Σε συνέντευξη που έδωσε η Σία Αναγνωστοπύλου στο iEidiseis για τα 200 χρόνια από το 1821 αναφέρει:
«Ας ελπίσουμε μόνο ότι το 1821, αυτή η μεγάλη, επώδυνη, επαναστατική στιγμή της πολιτικής συγκρότησης των Ελλήνων, με την οποία οι Έλληνες αποφάσισαν όχι μόνο να στραφούν κατά της οθωμανικής τυραννίας αλλά και με ποιον έξω κόσμο και βάσει ποιων αξιών συνομιλούν, δεν θα συρρικνωθεί σε μια φιέστα αρμάτων»
«Οι εκδηλώσεις λοιπόν πρέπει να δείξουν τη συμμετοχή των Ελλήνων με την Επανάσταση του 1821 στο γκρέμισμα του παλιού, τυραννικού κόσμου σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο», σημειώνει η πρώην υπουργός, προσθέτοντας ότι «το θέμα ωστόσο είναι το πώς οι εκδηλώσεις για το 1821 θα ιστορικοποιήσουν την τυραννία, το πέρασμα από τις Αυτοκρατορίες στα έθνη-κράτη, την ευρωπαϊκή και παγκόσμια διάσταση της ελληνικής Επανάστασης, τη συνομιλία της με τις άλλες συγκαιριανές της Επαναστάσεις, όλες αυτές που έριξαν τις Αυτοκρατορίες στο όνομα της Ελευθερίας και της Ισότητας, στο όνομα της ελεύθερης πολιτικής, εθνικής συγκρότησης».
Η Σία Αναγνωστοπούλου επικεντρώνεται στο θέμα του αναθεωρητισμού της ιστορίας, υπογραμμίζοντας πως «στη χώρα μας, η αναθεωρητική τάση, που συνδέεται άμεσα με πολιτικές, ιδεολογικές, οικονομικές και κοινωνικές στοχεύσεις, ξεκίνησε με το ξαναγράψιμο, το σβήσιμο και τη διόρθωση κάποιων περιόδων όπως ο Εμφύλιος». Συμπληρώνει δε ότι «εκτός από τον Εμφύλιο, το τελευταίο διάστημα διορθώνεται το Πολυτεχνείο, βεβαίως η Μεταπολίτευση, ακόμα και ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος».
Ειδικές αναφορές γίνονται και για τα 200 χρόνια της Μικρασιατικής Καταστροφής, για τα οποία δεν προγραμματίζονται εκδηλώσεις. «Το 1922 συνιστά ρωγμή στο αφήγημα της Μεγάλης Ιδέας, διαφοροποιεί το γεωπολιτικό περιβάλλον της χώρας και διαμορφώνει οριστικά τα εθνικά σύνορα. Συγχρόνως αρχίζει η μεγάλη τραγωδία της προσφυγιάς και η δύσκολη διαδικασία της ενσωμάτωσης: άνθρωποι, κοινωνικές, πολιτισμικές και πολιτικές διαδικασίες διαφοροποιούνται. Το ίδιο το εθνικό αφήγημα διαφοροποιείται και ένα μεγάλο τραύμα σφραγίζει την Ιστορία. Δεν μπορεί λοιπόν αυτή η Επέτειος να «ξεχαστεί» και να μη συζητηθεί, όχι μόνο ως ένα επαναλαμβανόμενο μοιρολόι αλλά ως ένα δραματικό πέρασμα με ποικίλες διαστάσεις από τη μια εποχή στην άλλη», επισημαίνει η πρώην υπουργός, που εκφράζει και τους προβληματισμούς της για την έως τώρα πορεία της Επιτροπής υπό την Γιάννα Αγγελοπούλου.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΗΣ ΣΙΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ ΕΧΕΙ ΩΣ ΕΞΗΣ:
–Πώς κρίνετε την έως τώρα θητεία της Επιτροπής για το γιορτασμό των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821, υπό τη Γιάννα Αγγελοπούλου;
Η Επιτροπή για την Επέτειο των 200 χρόνων δεν φαίνεται να έχει προχωρήσει –εκτός εξαιρέσεων- σε κάτι σημαντικό μέχρι σήμερα. Προφανώς η πανδημία δημιουργεί καθυστερήσεις, ωστόσο κάποια σημάδια μαρτυρούν αδυναμίες. Παραιτήσεις μελών, δημοσιεύσεις και αντιπαραθέσεις άλλων μελών πάνω σε αποϊστορικοποιημένες, στείρες και άγονες συζητήσεις (όπως, αν ο Καποδίστριας ήταν ή δεν ήταν δικτάτορας, τι ήταν ή δεν ήταν ο Καραϊσκάκης, κλπ) δεν αποτελούν καλά δείγματα.
