Στις 31 Αυγούστου, η έγκυρη γερμανική εφημερίδα SZ αποκάλυψε πως από την τριμερή μυστική συνάντηση της διπλωματικής συμβούλου του πρωθυπουργού Ελένης Σουρανή και του εξ απορρήτων συμβούλου του Τούρκου προέδρου Ιμπραχίμ Καλίν (παρών ήταν ως διαμεσολαβητής στενός συνεργάτης της Άγκελα Μέρκελ) προέκυψε συμφωνία (“πολλά υποσχόμενη” την χαρακτήριζε η εφημερίδα) που υπεγράφη από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Ταγίπ Ερντογάν. Αναφέρει, ακόμα, πως είχαν συμφωνηθεί ακόμα και (παρεμφερείς) δηλώσεις των δύο ηγετών που θα σηματοδοτούσαν την έναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων με όλα τα θέματα στο τραπέζι.

Έγραφε συγκεκριμένα η SZ: Οι διπλωματικοί σύμβουλοι του τούρκου προέδρου και του έλληνα πρωθυπουργού (σσ. Ιμπραΐμ Καλίν και Ελένη Σουρανή) ενεπλάκησαν από τις αρχές Ιουλίου στις διαπραγματεύσεις του Βερολίνου που είχαν έναν τριπλό στόχο. Ένα μορατόριουμ όσον αφορά τις έρευνες του υποθαλάσσιου πλούτου, την επανέναρξη των διερευνητικών για τα θαλάσσια σύνορα που είχαν ξεκινήσει προ 10ετίας και διεκόπησαν το 2016 καθώς και μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης. 

Η συμφωνία αυτή ναυάγησε, όπως αναφέρει η SZ, εξαιτίας της αιφνίδιας (τότε) συμφωνίας Ελλάδας- Αιγύπτου για την οριοθέτηση της ΑΟΖ.

Αναφέρεται σχετικά στο δημοσίευμα:

Το περιεχόμενό της: οι δυο πλευρές συμφωνούσαν σε συνομιλίες και μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης ενώ προφορικά είχε συμφωνηθεί και το μορατόριουμ.

Μετά όμως ήρθε η 6η Αυγούστου και μια αιφνιδιαστική επίσκεψη του έλληνα υπουργού Εξωτερικών Δένδια στο Κάιρο, όπου υπέγραψε -ακόμη πιο αιφνιδιαστικά- μια ελληνο-αιγυπτιακή συμφωνία για τα θαλάσσια δικαιώματα μεταξύ των δυο χωρών, και αυτό 22 ώρες πριν την προγραμματισμένη δημοσιοποίηση του ελληνοτουρκικού εγγράφου. Η αντίδραση δεν άργησε να έρθει. Η Άγκυρα έβραζε, τα τουρκικά μίντια άφρισαν, η κυβέρνηση έκανε λόγο για προδοσία. Η τουρκοαιγυπτιακή αντιπαλότητα ειδικώς στη Λιβύη αλλά και με φόντο την επιρροή στην Εγγύς Ανατολή εν γένει έπρεπε να παρουσιάσει την στρατηγική κίνηση του έλληνα υπουργού Εξωτερικών ως πρόκληση.

Τι συνέβη

Η αποκάλυψη της SZ πέρασε σχεδόν απαρατήρητη από τα ελληνικά ΜΜΕ και μόνο κάποιες ερωτήσεις διατυπώθηκαν στα social media από τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Κυβερνητικές πηγές, δε, διέψευδαν οτιδήποτε περί συμφωνίας, όπως, άλλωστε, διαψεύσθηκαν και οι “τεχνικές συνομιλίες” στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, που, όμως, επιβεβαιώθηκαν πλήρως αργότερα.

Oι πληροφορίες αναφέρουν, ωστόσο, πως το γραπτό κείμενο υπάρχει και ο πρωθυπουργός αποκάλυψε την ύπαρξή του στο πλαίσιο κάποιας τακτικής, αφού δεν είναι δυνατόν να ισχύει πως πρόκειται περί λάθους ή επιπολαιότητας των συμβούλων του Μεγάρου Μαξίμου.

Το γραπτό κείμενο όριζε όχι μόνον το πλαίσιο αποκλιμάκωσης της έντασης αλλά και τον οδικό χάρτη της ελληνοτουρκικής προσέγγισης αμέσως μετά.

Σύμφωνα με απολύτως ασφαλείς πληροφορίες, προέβλεπε αποχώρηση των τουρκικών πλοίων από την ελληνική υφαλοκρηπίδα, σύντομο μορατόριουμ στις έρευνες στην ανατολική Μεσόγειο και έναρξη διερευνητικών επαφών μεταξύ Αθήνας και Αγκυρας. Παραμένει ασαφές ακόμη εάν περιλάμβανε και κλειστό χρονοδιάγραμμα διαλόγου για προσφυγή στην Χάγη, όπως ζητά παγίως από την Ανγκελα Μέρκελ ο Ταγίπ Ερντογάν.

