Ο μεγάλος Γάλλος κοινωνιολόγος, ανθρωπολόγος και φιλόσοφος Pierre Bourdieu, είχε κάνει λόγο στο βιβλίο του «η αίσθηση της πρακτικής» για τις λεγόμενες προδιαθέσεις που σύμφωνα με την θεωρία του, είναι αυτές που καθορίζουν την συμπεριφορά μας στα διάφορα πεδία που κινούμαστε. Προδιαθέσεις είναι τα σχήματα αντίληψης, δράσης και σκέψης  τα οποία είναι βαθιά ριζωμένα μέσα μας. Είναι η αίσθηση που έχουμε για το μέτρο των δυνατοτήτων των πράξεων μας, μία ημισυνείδητη προδιάθεση, η οποία δεν είναι ένας συνειδητός τρόπος σκέψης, αλλά μια αίσθηση για τα πράγματα. Με πιο απλά λόγια, μπορεί να στοχαζόμαστε νέες ιδέες και να σκεφτόμαστε πως κάποιες συμπεριφορές θα ήταν καλύτερες από κάποιες άλλες, αλλά όλα αυτά περνούν από το φίλτρο των προδιαθέσεων μας, όλων των βαθιά ριζωμένων ιδεών μας. Του «κοινωνικού εαυτού» μας.

Έτσι λοιπόν, είναι δύσκολο για έναν λαό να βγει έξω από τον εαυτό του, ακόμη και αν κάτι τέτοιο θα σήμαινε κοινωνική πρόοδο, συνοχή και ευημερία. Σύμφωνα με την θεωρία του Bourdieu, η μόνη περίπτωση για να ξεφύγει κάποιος από αυτές τις προδιαθέσεις θα ήταν να επέλθει μια κρίση. Μία κρίση που να είναι τόσο ισχυρή ώστε να μπορεί να ταράξει το είναι μας, τις συνήθειες μας και να μας κάνει να αναστοχαστούμε τα αποτελέσματα που επέφεραν οι επιλογές μας καθώς ερχόμαστε αντιμέτωποι με ευθύνες και απαγορεύσεις. Στις περιόδους κρίσης οι κανόνες αλλάζουν. Και εμείς πρέπει να προσαρμοστούμε.

Την προηγούμενη δεκαετία ζήσαμε μια ισχυρή οικονομική κρίση. Το ΑΕΠ έπεσε κατά 25% (μέτρηση 2014) ενώ η ανεργία ανέβηκε κατά 25% (μέτρηση 2013). Οι μισθοί πετσοκοφτήκαν, τα εργασιακά δικαιώματα καταπατήθηκαν, η λατρεία για το δημόσιο, οι επενδύσεις, οι επιχορηγήσεις άρχισαν να μοιάζουν δεδομένα μιας άλλης εποχής. Επιπλέον, οι κυρίαρχες αντιλήψεις στην πολιτική σφαίρα άρχισαν να αλλάζουν, ενώ τα κόμματα άρχισαν να μετασχηματίζονται. Η πόλωση ήταν έντονη καθώς, το δίπολο ΝΔ – ΠΑΣΟΚ έδωσε την θέση του σε αυτό του ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ, Μνημόνιο – Αντιμνημόνιο  (με αποκορύφωμα το πρόσφατο ΣΥΡΙΖΑ – αντιΣΥΡΙΖΑ), ενώ για πρώτη φορά στα ελληνικά δεδομένα το φασιστικό κόμμα της Χρυσής Αυγής κατόρθωσε να μπει στη Βουλή. Ζήσαμε με μισθούς πείνας ενώ η ανεργία είχε εκτοξευθεί στα ύψη. Αγανακτισμένοι πολίτες έβγαιναν στους δρόμους και διαμαρτύρονταν για την ζωή τους που άλλαζε δραματικά, ενώ το brain drain ήταν σημαντικό κομμάτι της ελληνικής πραγματικότητας. 

