Δήλωση του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία και βουλευτή Β΄ Πειραιώς, για ν/σ Πιερρακάκη:
“Αύριο εισάγεται στην ολομέλεια του Κοινοβουλίου το Νομοσχέδιο του Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής με τίτλο «Κώδικας Ψηφιακής Διακυβέρνησης».
Ένα Νομοσχέδιο που συνιστά μία θλιβερή προσπάθεια αντιποίησης, παραπλάνησης και σφετερισμού.
Κατά παράβαση του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής.
Κατά παράβαση ακόμη κι αυτού του Νόμου τους περί δήθεν επιτελικού κράτους της ΝΔ.
Τελικά, κατά παράβαση κάθε έννοιας καλής νομοθέτησης, στην πραγματικότητα, αύριο εισάγεται στη Βουλή ένας Ψευτοκώδικας Ψηφιακής Διακυβέρνησης.
Είναι ψευτοκώδικας κι όχι κώδικας, αφού για την κατάρτισή του δεν τηρήθηκε ούτε η ελάχιστη προϋπόθεση που προβλέπεται από το Σύνταγμα και την κείμενη νομοθεσία, όπως είναι για παράδειγμα, η προαπαιτούμενη σύσταση ειδικής επιστημονικής επιτροπής.
Πρόκειται για μια νομοθετική λαθροχηρεία παντελούς έλλειψης κοινοβουλευτικού ήθους.
Η κυβέρνηση επιχειρεί να σφετεριστεί, διαγράφοντας την παρουσία τους από το νομοθετικό χάρτη, προηγούμενους νόμους και μάλιστα νόμους με βαριά ιστορία.
Νόμους που μόνο στο πλαίσιο ενός συνταγματικά πραγματικού κώδικα θα μπορούσαν να ενσωματωθούν σε ένα ενιαίο νομοθετικό πλαίσιο.
Οι νόμοι που καταργεί, δεν είναι ατάκτως ερριμμένες διατάξεις, αλλά είναι ιδρυτικοί και ολοκληρωμένοι νόμοι.
Επομένως, δεν επιχειρεί να συγκεντρώσει διάσπαρτες διατάξεις ώστε να διευκολύνει τους πολίτες.
Αντιγράφοντας, επιχειρεί να εξαφανίσει τον ιδρυτικό νόμο της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης (3979/11). Πρόκειται για το Νόμο, χάρη και σε εφαρμογή του οποίου έγινε δυνατό να εφαρμοστούν οι τεχνολογικές καινοτομίες εξυπηρέτησης των πολιτών, του τελευταίου χρόνου. Γεγονός βεβαίως που συστηματικά απέκρυψε και ποτέ δεν αναγνώρισε η κυβέρνηση.
Επίσης, αντιγράφοντας, επιχειρεί να εξαφανίσει τον θεμελιώδη πλέον νόμο 3861/10 για τη Δι@ύγεια.
Το ίδιο ακριβώς επιχειρεί και με θεμελιώδη έργα πληροφορικής της περιόδου 2016-2019, όπως το Σύστημα Ηλεκτρονικής Διακίνησης Εγγράφων (ΣΗΔΕ).
Η ποταπή σκοπιμότητα είναι προφανής.
Η κυβέρνηση νομίζει πως έτσι θα μπορεί να ισχυρίζεται πως η ηλεκτρονική διακυβέρνηση ξεκίνησε επί των ημερών της.
Το μέγεθος δε της συνειδητής παραπλάνησης των πολιτών και των φορέων, καθώς και της πρόθεσης υποκλοπής είναι τέτοιο, που όταν στη συνεδρίαση της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής, ο ΣΕΒ έδωσε συγχαρητήρια στον κ. Πιερρακάκη-νομίζοντας ότι πρόκειται για νέες-για τις διατάξεις που έχει αντιγράψει από τον 3979, εκείνος δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να διευκρινίσει ότι αυτές οι διατάξεις ισχύουν από το 2011.
