Πίνακας: Mother and Child, Gustav Klimt, 1905

 

 

Η πρώτη μυρωδιά που θα μυρίσεις. Η πρώτη αγκαλιά που θα σε σφίξει όταν κλαις. Το πρώτο φαγητό που θα φας θα είναι δικό της, οι πρώτες σου λέξεις, τα πρώτα σου βήματα, τα πρώτα σου ακούσματα, όλα μαζί της.
Μετά θα μεγαλώσεις, και θα είναι αυτή που θα σε πρήζει χωρίς λόγο, που θα δείχνει τις φωτογραφίες που ήσουν μικρός στους φίλους σου χωρίς την συγκατάθεση σου.
Θα είναι αυτή που θα ανακατεύεται σε πράγματα που δεν την αφορούν, αυτή που θα αγχώνεται για τα πάντα, αυτή που θα σου υποδεικνύει όλη την ώρα τι να κάνεις, αλλά θα γίνεται κέρβερος αν κάποιος πάει να σε πειράξει, αυτή που θα ξέρει τι ακριβώς πρέπει να σου πει για να σε ηρεμήσει, αυτή που θα μαγειρεύει καλύτερα απ’ όλους, αυτή που τραβάει τα χίλια μύρια για να σε μεγαλώσει αλλά δεν θα στο πει ποτέ, αυτή που ό,τι κι αν της πεις ή ό,τι κι αν της κάνεις θα σ’ αγαπάει με όλο της το είναι, ακόμα και τις φορές που δεν αγαπάς ούτε εσύ ο ίδιος τον εαυτό σου.

Αυτή είναι η μητέρα. Η μητέρα που θυσιάζεται καθημερινά για τα παιδιά της, αφήνοντας πολλές φορές τον εαυτό της στην άκρη ενώ  υμνείται με χίλιους τρόπους σε κάθε εποχή.

“Μητέρα: η πιο όμορφη λέξη στα χείλη της ανθρωπότητας.” είχε γράψει ο Kahlil Gibran. “Στὴν ἀγκαλιά σου τὴ γλυκειά, μανούλα μου, ν᾽  ἀράξω  μὲς στὸ βαθὺ τὸ πέλαγο αὐτὸ πριχοῦ βουλιάξω.”, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. “Πώς να πειράξω τη μητέρα να κάμω εγώ να λυπηθεί,  που όλη νύχτα κι όλη μέρα για το καλό μου προσπαθεί;” ο Γεώργιος Βυζιηνός. “Ἐμένα, ποὺ σὲ δέχτηκα εὐλογία κ᾿ ἔγινα τὸ θαυμάσιο ὁμοίωμά σου, ἂς μὲ δεχτῆ σὰ νἆμαι ἁμάρτημά σου ἡ μνήμη σου, μαρτυρικὴ κι᾿ ἁγία η ” Μαρία Πολυδούρη. Πώς όμως φτάσαμε να την γιορτάζουμε μέχρι και σήμερα;

Η ιστορία

Ξεκίνησε σαν μέρα μνήμης και πένθους των γυναικών που είχαν χάσει τα παιδιά τους στο πόλεμο και με αυτόν τον τρόπο υποδείκνυε την επιτακτική ανάγκη για ειρήνη. Αργότερα η γιορτή άρχισε να παίρνει έναν περισσότερο εμπορικό χαρακτήρα, οπότε η η μεγαλύτερη υποστηρίκτριά της Αnna Jarvis, αποφάσισε να το πολεμήσει καταλήγοντας όμως να πεθάνει μόνη σ’ ένα σανατόριο.

Η πρώτη “Ημέρα της Μητέρας” ήταν αφιερωμένη στη βελτίωση των συνθηκών υγιεινής και την προσπάθεια μείωσης της βρεφικής θνησιμότητας με την καταπολέμηση των ασθενειών και τον περιορισμό της μόλυνσης του γάλακτος, γύρω στα 1850, ενώ στα μεταπολεμικά χρόνια γιορταζόταν με πικ νικ “φιλίας” έχοντας κεντρικό μήνυμα την ειρήνη και την συμφιλίωση των δύο πλευρών.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Woodrow Wilson το 1914 καθιέρωσε επίσημα την δεύτερη Κυριακή του Μαΐου, ως τη γιορτή της μητέρας.

Σταδιακά λοιπόν, εξαπλώθηκε σε ένα μεγάλο μέρος του κόσμου, όπου σήμερα οι περισσότεροι άνθρωποι του κόσμου τιμούν τις μητέρες και τα όσα έχουν κάνει για αυτούς.

