«Η Κομμούνα ήθελε να καταργήσει εκείνη την ταξική ιδιοκτησία που την εργασία των πολλών τη μετέτρεπε σε πλούτο των λίγων»

Κ. Μαρξ, «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία»

Η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ τιμά τη μεγάλη επέτειο της συμπλήρωσης 150 χρόνων από την Κομμούνα του Παρισιού το 1871, που αποτέλεσε και αποτελεί έναν από τους λαμπρότερους φάρους στην πάλη του διεθνούς επαναστατικού κινήματος, «το πιο υψηλό παράδειγμα του πιο περίλαμπρου προλεταριακού κινήματος του 19ου αιώνα»1, όπως την περιέγραψε ο Λένιν.

Η κόκκινη σημαία του προλεταριάτου που ανέμιζε στο δημαρχείο του Παρισιού για 72 μέρες, από τις 18 Μάρτη έως τις 28 Μάη 1871, ήταν το φωτεινό έμβλημα μιας νέας εποχής στους ταξικούς αγώνες ανάμεσα στην εργατική και την αστική τάξη. Στην Παρισινή Κομμούνα η εργατική τάξη συγκρούστηκε για πρώτη φορά με τους εκμεταλλευτές της σηκώνοντας τη σημαία του αγώνα για τα δικά της αυτοτελή συμφέροντα. Ήταν η πρώτη πράξη ενός μεγάλου έργου από ταξικές συγκρούσεις στο τέλος του 19ου αιώνα και σοσιαλιστικές επαναστάσεις που ακολούθησαν σε όλο τον 20ό αιώνα, με το οποίο θα έπαιρνε σάρκα και οστά το «φάντασμα του κομμουνισμού», δηλαδή η πολιτική χειραφέτηση της εργατικής τάξης και η πάλη της για τη δική της εξουσία, που διακηρύχθηκε για πρώτη φορά το 1848 με το Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος από τους Μαρξ και Ένγκελς.

Το μεγαλείο αυτής της ηρωικής εξέγερσης του προλεταριάτου του Παρισιού το αποτύπωσε με τον πιο ανάγλυφο τρόπο ο Μαρξ στην τελευταία φράση του έργου του «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία»:

«Το Παρίσι των εργατών με την Κομμούνα του θα γιορτάζεται πάντα σαν δοξασμένος προάγγελος μιας νέας κοινωνίας. Τους μάρτυρές της τους έχει κλείσει μέσα στη μεγάλη της καρδιά η εργατική τάξη. Τους εξολοθρευτές της τους κάρφωσε κιόλας η Ιστορία στον πάσσαλο της ατίμωσης».

Όλη η πορεία της Παρισινής Κομμούνας, από τη μεγαλειώδη σύντομη επικράτησή της, το πρωτόγνωρο πολιτικό της έργο έως και την ηρωική της ήττα, προσφέρουν πλούσια και διαχρονικά θεωρητικά και πολιτικά συμπεράσματα για την επαναστατική πάλη που αποτυπώθηκαν στο έργο των Μαρξ, Ενγκελς και Λένιν.

  1. Οι συνθήκες που οδήγησαν στον ξεσηκωμό του Παρισιού το Μάρτη του 1871 απέδειξαν ότι είναι οι ίδιες οι αντιθέσεις του καπιταλισμού που δημιουργούν τις δυνατότητες για την ανατροπή του, όσο φαινομενικά ακλόνητη και αν προβάλλει προσωρινά η αστική εξουσία.