Και κάπου εδώ ο αναστοχασμός ήρθε.  Οι εκλογές του 2012 ήταν η πρώτη ένδειξη της απαξίωσης των θεσμών, του συστήματος και κατ’ επέκταση του δικομματισμού. Η κρίση έφερε την αλλαγή στην προδιάθεση. Και κατ’ επέκταση στην ψήφο. Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ ήταν κάτι πολύ μακριά από τα ελληνικά δεδομένα, καθώς για χρόνια δεν μπορούσε να ξεπεράσει το φράγμα του 3%. Ένα κόμμα αριστερό, απορροφώντας τον ευρύτερο προοδευτικό κόσμο, βρέθηκε να γίνεται κόμμα εξουσίας. Ήταν το κόμμα που θα έφερνε την ελπίδα, σ’ έναν λαό που έδειχνε να αντιλαμβάνεται και την δική του ευθύνη για την κατάληξη της χώρας, ζητώντας μετά από χρόνια ξανά την αλλαγή. Έναν λαό που πραγματικά δεν είχε καμία άλλη επιλογή. Γιατί είναι σκληρό το δίχως άλλο όταν έχεις συνηθίσει να στηρίζεσαι σε πελατειακές σχέσεις, ρουσφέτια, μίζες και διορισμούς ημέτερων να αποδεχθείς  ότι πλέον αυτοί που στα μοίραζαν απλόχερα δεν μπορούν να το κάνουν πλέον, καθώς υπήρχε κάποιος που τους τραβάει το αυτί. Αυτή ήταν η Ευρώπη και οι τράπεζες. 

Τα επόμενα χρόνια ήταν πολύ δύσκολα καθώς η κυβερνητική αστάθεια μας ταλαιπώρησε μέχρι το 2015, όπου στην τελευταία εκλογική διαδικασία ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε να σχηματίσει κυβέρνηση και να μπορέσει να ξεκινήσει να υλοποιεί το αριστερό του πρόγραμμα, το πρόγραμμα της «Ελπίδας». Σίγουρα δεν έγιναν τα αναμενόμενα θαύματα, καθώς η κατάσταση που βρισκόταν η χώρα, δεν επέτρεπε ηρωισμούς. Άλλωστε οι προσδοκίες εξαρχής ήταν ιδιαίτερα αυξημένες. Παρ’ όλα αυτά μέσα σε αυτήν την τετραετία άλλαξαν πολλά από όσα ίσχυαν τα προηγούμενα χρόνια. Ενισχυμένη κοινωνική πολιτική, επιδόματα αλληλεγγύης, κατοχύρωση δικαιωμάτων των ευπαθών ομάδων, νέες θέσεις εργασίας και ενίσχυση του δημόσιου τομέα μέσω προσλήψεων, ήταν μερικά από τα επιτεύγματα της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ με αποκορύφωμα την έξοδο από τα μνημόνια το 2019. Σταδιακά η οικονομία και μια σχετική ισορροπία άρχισαν να επανέρχονται. Και τότε ήρθαν οι εκλογές του Ιουλίου του 2019, όπου η επιστροφή στην κανονικότητα νίκησε. Κατ’ επέκταση και οι βαθειά ριζωμένες προδιαθέσεις των Ελλήνων.

Σίγουρα αυτή η κανονικότητα συμβολίζει επικοινωνιακά πάρα πολλά πράγματα. Πάντως ανάμεσα σε άλλα, συμβολίζει όλες αυτές τις συνήθειες, τις προδιαθέσεις, τις οποίες μάλλον τελικά δεν κατορθώσαμε να πετάξουμε από πάνω μας. Αποζητήσαμε το γνώριμο, συντηρητικό νεοφιλελεύθερο πακέτο που θα μας έκανε πλουσιότερους και στην παρούσα συγκυρία που κάπως αναπνεύσαμε, θα μας ξαναέφερνε όλα εκείνα τα «προνόμια» που μας είχε «στερήσει» η αριστερά σε κάθε επίπεδο. Ο κόσμος αφού ξεπέρασε την κρίση, διάλεξε μια κυβέρνηση που ταίριαζε με τον παλιό «εαυτό» του, γνωρίζοντας το και ξεχνώντας το παρελθόν. Με διορισμούς ημέτερων, γραβάτες, επενδύσεις και ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα αλλά και ακραίων θέσεων στα εθνικά ζητήματα. Τουλάχιστον μέχρι και τις εκλογές του 2019…

