Πέθανε σε ηλικία 75 ετών, ένας από τους πιο γνωστούς τραγουδιστές της δεκαετίας του ‘70, ο Λευτέρης Μυτιληναίος, ο οποίος νοσηλευόταν στο Νοσοκομείο Κορίνθου με κορωνοϊό.

Σύμφωνα με πληροφορίες, ο τραγουδιστής φιλοξενούνταν σε μονάδα φροντίδας ηλικιωμένων στο Λουτράκι, βρέθηκε θετικός στον κορωνοϊό μέσα σε λίγες μέρες μεταφέρθηκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο με την κατάσταση της υγείας του να επιδεινώνεται ραγδαία.

Σε συνέντευξή του στη Lifo ο Λευτέρης Μυτιληναίος είχε πει μεταξύ άλλων: «Σπούδασα στον Πειραϊκό Σύνδεσμο, κλασικό τραγούδι και φωνητική. Με πήγε εκεί ένας θείος μου, ο αδελφός της μάνας μου. Έμαθα για την αναπνοή, πώς να ποστάρεις τη φωνή σου, τρόπους να μην κουράζεσαι, πότε να βγάλεις την κορόνα, πού να κόψεις. Να μη βιάζεις τα πράγματα, η μελωδία να τρέχει σαν το νερό, όπως το μέλι που πέφτει. Να σου χαϊδεύει τ’ αυτιά. Βέβαια, στον χώρο που δουλεύουμε εμείς, όπως ξέρεις, γίνεται παραποίηση. Πολλές φορές σπάνε και τα τύμπανα. Φεύγω από το μαγαζί και είμαι άρρωστος.

 

Τον Γιάννη τον Βογιατζή και τον Πολυμέρη τραγουδούσα πιτσιρικάς. Αγαπούσα τον Μαρούδα και τον Γούναρη. Είχα μεγάλη αδυναμία στη Βέμπο. Ήμουν δίπλα στην Καίτη Μπελίντα όταν πέθαινε – καλή μου φίλη. Η αδυναμία μου; Η Ελίζα Μαρέλι. Σπουδαία τραγουδίστρια, υπέροχη γυναίκα. Ποτέ δεν σκέφτηκα πως θα γίνω επαγγελματίας τραγουδιστής. Ο θείος μου φταίει! Διαγωνίστηκα στα ταλέντα του Γιώργου Οικονομίδη και πήρα το πρώτο βραβείο με τις ψήφους του κόσμου. Κέρδισα και το βραβείο – το κουστούμι και τη σόμπα. Ο Οικονομίδης, μολονότι ήταν πολέμιος του λαϊκού τραγουδιού, εμένα με λάτρευε. Είχα φτάσει κάποια καλοκαίρια να τραγουδάω επί δύο συνεχόμενες εβδομάδες στο Άλσος. Με βοήθησε πάρα πολύ. Όπως και όλοι οι συνεργάτες μου. Δεν έχω παράπονο πως κάποιος με πολέμησε και όλα αυτά τα δήθεν. Το “κακό” είναι πως ξεκίνησα αστραπιαία, μπήκα στη δισκογραφία άβγαλτο αγόρι 21 χρόνων και μου ήρθε ταμπλάς. Δεν είχα συνειδητοποιήσει καν τι μου συνέβαινε και ήμουν ξαφνικά στα Δειλινά με τη Μοσχολιού και τον Κόκοτα και τις ευλογίες του Μπιθικώτση. Εκ των υστέρων κατάλαβα τι είχε ακριβώς συμβεί. Και ποιος, πλέον, είμαι.

Αν είμαι ελαφρολαϊκός τραγουδιστής; Μάλλον είμαι μπάσταρδος! Είμαι και από δω, είμαι και από κει, ισορροπώ ανάμεσα στο λαϊκό τραγούδι και το λεγόμενο ελαφρύ. Ρεμπέτης, όμως, ποτέ δεν ήμουν. Ούτε, βέβαια, βαρύ λαϊκό. Και δεν ήθελα να είμαι. Το μπουζούκι μου αρέσει να βγάζει αρμονικές νότες, όχι ήχο σκληρό και τραχύ, να μη σου σκοτώνει το αυτί. Είμαι της σχολής του Χιώτη. Πήγαινα σπίτι του, στην Κυψέλη, και κάναμε έξι μήνες πρόβα για να πω δυο τραγούδια του. Ερωτικός τραγουδιστής; Σίγουρα ναι. Ρομαντικός; Δεν θα το έλεγα. Δεν είμαι τόσο αισιόδοξος για να είμαι ρομαντικός. Πάντα ήμουν με τους προδομένους και τους λυπημένους».