Ο Γαλλοπρωσικός πόλεμος του 1870, η ήττα της Γαλλίας και η πολιορκία του Παρισιού που ακολούθησε, η απότομη επιδείνωση των συνθηκών ζωής και διαβίωσης του παρισινού λαού και η αγανάκτηση των μαζών για τους χειρισμούς της αστικής κυβέρνησης «Εθνικής Άμυνας», ήταν το ιστορικό και κοινωνικό έδαφος που οδήγησε στην επαναστατική κατάσταση εκείνης της περιόδου. Ήταν μια σειρά αντικειμενικών εξελίξεων που ήρθαν ως αποτέλεσμα τόσο της όξυνσης της αντίθεσης κεφαλαίου – εργασίας που έφερε η επέκταση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής όσο και της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού στη Γαλλία και στη Γερμανία, που όξυνε τον ανταγωνισμό τους για την οικονομική και στρατιωτική επιρροή στην περιοχή της Ευρώπης.

Ήταν η περίοδος που ολοκληρωνόταν η εδραίωση της αστικής εξουσίας, εκδηλώνονταν με πιο εμφανή τρόπο οι αντιθέσεις του καπιταλισμού και δημιουργούνταν συνθήκες επαναστατικής κατάστασης, στο έδαφος πολέμων ανάμεσα στα τότε αστικά κράτη και εκδήλωσης καπιταλιστικών οικονομικών κρίσεων. Ήταν τα πρώτα αχνά σημάδια μιας νέας εποχής στην οποία θα έμπαινε στη συνέχεια ο καπιταλισμός, της εποχής του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Της εποχής του ιμπεριαλισμού που οξύνονται οι αντιθέσεις του καπιταλισμού, πρώτα απ’ όλα η βασική αντίθεση ανάμεσα στο βάθεμα του κοινωνικού χαρακτήρα της εργασίας και της ατομικής ιδιοποίησης των αποτελεσμάτων της. Της εποχής που φανερώνονται με τρόπο πιο έκδηλο από την περίοδο των ηρωικών ημερών της Κομμούνας τα ιστορικά όρια του συστήματος της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.

Η όξυνση των αντιθέσεων του καπιταλισμού οδήγησε και οδηγεί σε ακόμα βαθύτερες καπιταλιστικές οικονομικές κρίσεις, στην ένταση των ανταγωνισμών ανάμεσα στα καπιταλιστικά κράτη και τις διεθνείς τους ενώσεις, στην εκδήλωση δύο μεγάλων ιμπεριαλιστικών παγκόσμιων πολέμων και δεκάδων πολεμικών επεμβάσεων μέχρι σήμερα. Οδηγεί στα φαινόμενα σχετικής και απόλυτης εξαθλίωσης της εργατικής τάξης, στην ανεργία, στην ανατροπή εργασιακών σχέσεων και στην αφαίρεση εργατικών δικαιωμάτων, είτε στη φάση της κρίσης είτε στην περίοδο ανάπτυξης της καπιταλιστικής οικονομίας. Οδηγεί στην αξιοποίηση της τεχνολογικής ανάπτυξης και των επιτευγμάτων της επιστήμης όχι για τη γενική μείωση του εργάσιμου χρόνου και την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών αλλά για την εντατικοποίηση και αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης, για νέες μορφές χειραγώγησης της εργατικής τάξης.

  1. Οι εξεγερμένοι Κομμουνάροι, που αρνήθηκαν να παραδώσουν τα όπλα τους τόσο στους Πρώσους κατακτητές όσο και στην αστική κυβέρνηση του Θιέρσου και επέβαλαν για 72 μέρες το δικαίωμά τους να εξουσιάζουν οι ίδιοι τις τύχες τους, απέδειξαν ότι η εργατική τάξη και ο λαός έχουν τη δύναμη να ορθώσουν το ανάστημά τους ενάντια στους εκμεταλλευτές τους.

Αποδείχθηκε με τον πιο εμφατικό τρόπο ότι η τάξη των καπιταλιστών είχε περάσει οριστικά στην αντιδραστική πλευρά της ιστορικής και κοινωνικής εξέλιξης και ότι στο προσκήνιο της Ιστορίας έβγαινε η τάξη των εκμεταλλευομένων, το προλεταριάτο. Αποδείχθηκε ότι η εργατική τάξη αποτελεί πλέον την πρωτοπόρα κοινωνική δύναμη, που είναι η μοναδική που μπορεί να ηγηθεί της σοσιαλιστικής επανάστασης, της σχεδιασμένης και οργανωμένης επίθεσης για την ανατροπή του καπιταλισμού.