Σε κάθε περίπτωση, όπως τεκμηριωμένα υποστήριξαν οι εισηγητές μας Μάριος Κάτσης και Νατάσα Γκαρά, αυτή η κραυγαλέα προσπάθεια ψήφισης ενός ψευτοκώδικα δεν είναι μόνο ζήτημα κυβέρνησης που το επιδιώκει, είναι και ζήτημα ευθύνης της Βουλής εάν θα το δεχτεί και θα το νομιμοποιήσει.
Αναλυτικά η επιστολή του Γιάννη Ραγκούση:
Αξιότιμε κ. Πρόεδρε,
με το προαναφερθέν Σχέδιο Νόμου, που επιγράφεται -και μάλιστα δις- ως «Κώδικας», έχουν ανακύψει σοβαρά ζητήματα, που πρέπει να αντιμετωπιστούν με τρόπο που θα διαφυλάσσει το κύρος της Βουλής των Ελλήνων.
Ειδικότερα:
Α. Σύμφωνα με το άρθρο 76 παρ. 6 και 7 του Συντάγματος:
«6. Η επιψήφιση δικαστικών ή διοικητικών κωδίκων, που συντάχθηκαν από ειδικές επιτροπές, οι οποίες έχουν συσταθεί με ειδικούς νόμους, μπορεί να γίνει από την Ολομέλεια της Βουλής με ιδιαίτερο νόμο που τους κυρώνει στο σύνολό τους.
7. Με τον ίδιο τρόπο μπορεί να γίνει κωδικοποίηση διατάξεων που υπάρχουν με απλή ταξινόμησή τους ή επαναφορά στο σύνολό τους καταργημένων νόμων, εκτός από τους φορολογικούς.».
Β. Σύμφωνα με το άρθρο 65 παρ. 1 του Συντάγματος «η Βουλή ορίζει τον τρόπο της ελεύθερης και δημοκρατικής λειτουργίας της με Κανονισμό, που ψηφίζεται από την Ολομέλεια κατά το άρθρο 76 και δημοσιεύεται με παραγγελία του Προέδρου της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».
Γ. Με το άρθρο 111 του Κανονισμού της Βουλής, προβλέπεται ότι τα νομοσχέδια και οι προτάσεις νόμων που αφορούν τη σύσταση ειδικών επιτροπών προκειμένου να συντάξουν κώδικες ή να κωδικοποιήσουν διατάξεις που υπάρχουν, σύμφωνα με τις
παραπάνω προβλέψεις του Συντάγματος, πρέπει να περιέχουν απαραιτήτως διατάξεις σχετικά με τη σύσταση, τη σύνθεση, τη συγκρότηση καθώς και κάθε άλλο θέμα που αφορά το έργο και τη λειτουργία των ειδικών αυτών επιτροπών.
Εξάλλου, σύμφωνα με την παρ. 3 του ίδιου άρθρου, σε αυτές τις περιπτώσεις, «η συζήτηση γίνεται μία φορά καταρχήν και κατόπιν ακολουθεί ψήφιση στο σύνολο.».
