Ο Γιώργος Α. Παπανδρέου, από την Πάτρα: «Τα μεγάλα προβλήματα στη δημόσια υγεία και την ακρίβεια στην ενέργεια, πληρώνει πολύ ακριβά ο πολίτης – Πλήγμαστο αίσθημα σιγουριάς και ασφάλειας στην Ελληνική κοινωνία».
Τα μεγάλα προβλήματα στη δημόσια υγεία και η τραγική κατάσταση που επικρατεί στην οικονομία και στην αγορά με την ακρίβεια, βρέθηκαν σήμερα στο επίκεντρο των επισκέψεων του πρώην Πρωθυπουργού και Βουλευτή Αχαΐας του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, Γιώργου Α. Παπανδρέου, στο Καραμανδάνειο Παιδιατρικό Νοσοκομείο, το Νοσοκομείο «Άγιος Ανδρέας» και το Οικονομικό Επιμελητήριο Βορειοδυτικής Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδας.
Στο Καραμανδάνειο, ο Γιώργος Α. Παπανδρέου, είχε την ευκαιρία να ενημερωθεί από τον αναπληρωτή Διοικητή και Διευθυντή Ιατρικής Υπηρεσίας, τη Διευθύντρια Διοικητικής Υπηρεσίας και τους εκπροσώπους των εργαζομένων, για τα μεγάλα λειτουργικά προβλήματα που αντιμετωπίζει το Παιδιατρικό Νοσοκομείο, και να ανταλλάξει απόψεις για όλα τα ζητήματα που αφορούν στις υγειονομικές ανάγκες των παιδιών της ευρύτερης περιοχής.
Αιχμή των μεγάλων προβλημάτων, αυτήν την περίοδο, αποτελεί η παντελής έλλειψη Αναισθησιολόγων, γεγονός που καθιστά αδύνατη την ικανοποίηση ενός μεγάλου και ιδιαίτερα κρίσιμου μέρους των υγειονομικών αναγκών των παιδιών της Δυτικής Ελλάδας.
Σημειώνεται ότι, για το ζήτημα αυτό, ο πρώην Πρωθυπουργός και Βουλευτής Αχαΐας, έχει καταθέσει και σχετική Ερώτηση στη Βουλή, χωρίς να υπάρχει ακόμη κάποια σοβαρή και κυρίως αποτελεσματική παρέμβαση για το θέμα.
Μετά την επίσκεψη, ο Γιώργος Α. Παπανδρέου, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Όλοι γνωρίζουμε τη μεγάλη σημασία αυτού του νοσοκομείου. Το Καραμανδάνειο, ένα παιδιατρικό νοσοκομείο, που εξυπηρετεί όχι μόνο την Πάτρα, όχι μόνο την Αχαΐα, αλλά ολόκληρη τη Δυτική Ελλάδα, τις πάρα πολλές οικογένειες που έχουν ανάγκη υπηρεσιών υγείας, για τα μικρά παιδιά. Είναι τραγικό, που η πολιτεία δεν έχει σκύψει με ευαισθησία πάνω σε αυτόν τον θεσμό, για να λειτουργεί κανονικά, άρτια. Ιδιαίτερα το θέμα των αναισθησιολόγων, που είναι κρίσιμο, θα μπορούσε η πολιτεία να το λύσει.
Φοβάμαι ότι αυτό που ζούμε τώρα εδώ, ως πρόβλημα, και ζει ευρύτερα η κοινωνία, να μην βρίσκουν την απαραίτητη εξυπηρέτηση, τις απαραίτητες υγειονομικές υπηρεσίες, με αποτέλεσμα να αναγκάζονται πολλές φορές να φεύγουν για την Αθήνα, αν μπορούν και έχουν τα μέσα βέβαια, δείχνει δυστυχώς, μια ευρύτερη αντίληψη, μια αρνητική αντίληψη απέναντι στο δημόσιο σύστημα υγείας.