Όπως έγραψε ο Λένιν, «η Κομμούνα έδειξε τη δύναμη του εμφυλίου πολέμου, διέλυσε τις πατριωτικές αυταπάτες κι έκανε θρύψαλα την απλοϊκή πίστη ότι οι επιδιώξεις της αστικής τάξης είναι πανεθνικές. Η Κομμούνα έμαθε στο ευρωπαϊκό προλεταριάτο να βάζει συγκεκριμένα τα καθήκοντα της σοσιαλιστικής επανάστασης»2.

Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώθηκε με τον πιο περίτρανο τρόπο από την Οκτωβριανή Επανάσταση, τις άλλες σοσιαλιστικές επαναστάσεις, τις ένοπλες ταξικές συγκρούσεις και τους μεγάλους εργατικούς αγώνες κατά τον 20ό αιώνα.

  1. Οι 72 μέρες ζωής της Παρισινής Κομμούνας προσέφεραν την πείρα που αποκρυσταλλώθηκε στα σημαντικά θεωρητικά συμπεράσματα του μαρξισμού – λενινισμού για τη σύγκρουση με το αστικό κράτος.

Το μεγάλο δίδαγμα είναι, όπως έγραψε ο Μαρξ, ότι «η εργατική τάξη δεν μπορεί να κατακτήσει την έτοιμη κρατική μηχανή και να τη βάλει σε κίνηση για τους δικούς της σκοπούς»3. Πρέπει, όπως υπογράμμισε και ο Λένιν, «να συντρίψει, να τσακίσει την “έτοιμη κρατική μηχανή” και να μην περιοριστεί στην απλή κατάληψή της»4. Ενα συμπέρασμα που επιβεβαιώθηκε τόσο με τη θετική πείρα της επιτυχούς έκβασης των σοσιαλιστικών επαναστάσεων στον 20ό αιώνα όσο και με την αρνητική εμπειρία της οπορτουνιστικής υποχώρησης από την επαναστατική στρατηγική, με τη συμμετοχή Κομμουνιστικών Κομμάτων σε αστικές σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις και την υιοθέτηση του λεγόμενου «ειρηνικού κοινοβουλευτικού δρόμου» μετάβασης στο σοσιαλισμό.

Τα επαναστατικά διατάγματα και το πολιτικό έργο της Κομμούνας περιλάμβανε, ανάμεσα σε άλλα, μέτρα για την κατάργηση του μόνιμου στρατού και της αστυνομίας και την αντικατάστασή τους με την Εθνοφρουρά και την Πολιτοφυλακή, τη θεσμοθέτηση του χωρισμού της Εκκλησίας από το κράτος, την ολοκληρωτική κατάργηση των προνομίων των δημόσιων υπαλλήλων και τη θεσμοθέτηση της εκλογής και της ανακλητότητάς τους, την κατάργηση της ποινικής δικαιοδοσίας των επιχειρηματιών στους τόπους δουλειάς και την καθιέρωση της δωρεάν Παιδείας.

«Όλα αυτά τα μέτρα έδειχναν αρκετά καθαρά ότι η Κομμούνα αποτελεί θανάσιμη απειλή για τον παλιό κόσμο, τον θεμελιωμένο στην υποδούλωση και στην εκμετάλλευση. Γι’ αυτό η αστική κοινωνία δεν μπορούσε να κοιμηθεί ήσυχα όσο στο δημαρχείο του Παρισιού ανέμιζε η κόκκινη σημαία του προλεταριάτου»5.