Η Επέτειος των 200 χρόνων από την Επανάσταση συνιστά εμβληματικό σταθμό στη διαδρομή μιας κοινωνίας, ένα σταθμό για να ξανασταθεί απέναντι στις περιπέτειές της –παλιότερες και νεότερες- και, με τα νέα εργαλεία που προσφέρει μια πλούσια έρευνα χρόνων, να ξαναμετρήσει το μπόϊ της –το μικρό και το μεγάλο- σε σχέση με το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της.
Δεν είναι μια εύκολη διαδικασία αυτή, γι αυτό θα ήταν άδικο να εξαντληθούν οι εορτασμοί, είτε σε ανούσιες φιέστες είτε σε αντιπαραθέσεις του τύπου ιστορικό κουτσομπολιό. Από την άλλη μεριά, σοβαρές δράσεις, στο εξωτερικό για παράδειγμα από το Ίδρυμα Ελληνικού Πολιτισμού υπό την προηγούμενη διοίκησή του πριν εκδιωχθεί, ή έρευνες και συνέδρια από σημαντικές ερευνητικές ομάδες έχουν ξεκινήσει εδώ και καιρό, και ελπίζουμε να συνεχιστούν.
-Εκτιμάτε πως υπάρχει κίνδυνος εργαλειοποίησης της ιστορίας;
Ο κίνδυνος εργαλειοποίησης της Ιστορίας είναι πάντα προ των πυλών, ειδικά όταν ενόψει της Επετείου υπάρχει ο διάχυτα διατυπωμένος από την Κυβέρνηση στόχος για την επεξεργασία ενός νέου, καθαρού brand «Ελλάδα», το οποίο οι περιπέτειες της κοινωνίας θα πρέπει να εξυπηρετήσουν.
Αν δηλαδή οι πολύπλοκες πτυχώσεις των πολλών περιπετειών των 200 χρόνων Ιστορίας (Επανάσταση, εθνική συγκρότηση, Μεγάλη Ιδέα, Μικρασιατική Καταστροφή, Προσφυγιά, Μετανάστευση, ΕΑΜ και Εμφύλιος, αγώνες για Δημοκρατία, κοινωνικοί αγώνες, αυταρχισμοί και εθνικοφροσύνη, λαϊκά και νεολαιϊστικα κινήματα, και πολλά άλλα) δεν συνομιλήσουν με θάρρος και παρρησία μεταξύ τους, αλλά «πετσοκοπούν» και στριμωχτούν κάτω από ένα «αποκαθαρμένο» αφήγημα εξυπηρέτησης του νέου brandname, τότε το στοίχημα θα έχει χαθεί.
Αν εν ολίγοις η Επέτειος γίνει ευκαιρία για αποσιωπήσεις, στρεβλώσεις ή λειάνσεις της Ιστορίας, τότε η εργαλειοποίησή της θα είναι βέβαιη.
