του (όπως εκείνα των παλιών ηλεκτρονικών παιχνιδιών, που αντιστοιχούσαν σε ζωές). Ετσι, η στιγμή της παντοδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ είναι η αρχή της πτώσης: έπειτα από τέσσερις μόνο μήνες, η Ν.Δ. προηγούνταν στις δημοσκοπήσεις.
Θα έχουμε εκλογές το φθινόπωρο; Με βάση τα παραπάνω, η απάντηση μοιάζει αρνητική, ώστε να μην αναλωθεί (μέρος από) το ισχυρό πολιτικό κεφάλαιο που διαθέτουν σήμερα η Ν.Δ. και ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσωπικά. Δεν ξέρω πόσο θα βαρύνει αυτό, και δεν ξέρω καν αν προβάλλω σωστά στο μέλλον την οπτική του Βαρδουλάκη. Ομως, ο καιρός γαρ εγγύς..
[ad_2]
Πηγή : EFSYN