Η μελέτη αυτού του πρωτόγνωρου έργου της Κομμούνας συνέβαλε και στη διατύπωση των αρχών για τη συγκρότηση της εργατικής εξουσίας, της δικτατορίας του προλεταριάτου, όπου για πρώτη φορά οι εργαζόμενοι συμμετέχουν ενεργά στη λήψη, στην εφαρμογή και τον έλεγχο των αποφάσεων. Ένα κράτος ανώτερου τύπου γιατί παύει πια να είναι όργανο της κυρίαρχης μειοψηφικής τάξης σε βάρος της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζομένων και του λαού, αλλά βρίσκεται πλέον στην υπηρεσία της εργατικής τάξης, τόσο εναντίον των εκμεταλλευτών της όσο και για την ανάπτυξη των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής.

  1. Οι αδυναμίες της Κομμούνας, όπως τις χαρακτήρισαν οι κλασικοί του μαρξισμού, έδειξαν ότι κάθε ανολοκλήρωτο βήμα στην πορεία της ταξικής σύγκρουσης ισοδυναμεί με ήττα για το επαναστατικό κίνημα και τον αγώνα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Όπως έγραφε ο Λένιν, το πρώτο λάθος της Κομμούνας ήταν ότι δεν ξεκίνησε την «απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών» και δεν κατέλαβε ιδρύματα, όπως η Τράπεζα της Γαλλίας. Το δεύτερο ήταν «η υπερβολική μεγαλοψυχία του προλεταριάτου: (…) αντί να στεφανώσει τη νίκη του στο Παρίσι με αποφασιστική επίθεση ενάντια στις Βερσαλίες, αργοπόρησε κι έδωσε στην κυβέρνηση των Βερσαλιών τον καιρό να συγκεντρώσει τις σκοτεινές δυνάμεις και να προετοιμαστεί για τη ματωμένη βδομάδα του Μάη»6.

Την ίδια στιγμή φάνηκε η αγριότητα της αστικής τάξης, όλη την περίοδο πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την ήττα της Κομμούνας, που απέδειξε ότι είναι ικανή να διαπράξει τα μεγαλύτερα εγκλήματα, προκειμένου να διασώσει την εξουσία του κεφαλαίου. Έχοντας πάντα στο επίκεντρο τη διασφάλιση των συμφερόντων και της εξουσίας της, έσυρε το λαό στη φρίκη του Γαλλοπρωσικού πολέμου, δεν δίστασε να οδηγήσει δύο φορές την Εθνοφρουρά σε σφαγή όσο διαρκούσε η πολιορκία του Παρισιού από τους Πρώσους, να χτυπήσει με αγριότητα εξεγέρσεις του λαού τους μήνες πριν από την Παρισινή Κομμούνα και να συμμαχήσει με τον πρωσικό στρατό για να καταπνίξει την Κομμούνα, εκτελώντας κατά δεκάδες χιλιάδες τους προλετάριους του Παρισιού και οδηγώντας εκατοντάδες χιλιάδες στη φυλακή και την εξορία.

Η πορεία του εμφυλίου πολέμου ανάμεσα στο εξεγερμένο Παρίσι και την αστική κυβέρνηση του Θιέρσου αποτέλεσε ένα μεγάλο μάθημα για τη σφοδρότητα που αποκτά η ταξική πάλη και την αναγκαιότητα της ανυποχώρητης πάλης του προλεταριάτου μέχρι τέλους. Γεγονός που επιβεβαιώθηκε από την πείρα του διεθνούς εργατικού και επαναστατικού κινήματος σε όλο τον 20ό αιώνα και αποκτά ιδιαίτερη σημασία σήμερα που η αστική τάξη παίρνει όλα τα μέτρα για να καταστείλει το εργατικό κίνημα και την πρωτοπορία του και να θωρακίσει την εξουσία της σε συνθήκες καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και όξυνσης των ανταγωνισμών.