-Παράλληλα έχουμε και τον γιορτασμό για τα 2500 χρόνια από την Ναυμαχία της Σαλαμίνας, τη μάχη του Μαραθώνα, ενώ πλησιάζουν και τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή, που μάλλον δεν θα γίνουν εκδηλώσεις…
Για την Επέτειο των 2500 χρόνων δεν γνωρίζω ποιες ακριβώς δραστηριότητες αναπτύσσονται, ούτε το πώς αυτή έχει συνδεθεί με τα 200 χρόνια. Αποτελεί αυτοτελή Επέτειο ή με αυτό τον τρόπο η Επανάσταση του 1821 και τα 200 χρόνια ελεύθερου, πολιτικού εθνικού βίου εντάσσονται επετειακά σε ένα αδιατάρακτο, οικουμενικό συνεχές ως ένα από τα πολλά επεισόδια του; Από την άλλη μεριά, τα εκατό χρόνια από την Μικρασιατική Καταστροφή αποτελούν μια κορυφαία στιγμή στη δύσκολη πορεία των 200 χρόνων Ιστορίας.
Το 1922 συνιστά ρωγμή στο αφήγημα της Μεγάλης Ιδέας, διαφοροποιεί το γεωπολιτικό περιβάλλον της χώρας και διαμορφώνει οριστικά τα εθνικά σύνορα. Συγχρόνως αρχίζει η μεγάλη τραγωδία της προσφυγιάς και η δύσκολη διαδικασία της ενσωμάτωσης: άνθρωποι, κοινωνικές, πολιτισμικές και πολιτικές διαδικασίες διαφοροποιούνται. Το ίδιο το εθνικό αφήγημα διαφοροποιείται και ένα μεγάλο τραύμα σφραγίζει την Ιστορία. Δεν μπορεί λοιπόν αυτή η Επέτειος να «ξεχαστεί» και να μη συζητηθεί, όχι μόνο ως ένα επαναλαμβανόμενο μοιρολόι αλλά ως ένα δραματικό πέρασμα με ποικίλες διαστάσεις από τη μια εποχή στην άλλη. Ως ένα πέρασμα στο οποίο η κοινωνία σήμερα οφείλει να ξανασταθεί και να ξαναδεί την πορεία της σε σχέση και με αυτό. Δεν είναι εύκολες αυτές οι διαδικασίες αλλά είναι διαβήματα χειραφέτησης.
-Σας ανησυχεί η επιχείρηση αναθεωρητισμού της ιστορίας και στη χώρα μας; Τι στόχους έχει; Και αποτελεί μέρος μιας συνολικότερης συντηρητικής στροφής;
Ο αναθεωρητισμός της Ιστορίας είναι ένα φαινόμενο παγκοσμίων διαστάσεων. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’80, μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, επιτάθηκε η προσπάθεια διαμόρφωσης μιας άλλης Ιστορίας, απαλλαγμένης από ενοχλητικές περιόδους που θα μπορούσαν να θέσουν σε αμφισβήτηση το μεγάλο αφήγημα του νεοφιλελευθερισμού που επέλαυνε. Αυτός ο αναθεωρητισμός τα τελευταία χρόνια προσλαμβάνει τις διαστάσεις ενός νεοεθνικιστικού, αυτοκρατορικού αφηγήματος, στο πλαίσιο του οποίου νομιμοποιείται δήθεν ιστορικά η προσπάθεια εκ νέου επινόησης των συνόρων, ξανασύνδεσης του νήματος με ένα ιδεατό, μεγάλο παρελθόν που έτσι κι αλλιώς δεν υπήρξε ποτέ ως εθνικό. Στη χώρα μας, η αναθεωρητική τάση, που συνδέεται άμεσα με πολιτικές, ιδεολογικές, οικονομικές και κοινωνικές στοχεύσεις, ξεκίνησε με το ξαναγράψιμο, το σβήσιμο και τη διόρθωση κάποιων περιόδων όπως ο Εμφύλιος.
