rapti

Στο πλαίσιο των εργασιών κοινοβουλευτικού ελέγχου, η Βουλευτής της Α΄ Θεσσαλονίκης Έλενα Ράπτη κατέθεσε ερώτηση προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης με θέμα: «Επαναφορά αυστηρών ποινών για σεξουαλικά αδικήματα».

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο με την ερώτηση:

Κύριε Υπουργέ,

Υπάρχει μια μεγάλη κινητικότητα, τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο με την προώθηση ενιαίων πολιτικών για τη προστασία των παιδιών, όσο και σε εθνικό επίπεδο με πρωτοβουλίες και του ίδιου του Υπουργείου σας για να δημιουργηθεί ένα σύγχρονο πλαίσιο αντιμετώπισης της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης. Σε αυτή την κατεύθυνση σημαντικά βήματα αποτελούν η
πρόληψη, που στην Ελλάδα εκφράζεται με την πολυετή πλέον δράση της καμπάνιας «ΕΝΑ στα ΠΕΝΤΕ», η αντιμετώπιση με την οργάνωση ειδικών δομών για τα θύματα της κακοποίησης και η καταστολή, κρίσιμο μέρος της οποίας είναι το σύστημα ποινών με το οποίο έρχονται αντιμέτωποι οι θύτες.

Με ιδιαίτερη ανησυχία έχουμε διαπιστώσει πως στην περίοδο της προηγούμενης διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε αδικαιολόγητη μείωση ποινών για πολύ σοβαρά αδικήματα. Ενδεικτικά αναφέρω πως η αποπλάνηση παιδιών κάτω των 12 ετών επισείει πλέον ποινές 5-15 έτη αντί 10-20 που ίσχυε με τις προηγούμενες διατάξεις ενώ η αιμομιξία είναι πλέον πλημμέλημα. Αλλά και η γενικότερη θεώρηση των ποινών παραπέμπει σε ένα
σύστημα ελαφρύτερων ποινών σε σχέση με χώρες του εξωτερικού, αλλά και ευεργετημάτων προς τους θύτες (όπως μείωση του χρόνου έκτισης της ποινής) που προκαλούν την κοινή γνώμη, όπως πρόσφατα συνέβη με τον παιδεραστή του Ρεθύμνου που ασέλγησε σε 36 ανήλικα αγόρια καταδικάστηκε σε ποινή κάθειρξης 401 ετών και ποινή προς έκτιση 25 έτη και
αποφυλακίστηκε σε μόλις 8 χρόνια.

Θεωρώντας πως οι αυστηρές ποινές και η έκτιση στο σύνολό τους αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα για την εκδήλωση συμπεριφορών παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης,

Ερωτάσθε κύριε Υπουργέ:

1. Μπορεί το Υπουργείο σας να προχωρήσει στην επαναφορά των αυστηρών ποινών για τα αδικήματα της αποπλάνησης και της αιμομιξίας και γενικά για τα αδικήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ανηλίκων;
2. Μπορεί να αναθεωρηθεί το πλαίσιο των χορηγούμενων ευεργετημάτων προς τους θύτες περιστατικών σεξουαλικής κακοποίησης;