  1. Ο πολιτικός συσχετισμός στο εσωτερικό της Κομμούνας, με τις αντιφατικές πολιτικές επιδιώξεις και ιδεολογικές αντιλήψεις διαφόρων πολιτικών ρευμάτων (ριζοσπαστών δημοκρατών με γιακωβίνικες παραδόσεις, ομάδων μπλανκιστών, οπαδών του Προυντόν και του Μπακούνιν), που αντανακλούσε και το κοινωνικό υπόβαθρο της Γαλλίας εκείνης της εποχής, δημιούργησε το έδαφος, το οποίο ήταν υπεύθυνο για πολλά από τα λάθη και τις «αδυναμίες» της, που συνέβαλαν και στην τελική της ήττα. Ξεχώρισε η δράση Κομμουνάρων που ήταν οπαδοί του Μαρξ ή που βρίσκονταν κοντά στο μαρξισμό, που συνέβαλαν στο επαναστατικό περιεχόμενο εκείνων των ημερών, χωρίς να είναι δυνατό να αναιρεθούν οι παραπάνω καθυστερήσεις και αδυναμίες, οι οποίες εδράζονταν στο δοσμένο για εκείνη την εποχή επίπεδο ανάπτυξης των υλικών προϋποθέσεων.

Όπως έγραφε χαρακτηριστικά ο Λένιν, «δεν υπήρχε εργατικό κόμμα, δεν υπήρχε προετοιμασία και μακρόχρονη εξάσκηση της εργατικής τάξης, που στη μεγάλη πλειοψηφία της δεν καταλάβαινε και πολύ καθαρά τα καθήκοντά της και τους τρόπους της πραγματοποίησής τους»7.

Φάνηκε μέσα από αυτήν την αρνητική πείρα εκείνων των ηρωικών ημερών η σημασία της ύπαρξης οργανωμένης πρωτοπορίας του εργατικού κινήματος. Η ύπαρξη δηλαδή Κομμουνιστικού Κόμματος, όπως έδειξε και η πείρα της Οκτωβριανής Επανάστασης, που, έχοντας επεξεργασμένη επαναστατική στρατηγική και Πρόγραμμα, να διασφαλίζει την πολιτική αυτοτέλεια του αγώνα της εργατικής τάξης, την αποφυγή στον εγκλωβισμό στα διλήμματα και τους σκοπούς της αστικής τάξης καθώς και τη στοχοπροσηλωμένη δράση για την ανατροπή της αστικής εξουσίας.

Με βάση αυτήν την πείρα λίγα χρόνια αργότερα έλεγε ο Ενγκελς ότι «η πολιτική που πρέπει να κάνουμε πρέπει να είναι η πολιτική του προλεταριάτου. Το κόμμα των εργατών δεν πρέπει να βρίσκεται στην ουρά οποιουδήποτε αστικού κόμματος, αλλά πρέπει πάντα να υπάρχει σαν αυτόνομο κόμμα που έχει τη δική του πολιτική και επιδιώκει τους δικούς τους σκοπούς»8.

Αυτό το διαχρονικό συμπέρασμα, που δεν κυριάρχησε σε όλες τις μεγάλες ταξικές συγκρούσεις του 20ού αιώνα, αποκτά ιδιαίτερη σημασία σήμερα που επιδιώκεται η πολύμορφη ενσωμάτωση του εργατικού – λαϊκού κινήματος στους σκοπούς της αστικής τάξης μέσα από κελεύσματα της κυβέρνησης της ΝΔ και των αστικών κομμάτων για «εθνική ομοψυχία», για συστράτευση στην αντιμετώπιση της εξελισσόμενης καπιταλιστικής κρίσης υπέρ του κεφαλαίου και στους στόχους της καπιταλιστικής ανάπτυξης έπειτα από αυτήν· για υιοθέτηση της σοσιαλδημοκρατικής εκδοχής της πράσινης και της ψηφιακής οικονομίας και συνολικότερα της διαχείρισης του καπιταλισμού, όπως προβάλλεται από τον ΣΥΡΙΖΑ· για «κοινή δράση» στο όνομα του «αντινεοφιλελεύθερου», του «αντιδεξιού» ή του «αντιφασιστικού» μετώπου.