Τα τελευταία χρόνια γίνεται πιο αισθητή αυτή η τάση και τροφοδοτείται από την ανάγκη μιας νεοφιλελεύθερης, νεοσυντηρητικής Δεξιάς για την ιστορική νομιμοποίηση ενός εθνικού αφηγήματος, απαλλαγμένου από κάποια πολύ ενοχλητικά επεισόδια της Ιστορίας, κάποια επεισόδια που σπάνε το καθαρό νήμα συνέχειας που επιδιώκει να φτιάξει. Έτσι, εκτός από τον Εμφύλιο, το τελευταίο διάστημα διορθώνεται το Πολυτεχνείο, βεβαίως η Μεταπολίτευση, ακόμα και ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Όλα τα μεγάλα λαϊκά κινήματα, όλες οι μεγάλες κινητοποιήσεις για κοινωνικές και δημοκρατικές διεκδικήσεις, όλες οι μεγάλες κοινωνικές κατακτήσεις, ακόμα και η Αντίσταση κατά του Ναζισμού διορθώνονται, λειαίνονται ή εξαφανίζονται.
Με άλλα λόγια, η δημοκρατία ως μια ανοικτή, διαρκής διεκδίκηση του «πεζοδρομίου» απέναντι στην εξουσία, τείνει να εμφανιστεί ως μια άπαξ δια παντός κατάκτηση, στην οποία δεν επανερχόμαστε, σβήνοντας γι αυτό το λόγο ως λαϊκιστικό ό,τι ιστορικοποιεί σε κάθε περίοδο των κοινωνιών τον αγώνα τους για δημοκρατία. Δεν είναι τυχαία και καθόλου ασύνδετη με τα παραπάνω η προσπάθεια αφαίρεσης από τα σχολεία μαθημάτων όπως η Κοινωνιολογία ή τα καλλιτεχνικά μαθήματα, τα οποία εισάγουν τους νέους ανθρώπους στον «κόσμο των μεγάλων» με εργαλεία χειραφέτησης και αμφισβήτησης, με εργαλεία ανακάλυψης ότι η δημοκρατία έχει υλικότητα, και γι αυτό είναι πάντα ανοικτό διάβημα προς διεκδίκηση. Η επικέντρωση στα θρησκευτικά από την άλλη, η αυστηρότητα με διαγωγές κλπ., η επιμονή στις δεξιότητες, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την είσοδο των νέων στον κόσμο των μεγάλων αλλά και τον μεγάλο κόσμο με προϋποθέσεις αποκάλυψης: η δημοκρατία ως εξ ύψους αποκαλυπτική αλήθεια, κι αυτή η αλήθεια είναι στα χέρια αυτών που ελέγχουν το αφήγημα, το νέο brand.
-Το 1821 πώς επιχειρείται να αξιοποιηθεί με τους γιορτασμούς;
Ας ελπίσουμε μόνο ότι το 1821, αυτή η μεγάλη, επώδυνη, επαναστατική στιγμή της πολιτικής συγκρότησης των Ελλήνων, με την οποία οι Έλληνες αποφάσισαν όχι μόνο να στραφούν κατά της οθωμανικής τυραννίας αλλά και με ποιον έξω κόσμο και βάσει ποιων αξιών συνομιλούν, δεν θα συρρικνωθεί σε μια φιέστα αρμάτων.