Το δημόσιο σύστημα υγείας υπάρχει για να προσφέρει ασφάλεια και σιγουριά στον πολίτη, μια από τις βασικές υπηρεσίες ασφάλειες για τον Έλληνα πολίτη, για την Ελληνική οικογένεια. Ακούω πως η κυβερνητική παράταξη μιλάει για ασφάλεια, μιλάει για σιγουριά, μιλάει για σταθερότητα. Αν δεν είναι η υγεία βασικό στοιχείο της ασφάλειας του πολίτη, τότε τι είναι τελικά;
Είδαμε νομίζω, το είδαμε με την πανδημία, πόσο μεγάλης σημασίας, πόσο πολύτιμο είναι αυτό το αγαθό που λέγεται υγεία και βέβαια, οι δημόσιες υπηρεσίες υγείας. Είναι θέμα συνοχής, είναι θέμα ισότητας, είναι θέμα σιγουριάς για τον Έλληνα πολίτη.
Εμείς ως παράταξη, πάντα πιστεύαμε στο δημόσιο σύστημα υγείας, εμείς δημιουργήσαμε το ΕΣΥ και δυστυχώς, αντί να αναβαθμιστεί, έστω και με την ευκαιρία της κρίσης, της πανδημίας, το δημόσιο σύστημα υγείας, βλέπουμε να υπολείπεται και να υπονομεύεται ύπερ των ιδιωτικών συμφερόντων.
Για αυτό είμαι εδώ. Έχω κάνει κινήσεις, έχω μιλήσει και με τον Υπουργό, έχω κάνει σχετική Ερώτηση στη Βουλή και θα συνεχίσουμε αυτόν τον αγώνα, τόσο για το έκτακτο ζήτημα που υπάρχει εδώ στο Καραμανδάνειο, αλλά και ευρύτερα για το θέμα της δημόσιας υγείας.»
Στη συνέχεια, ο Γιώργος Α. Παπανδρέου, επισκέφθηκε το Νοσοκομείο «Άγιος Ανδρέας», όπου συμμετείχε σε ευρεία σύσκεψη τοπικών φορέων, βουλευτών, του Διοικητή, Ηλία Θεοδωρόπουλου, και του Προεδρείου του Σωματείου Εργαζομένων του Νοσοκομείου, τόσο για την κατάσταση που επικρατεί και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το Νοσοκομείο στη λειτουργία του, της έλλειψης προσωπικού και υποδομών που δεν καθιστά το νοσοκομείο λειτουργικό, όσο και για την κατάσταση του δημοσίου συστήματος υγείας στην περιοχή.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, μεταξύ άλλων τόνισε: «Η λειτουργία του Νοσοκομείου. Άγιος Ανδρέας, δεν αφορά μόνο την Πάτρα και την Αχαΐα.
Ουσιαστικά είναι ένα Νοσοκομείο που με το έργο άξιων επιστημόνων και τη μεγάλη προσφορά πολύ ικανών εργαζομένων, έχει ιδιαίτερα σημαντική θέση στην καρδιά των κατοίκων της Δυτικής Ελλάδας.
Η λειτουργία του Νοσοκομείου, προσφέρει μια δικλείδα ασφαλείας για τις υγειονομικές ανάγκες της περιοχής, και πρέπει μαζί με το Νοσοκομείο του Ρίου και το Καραμανδάνειο, να αποτελέσουν τη βάση ενός βιώσιμου και σύγχρονου Δημόσιου Συστήματος Υγείας.
Επομένως, απαιτούνται – και άμεσα, λύσεις με ολοκληρωμένο και συνεκτικό σχέδιο.
Η κυβέρνηση οφείλει να πράξει τα δέοντα.»
Τέλος, ο πρώην Πρωθυπουργός και Βουλευτής Αχαΐας, επισκέφθηκε το Οικονομικό Επιμελητήριο Βορειοδυτικής Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδας, όπου συναντήθηκε με τον Πρόεδρο, Γιώργο Παππά, τον Αντιπρόεδρο ΣτέλιοΤζιβγινίδη, τον Γραμματέα Κωνσταντίνο Καινούργιο, το μέλος της συνέλευσης αντιπροσώπων του ΟΕΕ και Γραμματέα της ΝΕ Αχαΐας του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, Νίκο Μοίραλη, τον Πρόεδρο της Ένωσης λογιστών Φοροτεχνικών (ΕΛΦΕΕ), Αλέκο Μπογιάκη, και εκπροσώπους τραπεζικών υπαλλήλων, φοροτεχνικών και εφοριακών.