Ιδιαίτερη σημασία έχει επίσης και για την εύστοχη αντιμετώπιση της καλλιέργειας της λογικής του «ρεαλισμού» απέναντι στην πρωτοφανή υποχώρηση του συσχετισμού δυνάμεων, που αξιοποιείται για την αναβίωση της στρατηγικής των σταδίων, των κυβερνήσεων μετάβασης, της οπορτουνιστικής αντίληψης για τη σχέση μεταρρύθμισης – καπιταλιστικού εκσυγχρονισμού και επανάστασης.

  1. Η Κομμούνα του Παρισιού γεννήθηκε την εποχή που η εργατική τάξη έκανε τα πρώτα της βήματα στη διεθνή οργάνωση της πάλης της. Αυτήν τη διεθνή διάσταση της πάλης της εργατικής τάξης εξέφρασε και το φλογερό κάλεσμα της Κομμούνας με τον Ύμνο της Διεθνούς: «Εμπρός της Γης οι κολασμένοι, της πείνας σκλάβοι εμπρός, εμπρός!». Στην Κομμούνα επίσης πήραν μέρος και πολέμησαν κομμουνιστές διαφόρων χωρών. Είχε προηγηθεί εξάλλου, εφτά χρόνια νωρίτερα (1864), η ίδρυση της «Διεθνούς Ένωσης των Εργατών», για την οποία είχαν πρωτοστατήσει ο Καρλ Μαρξ και ο Φρίντριχ Ένγκελς, στην οποία είχε ήδη εκφραστεί η αλληλεγγύη ανάμεσα στην εργατική τάξη της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Αγγλίας και άλλων χωρών. Η ήττα της Κομμούνας οδήγησε σε όξυνση της διαπάλης στους κόλπους της Α’ Διεθνούς, που είχε ως αποτέλεσμα τη διάλυσή της στο 7ο Συνέδριο το 1876. Παρ’ όλα αυτά η πείρα από την επαναστατική δράση της Κομμούνας του Παρισιού αποτέλεσε την επιβεβαίωση της ορθότητας του μαρξιστικού προσανατολισμού μέσα στο επαναστατικό κίνημα και υπήρξε ο καταλύτης για τη μεγάλη ανάπτυξη του εργατικού κινήματος και των εργατικών κομμάτων που ακολούθησε κατά τα τέλη του 19ου αιώνα.

Παρά την ήττα της, η Παρισινή Κομμούνα αποτέλεσε ένα τεράστιο έναυσμα για τις ταξικές συγκρούσεις που ακολούθησαν. Όπως έγραψε ο μεγάλος επαναστάτης Καρλ Λίμπκνεχτ το 1919 στο Βερολίνο, «οι ηττημένοι του σήμερα θα είναι οι νικητές του αύριο. Επειδή η ήττα τους διδάσκει (…) Και μόνο μέσα από αβέβαιες προσπάθειες, μόνο μέσα από λάθη ανωριμότητας, μόνο μέσα από επίπονα πισωγυρίσματα και αποτυχίες μπορούν να αποκτήσουν πρακτική γνώση, που εγγυάται τη μελλοντική επιτυχία. (…) Και μέσα από κάθε ήττα ανοίγεται μπροστά τους ο δρόμος προς την νίκη».

Παρά τον αρνητικό συσχετισμό για την εργατική τάξη σήμερα, η μελέτη της πείρας από την ηρωική Κομμούνα του Παρισιού το 1871, που άντεξε για 72 μέρες, της πείρας από την Ιστορία και την πάλη του διεθνούς εργατικού και επαναστατικού κινήματος καθώς και τα συμπεράσματα από την οικοδόμηση του σοσιαλισμού κατά τον 20ό αιώνα για 72 χρόνια, αποτελούν τα εφόδια για την οργάνωση του αγώνα που θα οδηγήσει στη νέα μεγάλη νίκη της εργατικής τάξης ενάντια στον καπιταλισμό στον 21ο αιώνα, που θα καταργήσει οριστικά και αμετάκλητα αυτήν τη φορά την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.