Δ. Περαιτέρω, με τα άρθρα 65 -67 του ν. 4622/2019 (νόμος για το «Επιτελικό Κράτος») προβλέπονται οι διαδικασίες κωδικοποίησης. Ειδικότερα, με το άρθρο 66 παρ. 3 προβλέπεται ότι η Κεντρική Επιτροπή Κωδικοποίησης (Κ.Ε.Κ.) είναι αρμόδια για την κατάρτιση κωδίκων, καθώς και για την κωδικοποίηση της νομοθεσίας, διαθέτοντας γενικό τεκμήριο αρμοδιότητας για την κωδικοποίηση και την αναμόρφωση της νομοθεσίας, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 65 του ίδιου νόμου. Η διαδικασία κωδικοποίησης εκκινεί (άρθρο 67 παρ. 1 ν. 4622/2019) με απόφαση του Γεν. Γραμματέα Νομικών και Κοινοβουλευτικών Θεμάτων, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του οικείου υπουργείου, η οποία αναρτάται στο διαδίκτυο σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3861/2010, ή ύστερα από εισήγηση της Κ.Ε.Κ. Παράλληλα, επιτροπές κωδικοποίησης επιτρέπεται να συστήνονται στα καθ’ ύλην αρμόδια υπουργεία μόνο με αιτιολογημένη απόφαση του καθ’ ύλην αρμόδιου υπουργού, ύστερα από γνώμη της ΚΕΚ (άρθρο 67 παρ. 2 ν. 4622/2019). Ο Γενικός Γραμματέας Νομικών και Κοινοβουλευτικών Θεμάτων, μπορεί να ζητεί από την ΚΕΚ να ελέγξει και να διατυπώσει γνώμη για σχέδια κωδίκων που έχουν καταρτιστεί από άλλες Επιτροπές κωδικοποίησης πριν από την κατάθεσή τους προς κύρωση στη Βουλή (άρθρο 67 παρ. 4 ν. 4622/2019). Ρητώς επαναλαμβάνεται στο ν. 4622/2019 (άρθρο 67 παρ. 5) ότι τα σχέδια των κωδίκων που περιλαμβάνουν διατάξεις τυπικών νόμων κυρώνονται, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 76 του Συντάγματος.
Ε. Εν προκειμένω, παρότι τόσο το Σύνταγμα, όσο και ο Κανονισμός της Βουλής, έχουν καθορίσει εξαντλητικά τη διαδικασία εκπόνησης και ψήφισης των κωδίκων, με τρόπο που υπερισχύει έναντι οποιουδήποτε άλλου νόμου, το υπό εξέταση σχέδιο νόμου επιγράφεται δις ως «Κώδικας», χωρίς να είναι τέτοιος. Ειδικότερα, μόνο σε ορισμένο μέρος του, δηλαδή όσον αφορά την ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972 αφορά τη «Θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών», ενώ η Οδηγία (ΕΕ) 2016/2102 και η Οδηγία (ΕΕ) 2019/1024 δεν αφορούν και δεν προβλέπουν οποιουδήποτε είδους κωδικοποίηση. Η επιλογή χρήσης και μάλιστα δύο φορές στο κείμενο του τίτλου του Σχεδίου Νόμου του όρου «Κώδικας», με ταυτόχρονη όμως παράλειψη του όρου «Ευρωπαϊκός» από το σκέλος που αφορά την Οδηγία (ΕΕ) 2018/1972, είναι παραπλανητική σε σχέση με τις θεσπιζόμενες διατάξεις και συνιστά πλημμελή ενσωμάτωση ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Σε ό,τι, δε, αφορά το μέρος της λεγόμενης Ψηφιακής Διακυβέρνησης, οι συναφείς διατάξεις δεν συνιστούν σε καμία περίπτωση αυτό που τεχνικά, κατά τη συνταγματική και κοινοβουλευτική τάξη, και ιδίως στο πλαίσιο των αρχών της «καλής νομοθέτησης», ορίζεται ως «κώδικας».