Στη συνάντηση, ο Γιώργος Α. Παπανδρέου ενημερώθηκε από τα μέλη της Διοίκησης για τα ζητήματα που τους απασχολούν, ενώ έγινε διεξοδική συζήτηση για την οικονομία, τα δημόσια οικονομικά, το ιδιωτικό χρέος, την ακρίβεια στην αγορά και ιδιαίτερο της ενέργειας, για την ανάπτυξη, τη βιώσιμη πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, καθώς και για μια σειρά θεμάτων που αφορούν τους Οικονομολόγους τους Φοροτεχνικούς και τους Εφοριακούς, όπως και για ζητήματα που αφορούν τις τράπεζες και τους εργαζόμενους.
Αναφερόμενος στην κατάσταση στην οικονομία, στο αναπτυξιακό ζήτημα της χώρας, αλλά και στην ακρίβεια στην αγορά, ιδιαίτερα της ενέργειας, τόνισε μεταξύ άλλων, ότι:
«Η παρουσία μου σήμερα εδώ, και η συνάντησή μου με τους επιστήμονες που διαδραματίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στις οικονομικές εξελίξεις και το κυριότερο, έχουν άμεση και σχεδόν ζωτική σχέση με την οικονομία της χώρας, έχει σκοπό να υπογραμμίσει τέσσερα πολύ σημαντικά ζητήματα, που αφορούν τους Έλληνες και τη χώρα, και δυστυχώς, δεν έχουν την κυρίαρχη θέση που τους πρέπει στον δημόσιο διάλογο, παρά μόνο αποσπασματικά.
– Πρώτον, τη μεγάλη ακρίβεια που επικρατεί στην αγορά και τσακίζει οικονομικά τους πολίτες και τις επιχειρήσεις, με αιχμή την πρωτόγνωρη κατάσταση στην αγορά της ενέργειας, που η κυβέρνηση αποδίδει στον πόλεμο στην Ουκρανία, ενώ οι τερατώδεις αυξήσεις είχαν αρχίσει από τον περασμένο Σεπτέμβρη. Και βεβαίως, ενώ όλοι, σκοπίμως ξεχνούν ότι χάσαμε τουλάχιστον μια δεκαετία από τότε που ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ μιλούσαν για πράσινα άλογα. Μια δεκαετία, που θα είχε προχωρήσει πολύ η μετάβαση στις ΑΠΕ, η χώρα θα ήταν πιο αυτόνομη απέναντι στα γεωπολιτικά παιχνίδια στην ενέργεια και οι Έλληνες θα πλήρωναν πολύ φτηνότερα την ενέργεια, ενώ θα ήταν και οι ίδιοι παραγωγοί.
– Δεύτερον, τη γενικότερη προβληματική εικόνα που επικρατεί στα δημόσια οικονομικά, με το χρέος να φτάνει σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου να θυμίζει τις δραματικές μέρες του 2009, και την ανάπτυξη να στηρίζεται σε πήλινα πόδια.
– Τρίτον, την απουσία ενός ολοκληρωμένου και συνεκτικού σχεδίου μετάβασης στο νέο βιώσιμο και πράσινο αναπτυξιακό πρότυπο και στην ψηφιακή εποχή.
– Και κάτι ακόμη, μαζί με αυτά τα τρία μείζονα ζητήματα, το τέταρτο εξίσου σημαντικό, αυτό της μη διαφανούς, αλλά και ανερμάτιστης διάθεσης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης – κατά τις πελατειακές ανάγκες της κυβέρνησης.
Θα πρέπει να κατανοήσουμε όλοι, χωρίς εξαιρέσεις ότι, δεν θα υπάρχει πάντα η ΕΕ που θα δίνει χέρι βοηθείας, ούτε και θα μπορεί να σταθεί η χώρα στον διεθνή ανταγωνισμό, χωρίς θεσμική ανασυγκρότηση που θα απελευθερώνει τις υγιείς δημιουργικές και παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, και θα διαμορφώνει τις προϋποθέσεις για μια δημοκρατική και συμμετοχική βιώσιμη πράσινη και ψηφιακή μετάβαση.
Μια μετάβαση που δεν μπορεί να γίνει με υλικά και μέσα του παρελθόντος και χωρίς σχεδιασμό, κεντρικά και περιφερειακά.»