Οι αντιθέσεις του καπιταλισμού, που διαρκώς οξύνονται, μαρτυρούν από τη μια μεριά την αναγκαιότητα να απαλλαγεί η εργατική τάξη και ο λαός από το εκμεταλλευτικό καπιταλιστικό σύστημα και την ίδια στιγμή δημιουργούν το αντικειμενικό έδαφος που φέρνει, σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης, το ζήτημα της άμεσης ανατροπής του καπιταλισμού στην ημερήσια διάταξη της ταξικής πάλης.

Η νέα, βαθιά διεθνής καπιταλιστική κρίση του 2020 και η αδυναμία των δημόσιων συστημάτων Υγείας στην αντιμετώπιση της πανδημίας βοηθούν να αποκαλυφθεί ακόμα περισσότερο το αποκρουστικό πρόσωπο του καπιταλισμού που σαπίζει στα μάτια των λαών σ’ όλα τα ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Αναδεικνύεται ακόμα πιο επιτακτικά η ανάγκη οι εργαζόμενοι, ο λαός και η νεολαία να οργανώσουν την αντεπίθεσή τους απέναντι στον πραγματικό αντίπαλο, ενάντια στην αστική τάξη, στο κράτος της, στις αστικές κυβερνήσεις και τα αστικά κόμματα. Να βάλουν μπρος τον μεγάλο αγώνα για τη διεκδίκηση των σύγχρονων αναγκών τους, για την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής – κομμουνιστικής κοινωνίας.

Είναι ζήτημα που κρίνεται από την καθημερινή πρωτοπόρα δράση και παρέμβαση των κομμουνιστών στην πάλη που αναπτύσσεται στο έδαφος των οξυμένων λαϊκών προβλημάτων. Γι’ αυτό και, όπως σημειώνει η ΚΕ του ΚΚΕ στις Θέσεις για το 21ο Συνέδριο, «το ΚΚΕ θα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή, ώστε οι καθημερινοί αγώνες να οδηγούν στην ενίσχυση του ταξικά προσανατολισμένου εργατικού κινήματος, σε μαζική συμμετοχή στα εργατικά σωματεία, στους φορείς των αυτοαπασχολούμενων επαγγελματιών, των αγροτών, του ριζοσπαστικού γυναικείου κινήματος, των μαθητών, των φοιτητών. Να δυναμώνει η κοινή δράση, η κοινωνική συμμαχία σε αντικαπιταλιστική – αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, η σύγκρουση με τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, το ΝΑΤΟ, την ΕΕ, να ανοίγει ο δρόμος για την ανατροπή της καπιταλιστικής βαρβαρότητας».

 

 

Παραπομπές:

 

  1. Β. Ι. Λένιν, «Τα διδάγματα της Κομμούνας», Απαντα, τ. 16, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 475 – 478

 

  1. Β. Ι. Λένιν, «Τα διδάγματα της Κομμούνας», Απαντα, τ. 16, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 475 – 478

 

  1. Κ. Μαρξ, «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 66

 

  1. Β. Ι. Λένιν, «Κράτος και επανάσταση», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 48

 

  1. Β. Ι. Λένιν, «Στη μνήμη της Κομμούνας», Απαντα, τ. 20, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 224 – 229

 

  1. Β. Ι. Λένιν, «Τα διδάγματα της Κομμούνας», Απαντα, τ. 16, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 475 – 478

 

  1. Β. Ι. Λένιν, «Στη μνήμη της Κομμούνας», Απαντα, τ. 20, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 224 – 229

 

  1. Φρ. Ενγκελς, «Για την πολιτική δράση της εργατικής τάξης», στη συλλογή κειμένων Κ. Μαρξ και Φρ. Ενγκελς, «Για τον Αναρχισμό», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 78