Ειδικότερα, δεν έχει τηρηθεί καμία από τις προβλεπόμενες διαδικασίες του ν.4622/2019, σε σχέση με την προετοιμασία και εκπόνησή του, όπως λ.χ. φαίνεται αντίθετα ότι έχει κατ’ αρχήν γίνει με αντίστοιχες πρωτοβουλίες άλλων υπουργείων (βλ. «Συγκρότηση και ορισμό μελών ειδικής νομοπαρασκευαστικής επιτροπής για τη σύνταξη κώδικα χωροταξίας και πολεοδομίας στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας» (Β΄2956/20-07-2020). Εξάλλου, πρόκειται για νομοθέτημα αγνώστου δημιουργού, αφού δεν προκύπτει από τις εκθέσεις που συνοδεύουν την υποβολή του στη Βουλή αν έλαβε χώρα η συγκρότηση της προβλεπόμενης από το νόμο και αναγκαίας, για λόγους αρτιότητας και συνεκτικότητας της νομοθεσίας, ειδικής νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, ενώ, παράλληλα, η ίδια η διαδικασία δημόσιας ηλεκτρονικής διαβούλευσης του Σχεδίου Νόμου έγινε σε δυο ξεχωριστά μέρη, κατ’αρχάς ως προς τον «Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών: Ενσωμάτωση στο ελληνικό δίκαιο της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11 ης Δεκεμβρίου 2018», το διάστημα από την 26/06 έως την 17/07/2020, και εν συνεχεία ως προς τις «Διατάξεις που αφορούν στον ‘Κώδικα Ψηφιακής Διακυβέρνησης’», το διάστημα από την 10/07 έως την 17/07/2020. Βέβαια, παρά τον παραπλανητικό τίτλο του, το περί ου Σχέδιο Νόμου δεν εισήχθη στην Ολομέλεια της Βουλής για να συζητηθεί μια φορά κατ’ αρχήν και να ψηφιστεί στο σύνολό του, δηλαδή με τη διαδικασία των Κωδίκων. Οποιαδήποτε αντίθετη ενέργεια θα προσέκρουε, άλλωστε, σε ανυπέρβλητες αιτιάσεις αντισυνταγματικότητας κατ’ άρθρο 100 ΚτΒ. Εξ αυτού, όμως, προκύπτει ότι δεν υφίσταται κανένας απολύτως ουσιαστικός ή νομοτεχνικός λόγος για να διατηρούνται στον τίτλο του νομοθετήματος όροι με τρόπο που συμβάλλει στην παραπλάνηση και σύγχυση του εφαρμοστή της νομοθεσίας (διοίκηση, δικαστήρια κλπ) και εν γένει των πολιτών. Είναι περισσότερο από προφανές ότι έπρεπε ήδη να έχει μεσολαβήσει η άμεση παρέμβαση του αρμόδιου Υπουργού και η νομοτεχνική βελτίωση και προσαρμογή του τίτλου του σχεδίου νόμου στο πραγματικό περιεχόμενό του και στη διαδικασία εκπόνησής του, προσαρμόζοντας δηλαδή τον τίτλο του στον τίτλο της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972, με την προσθήκη του όρου «ευρωπαϊκός» και απαλείφοντας τον όρο «κώδικας» από τον τίτλο του σε ό,τι αφορά την ενσωμάτωση των υπόλοιπων Οδηγιών.
K. Πρόεδρε,
στην αρμοδιότητά σας ανήκει η διασφάλιση της πιστής τήρησης του Κανονισμού της Βουλής (άρθρο 11 παρ. 3 α΄ ΚτΒ). Ιδιαίτερα η τήρηση του πνεύματος και των αρχών της «καλής νομοθέτησης» από το ίδιο το όργανο που κατ’ εξοχήν ασκεί τη νομοθετική εξουσία συνιστά ένα από τα μείζονα ενδιαφέροντα των μελών του κοινοβουλίου και του Προέδρου του. Στο βαθμό που η ζητηθείσα από τον αρμόδιο Υπουργό νομοτεχνική βελτίωση που θα προσάρμοζε το ως άνω Σχέδιο Νόμου στο πραγματικό περιεχόμενό του δεν έχει συμβεί, παρά την επικείμενη συζήτησή του στην Ολομέλεια της Βουλής, σας παρακαλούμε πολύ, να προκαλέσετε γνωμοδότηση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής σε σχέση με την ορθότητα της διατήρησης του τίτλου ως έχει ή την ανάγκη τροποποίησής του.