Μετά τις σφοδρές αντιδράσεις που προκάλεσε η απόφαση του Μπόρις Τζόνσον να παρακάμψει με νομοσχέδιο όρους της Συμφωνίας Αποχώρησης της Βρετανίας από την Ε.Ε., την παραίτησή του υπέβαλε ο επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας της βρετανικής κυβέρνησης, Τζόναθαν Τζόουνς.
Μέχρι στιγμής, ούτε ο Τζόουνς ούτε έχουν επιβεβαιώσει την πληροφορία, η οποία δημοσιεύθηκε από την εφημερίδα Financial Times. Να σημειωθεί ότι πριν από τον Τζόουνς, εξαιτίας σύγκρουσης με την κυβέρνηση Τζόνσον, έχουν παραιτηθεί και άλλοι ανώτατοι δημόσιοι λειτουργοί, μεταξύ των οποίων ο γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου, Μαρκ Σέντγουιλ, ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Εξωτερικών, Σάιμον ΜακΝτόναλντ, ο γ.γ. του υπουργείου Παιδείας, Τζόναθαν Σλέιτερ, ενώ ο Φίλιπ Ράτναμ, πρώην γ.γ. του υπουργείου Εσωτερικών, έχει κινηθεί νομικά κατά του υπουργείου, καταγγέλλοντας καταχρηστική απόλυση.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας, ο Τζόναθαν Τζόουνς έχει συγκρουστεί με το πρωθυπουργικό γραφείο για το επικείμενο νομοσχέδιο που θα ρυθμίζει την εσωτερική αγορά στη Βρετανία, ανατρέποντας όμως τις ρυθμίσεις του πρωτοκόλλου για τη Βόρεια Ιρλανδία. Όπως αναφέρεται σε προγενέστερο ρεπορτάζ, η κυβέρνηση Τζόνσον επιθυμεί να παρακάμψει τις διευθετήσεις που στόχο έχουν να αποφευχθεί η δημιουργία σκληρού συνόρου ανάμεσα στη Βόρεια Ιρλανδία και την Δημοκρατία της Ιρλανδίας, και για να διασφαλισθούν οι απρόσκοπτες εμπορικές ροές παράλληλα με την προστασία της εσωτερικής αγοράς της Ε.Ε.
Η βρετανική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι είναι «προσηλωμένη» στη συμφωνία, αλλά χρειάζονται αποσαφηνίσεις και πρόνοιες για την υποστήριξη της ειρηνευτικής συμφωνίας του 1998 για τη Βόρεια Ιρλανδία.
Πάντως, ήδη από χθες που έγινε γνωστή η πρόθεση της κυβέρνησης να αγνοήσει όρους της Συμφωνίας Αποχώρησης, οι αντιδράσεις ήταν μεγάλες τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Μεταξύ των αντιδρώντων είναι και ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης, Ντέιβιντ Γκάουκ, που τόνισε ότι η κυβέρνηση «παίρνει το πιο τρομακτικό ρίσκο» με την επιθυμία της να αλλάξει μονομερώς το Πρωτόκολλο.
«Κάθε προσπάθεια να υποχωρήσουμε από τις δεσμεύσεις που αναλάβαμε για τη Βόρεια Ιρλανδία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πράξη κακής πίστης τόσο από την Ε.Ε. όσο και από τον υπόλοιπο κόσμο», πρόσθεσε, εξηγώντας ότι αυτό «θα μπορούσε να υποβαθμίσει την εμπιστοσύνη και το πιθανότερο αποτέλεσμα θα είναι όχι απλώς να μην έχουμε συμφωνία, αλλά μια καταστροφική μη συμφωνία».
Επίσης, νομικοί προειδοποιούν ότι αν επέλθει σύγκρουση με την Ε.Ε., αυτή θα μπορούσε να οδηγηθεί στο Δικαστήριο της Ε.Ε. ως αθέτηση της συμφωνίας αποχώρησης που υπογράφηκε τον Ιανουάριο. Το αποτέλεσμα θα είναι ένα βαρύ πρόστιμο προς τη Βρετανία, αναστολή της συμφωνίας αποχώρησης, εμπορικό πόλεμο, ακόμη και βαρείς δασμούς στα βρετανικά προϊόντα.
Πηγή : EFSYN