Οι πρόεδροι των κομμάτων της αντιπολίτευσης και οι βουλευτές καταθέτουν την πρόταση μομφής προς τον Πρόεδρο της Βουλής κατά τη διάρκεια μιας δημόσιας συνεδρίασης της Ολομέλειας της Βουλής.
Βάσει του άρθρου 84 του Συντάγματος, η πρόταση δυσπιστίας κατατίθεται, εφόσον φέρει την υπογραφή του 1/6 του όλου αριθμού των βουλευτών, δηλαδή, από 50 βουλευτές και πρέπει να περιλαμβάνει με σαφήνεια τα θέματα, για τα οποία οι βουλευτές αίρουν την εμπιστοσύνη τους από την κυβέρνηση εν συνόλω ή από κάποιο μέλος της. Σε περίπτωση που η πρόταση υπογράφεται, από τον ελάχιστο απαιτούμενο αριθμό βουλευτών, τότε η Βουλή διακόπτει τις εργασίες της για δύο ημέρες, εκτός κι αν η κυβέρνηση ζητήσει να ξεκινήσει αμέσως η συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας.
Σε ότι αφορά τα χρονικά περιθώρια, ο Κανονισμός της Βουλής στο άρθρο 142, επισημαίνει πως η συζήτηση στην Ολομέλεια ολοκληρώνεται το αργότερο τη δωδεκάτη νυκτερινή της τρίτης ημέρας από την έναρξή της με ονομαστική ψηφοφορία. Η πρόταση μομφής ξεκινά με την ομιλία, τουλάχιστον, δύο βουλευτών από εκείνους που την υπέγραψαν ενώ συντάσσεται ο πλήρης κατάλογος των ομιλητών που θα τοποθετηθούν ενώπιον της Ολομέλειας.
Ο Κανονισμός προβλέπει ότι δεν μπορεί να υποβληθεί εκ νέου πρόταση μομφής, εάν δεν έχει συμπληρωθεί χρόνος έξι μηνών, από την απόρριψη προηγούμενης όμοιας πρότασης, εκτός αν υπογράφεται από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών.
Εννοείται ότι γίνεται δεκτή εάν υπερψηφιστεί από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, δηλαδή, από 151 βουλευτές.