-Είναι υπαρκτός ο κίνδυνος οι εκδηλώσεις να οδηγήσουν στην καλλιέργεια ενός στείρου αντιτουρκισμού;
Η ίδια η Επανάσταση του 1821 κατά της τυραννίας έχει ορίσει τον αντίπαλό της: Οθωμανοί. Αυτό αποτελεί ιστορική, αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα. Το θέμα ωστόσο είναι το πώς οι εκδηλώσεις για το 1821 θα ιστορικοποιήσουν την τυραννία, το πέρασμα από τις Αυτοκρατορίες στα έθνη-κράτη, την ευρωπαϊκή και παγκόσμια διάσταση της ελληνικής Επανάστασης, τη συνομιλία της με τις άλλες συγκαιριανές της Επαναστάσεις, όλες αυτές που έριξαν τις Αυτοκρατορίες στο όνομα της Ελευθερίας και της Ισότητας, στο όνομα της ελεύθερης πολιτικής, εθνικής συγκρότησης. Οι εκδηλώσεις λοιπόν πρέπει να δείξουν τη συμμετοχή των Ελλήνων με την Επανάσταση του 1821 στο γκρέμισμα του παλιού, τυραννικού κόσμου σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Τη διαδικασία πολιτικής-εθνικής συνειδητοποίησης μέσα από μια επαναστατική διαδικασία. Σε αυτό το πλαίσιο, εκδηλώσεις που θα έχουν ως στόχο την ευρωπαϊκοποίηση και παγκοσμιοποίηση της Επανάστασης, ή, διαφορετικά, την εθνικοποίηση στα ελληνικά συμφραζόμενα του ευρωπαϊκού και παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος εκείνης της εποχής εναντίον της τυραννίας. Θα έχουν ως στόχο επίσης την ανάδειξη της δύσκολης πορείας προς την εθνική, πολιτική συγκρότηση, πορεία που θα σπάσει πολλά αληθοφανή μυθεύματα
-Η αριστερά, κατά τη γνώμη σας, τι έχει να αντιτάξει για το 1821;Το ζήτημα δεν είναι να φτιάξουμε για το 1821 ένα εθνικό αφήγημα της Αριστεράς απέναντι σε αυτό της Δεξιάς. Το ζήτημα για την Αριστερά είναι, πρώτον, να διεκδικήσει, να γίνει η ίδια φορέας ώστε η πλούσια έρευνα πολλών επιστημονικών πεδίων (Ιστορίας, Κοινωνιολογίας, Πολιτικών Επιστημών, κλπ) που έχει γίνει τις πολλές τελευταίες δεκαετίες να διαχυθεί παντού στην κοινωνία: στους δήμους, στα σχολεία, στις γειτονιές. Δεύτερον, υπό το φως αυτών των επιστημονικών ερευνών, αλλά κυρίως υπό το φως των ίδιων των επί 200 χρόνια αγώνων ανθρώπων, συλλογικοτήτων, πολιτικών κομμάτων, κινημάτων, των αγώνων της ίδιας της Αριστεράς, να τολμήσει να συζητήσει με την κοινωνία το αδρανές υλικό της Ιστορίας, αυτό το αδρανές υλικό που σέρνεται από τη μια περίοδο στην άλλη και δημιουργεί κόμπους, αυτούς που στοιχειώνουν τις κοινωνίες, αυτούς που επιτρέπουν την αναπαραγωγή συντηρητικών δυνάμεων αδράνειας. Να τολμήσει δηλαδή να αναδείξει όλη την προσπάθεια που επί 200 χρόνια έχει γίνει για να αμφισβητηθούν κάποιοι παραμορφωτικοί καθρέφτες που η κυριαρχία του ενός, ηγεμονικού αφηγήματος επιβάλλει πάντα στην κοινωνία. Να τολμήσει εντέλει να εμπνεύσει την κοινωνία, να της δώσει τα όπλα για να αντιμετωπίσει και τις αποσιωπήσεις και τις στρεβλώσεις των ίδιων των περιπετειών της. Η Αριστερά οφείλει στο όνομα των 200 χρόνων να ξαναμιλήσει με τόλμη γι αυτή την πλούσια αλλά πολύπλοκη ελληνική νεωτερικότητα ώστε να εντοπίσει τα ταμπού των αληθοφανών μυθευμάτων.
#επικοινωνούμε_ελεύθερα
#paramenoume_speedy