Κυβερνητικές πηγές επέμεναν και χθες ότι δεν επρόκειτο για συμφωνία, αλλά για μια μορφή «πρακτικών» των συνομιλιών, η επίσημη μετάφραση όμως του άρθρου του ίδιου του πρωθυπουργού αναφέρεται σε «έγγραφη συμφωνία» την οποία τορπίλισε ο Ερντογάν. Ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου, παίζοντας το δικό του διπλωματικό και επικοινωνιακό παιχνίδι, υπέδειξε χθες ως αιτία του ναυαγίου τη συμφωνία Ελλάδας- Αιγύπτου για την ΑΟΖ που, όπως υποστήριξε, εξόργισε τον γερμανό υπουργό Εξωτερικών Χάικο Μαας. Εδώ, ενδιαφέρον ίσως έχει και το πρόσφατο δημοσίευμα – περίπου πριν από 10 ημέρες – της γερμανικής Süddeutsche Zeitung , που αποκάλυπτε ότι μετά την τριμερή οι δύο πλευρές είχαν καταλήξει σε συμφωνία για αποκλιμάκωση και σε κοινή δήλωση για τη δημοσιοποίησή της στις 7 Αυγούστου. Κατά το ίδιο δημοσίευμα, η συμφωνία ναυάγησε 24 ώρες πριν από την κοινή δήλωση, «με την αιφνιδιαστική επίσκεψη του έλληνα υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια στο Κάιρο, όπου υπέγραψε -ακόμη πιο αιφνιδιαστικά- την ελληνο-αιγυπτιακή συμφωνία για τα θαλάσσια δικαιώματα μεταξύ των δυο χωρών».

Τι είπε ο Κυρ. Μητσοτάκης

Ωστόσο ο πρωθυπουργός δεν έκανε λόγο για “πρακτικά” αλλά για “written understanding”, επιβεβαιώνοντας πλήρως, δέκα ημέρες μετά, το δημοσίευμα της SZ.

Ο Πρωθυπουργός αναφέρεται και στη συνάντηση στο Βερολίνο και στην υπαναχώρηση της Τουρκίας από όσα συμφωνήθηκαν. «Στη διάρκεια όλων αυτών έχω παραμείνει ανοικτός στον διάλογο. Όταν το Βερολίνο προσφέρθηκε να μεσολαβήσει, καθίσαμε καλόπιστα για να προσπαθήσουμε να βρούμε κοινό έδαφος. Καταφέραμε ακόμη και να καταλήξουμε σε «έγγραφη συμφωνία». Το αποτέλεσμα ήταν να αποσυρθεί τελικά η Τουρκία, αποκαλύπτοντας ανεπίσημες αλλά απόρρητες συζητήσεις. Οι ελπίδες που συνεχίζω να τρέφω για την Τουρκία δεν μου αποκρύπτουν την πραγματικότητα. Χρειαζόμαστε διάλογο, αλλά όχι υπό το καθεστώς εκβιασμού» τονίζει ο Πρωθυπουργός.

Τι ακολούθησε

Η ομολογία του Κυριάκου Μητσοτάκη προκάλεσε την σύσσωμη και σκληρή αντίδραση της αντιπολίτευσης. Αλέξης Τσίπρας και Φώφη Γεννηματά απαίτησαν από τον πρωθυπουργό να δώσει στη δημοσιότητα το κείμενο της γραπτής συμφωνίας και τον εγκάλεσαν γιατί στην τηλεφωνική επικοινωνία που είχε μαζί τους μεσούσης της ελληνοτουρκικής κρίσης ουδέποτε αναφέρθηκε σε μια τέτοια συμφωνία.

Το απόγευμα της Πέμπτης, η διπλωματική σύμβουλος του πρωθυπουργού Ελένη Σουρανή τηλεφώνησε στον διπλωματικό σύμβουλο του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Βαγγέλη Καλπαδάκη και στον τομεάρχη Εξωτερικών Γιώργο Κατρούγκαλο και επέμεινε πως πρόκειται για τα πρακτικά των συνομιλιών. Την ίδια ώρα ο Στέλιος Πέτσας έλεγε πως οι αρχηγοί είχαν ενημερωθεί, κάτι παντελώς ανακριβές όπως τόνισαν όλοι τους.

Η αλήθεια είναι πως το Μέγαρο Μαξίμου κράτησε κάτω από τα ραντάρ την συγκεκριμένη “έγγραφη συμφωνία”. Το ερώτημα είναι γιατί αποφάσισε ο πρωθυπουργός να την δημοσιοποιήσει.

Το πιθανότερο είναι πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης διαβλέπει πως πλησιάζοντας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα συναντήσει την αντίδραση ευρωπαίων εταίρων σε έναρξη της επιβολής κυρώσεων στην Τουρκία, ενώ ο Ταγίπ Ερντογάν αρνείται να αποσύρει το Oruc Reis και ταυτοχρόνως απειλεί να αρχίσει έρευνες και σε άλλες θαλάσσιες ζώνες νοτίως της Κρήτης και της Ρόδου.

Στο αρθρο του πρωθυπουργού, όμως, υπάρχει και αναφορά σε “διαφορές” μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας στις συγκεκριμένες θαλάσσιες ζώνες, κάτι που εκλαμβάνεται από ορισμένους ως προσχώρηση στην αποψη περί “διαφιλονικούμενων υδάτων” που διατύπωσε πρόσφατα το Στέϊτ Ντιπάρτμεντ και ταυτίζεται με την “λογική” της Τουρκίας.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιδιώκει πιθανώς να δείξει πως η Ελλάδα είναι υπέρ του διαλόγου και χρησιμοποιεί την δημοσιοποίηση της “έγγραφης συμφωνίας” ως επιχείρημα για να καταδείξει ότι η Άγκυρα ναρκοθετεί την πορεία διαλόγου και, όπως λένε κάποιοι, να διεκδικήσει ευκολότερα τις κυρώσεις.

Είναι, όμως, εξίσου προφανές πως το γεγονός ότι τόσο η συνάντηση του Βερολίνου κρατήθηκε μυστική από τα κόμματα και τον ελληνικό λαό και έγινε γνωστή μόνο μετά από δηλώσεις του Μεβλούτ Τσαβούσογλου, όσο και το ότι υπήρξε συμφωνία, δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά για την τακτική της κυβέρνησης και αποκαλύπτει πως έχουν δρομολογηθεί παρασκηνιακές εξελίξεις.