Μητέρα και τέχνη

Πολλοί κορυφαίοι καλλιτέχνες, (ποιητές, εικαστικοί, μουσικοί και λογοτέχνες)  έχουν υμνήσει την μητρότητα και την μητέρα μέσα από το έργο τους.

Γιάννης Ρίτσος – Πέτρες

  …Είχαμε τον κήπο στην άκρη της θάλασσας.
Απ’ τα παράθυρα γλιστρούσε ο ουρανός
κι η μητέρα καθισμένη
στο χαμηλό σκαμνί
κεντούσε τους αγρούς της άνοιξης
με τα ανοιχτά κατώφλια των άσπρων σπιτιών
με τα όνειρα των πελαργών στην αχυρένια στέγη
γραμμένη στη λευκή διαφάνεια…

Η μητέρα μού κρατούσε τα χέρια.
Μα εγώ
πίσω απ’ τον τρυφερό της ώμο
πίσω απ’ τα μαλλιά της τα χλωμά
στρωτά μ’ ένα άρωμα υπομονής και ευγένειας
κοιτούσα σοβαρός τη θάλασσα…

Μας πήραν το θαλασσινό τραγούδι
Μας δέσαν τα θαλασσινά μας πόδια.

Παιδάκια σιωπηλά κι απορημένα
με τ’ αλατισμένα ματόκλαδα
με τα μεγάλα μάτια τα γαλάζια
περνάμε φοβισμένα στις μεγάλες πολιτείες
κάτω απ’ τα νοσοκομεία που μυρίζουν ύπνο κι ιδρώτα
κάτω απ’ τα σπίτια με τους κόκκινους γλόμπους
κάτω απ’ τα μέγαρα
που καπνίζουν αίμα νύχτα κι αρπαγή.

Μητέρα, μητέρα
πού αρνηθήκαμε την τρυφερή σοφία των δακρύων σου
πού ‘ναι το μακρόθυμο χέρι σου
με την έκφραση της καρτερίας
πού ‘ναι το χέρι σου
ν’ ακούσουμε την αυγή και τη θάλασσα
να ζεστάνουμε τη μοναξιά;

Ο. Ελύτης – Ανοιχτά χαρτιά

«… Μια νύχτα η μητέρα μου αγρυπνούσε μ’ ένα κομμάτι φεγγαριού στα χέρια της.
Ήταν κόκκινο, πελώριο, μυτερό στην κόψη του καθώς πριόνι, κι έβγανε καπνούς.
Εκείνη, καθισμένη σ’ ένα βράχο, δε μιλούσε, μόνο κοιτούσε μακριά κατά το Λιγονέρι.
Μια φυσαρμόνικα έκλαιγε σ’ όλο το μάκρος της ακρογιαλιάς κι έβλεπες οι σκιές να Μεγαλώνουν.
Ύστερα πήρε να φυσάει. Άκουγα ένα ένα τα φύλλα να μιλάν μέσα στον ύπνο μου.
«Παιδί, παιδάκι.» Το νερό με ταλάντευε – κι όλη τη στεριά μαζί μου,
και τα τζάμια που αστράφτανε πέρα και τα λευκά μετέωρα δώματα.
Ήταν μια νύχτα πίσσα μαύρη. Αγριεμένα βελάζανε τα κύματα.
Μια γερόντισσα με ξέπλεκα λευκά μαλλιά και λαχούρι στους ώμους ασημένιο
τον κρατούσε απ’ το χέρι και πήγαινε, μέσα στην κοσμοχαλασιά.
Ήτανε όμορφη! Όμορφη! Αγγέλισσα σωστή, που ευωδίαζε δεντρολίβανο.
Μέσα σε λίγες ώρες μου ‘πιε όλο το σκοτάδι ως την στερνή σταγόνα.
Χαράματα, όταν άνοιξα τα μάτια, κιόλας έστεκε ορθή, στραμμένη κατά την Ανατολή…»

 

      “Μητέρα και παιδί με κεράσια”, 1865, Sir Frederich Leighton

 

        “Μητέρα και παιδί”, Pablo Picasso, 1902- μπλε περίοδος.

 

Κλείνοντας, σας παραθέτουμε ένα μελοποιημένο απόσπασμα που αντικατοπτρίζει με αριστουργηματικό τρόπο την αγάπη της μάνας.

Ο λόγος για την Γρούσα του Μπ. Μπρεχτ, την ηρωϊδα του έργου ” Ο κύκλος με την Κιμωλία στον Καύκασο”.

 

Σύνθεση: Μάνος Χατζιδάκις

Στίχοι: Μπέρτολντ Μπρεχτ

Απόδοση: Οδυσσέας Ελύτης

https://www.youtube.com/watch?v=H_0mKd4xDEw

 

#μενουμε_speedy

#menoume_speedy