Αλλά ο Αϊνστάιν είχε πει πως «όποιος παριστάνει τον κριτή της αλήθειας και της γνώσης, θα ναυαγήσει από το γέλιο των θεών». Και πράγματι, ναυαγήσαμε. Πριν καλά-καλά επανέλθουμε και συνηθίσουμε αυτήν την «επιστροφή στην κανονικότητα», έρχεται μια πανδημία να μας μιλήσει για ατομική ευθύνη και να αναδείξει τις τρύπες του δημόσιου συστήματος Υγείας αλλά και την προβληματική κατάσταση με την αγορά, που τελικά μάλλον σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, δεν γίνεται να αυτορυθμίζεται. Και φυσικά την δύναμη της εκκλησίας, η οποία εξακολουθεί να παίζει καίριο ρόλο στο πολιτικό παιχνίδι.

 Ο κορωνοϊός  πριν ένα περίπου μήνα ήρθε στην χώρα μας χωρίς να ρωτήσει κανέναν. Ταξίδεψε με αεροπλάνο και βάλθηκε να αλλάξει τα μέχρι τώρα δεδομένα μας. Νέες απαγορεύσεις, νέα δεδομένα. Νέα ισχυρή κρίση. Τα δημόσια νοσοκομεία και οι γιατροί πλέον αποθεώνονται, από όλους και –παραδόξως- από την νεοφιλεύθερη κυβέρνηση. Ο διπλανός μας γίνεται πιθανός φορέας, ενώ την ευθύνη την μοιραζόμαστε ατομικά όλοι μαζί. Οι επιχειρήσεις έκλεισαν, οι δρόμοι έμειναν άδειοι. Κρίση εμπιστοσύνης προς τα Media, αποθέωση επιστημόνων. Όλοι μοιάζουν να ζουν με τον φόβο της επόμενης μέρας. Της ημέρας που όλο αυτό θα τελειώσει και οι επιπτώσεις στην κοινωνική σφαίρα θα κάνουν αισθητή την παρουσία τους. 

Η κρίση των προδιαθέσεων μας χτυπάει και πάλι την πόρτα. Μας χτυπάει την πόρτα για να θυμηθούμε όσα ξεχάσαμε, να θυμηθούμε πως οι ουσιαστικές αλλαγές θέλουν χρόνο και προσπάθεια. Να θυμηθούμε πως κρατούμε στα χέρια μας αυτό που καθορίζει το μέλλον μας: την ψήφο.  Οι οικονομολόγοι μιλούν για καταστροφικά σενάρια καθώς η οικονομία μας δεν είναι σε θέση να σηκώσει τις επιπτώσεις της πανδημίας. Τα νοσοκομεία μας δεν είναι σε θέση να περιθάλψουν τους ασθενείς. Κι η κυβέρνηση επενδύει χρήματα στην επικοινωνία. Η πραγματικότητα της επόμενης ημέρας θα είναι ένα crash test για όλους μας. 

Πόσο τελικά μπορούμε να αλλάξουμε τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα, τις σχέσεις μας με το διπλανό και την σημασία της ψήφου μας; Τι άλλο χρειαζόμαστε για να καταλάβουμε πως κάποια στιγμή πρέπει τα παθήματα να γίνονται μαθήματα; Πολλά τα ερωτήματα, πολλές οι σκέψεις.  Θα μείνουμε στην θεοποίηση της ατομικής ευθύνης; Θα κατανοήσουμε πως μπορεί να βρεθούμε ανά πάσα στιγμή στην ευάλωτη θέση που χρειαζόμαστε ένα ισχυρό κράτος πρόνοιας να μας προστατέψει; Θα σταματήσουμε να ψηφίζουμε ξεχνώντας, αλλά κρίνοντας; Μήπως τελικά ήρθε η ώρα τελικά εμπειρίες των κρίσεων να γίνουν κεκτημένο μας και να συγκροτήσουν την νέα κοινωνική μας ταυτότητα; 

Το στοίχημα αυτή τη φορά είναι η επόμενη ημέρα να μας βρει αλλαγμένους και απαγκιστρωμένους από ένα παρελθόν που αποδείχτηκε ότι δεν μας ταιριάζει πλέον. Να επαναπαυθούμε σε ότι μας ήρθε εύκολα ή να προχωρήσουμε για αυτό που φαντάζει δύσκολο, αλλά σε βάθος χρόνου ίσως να αποδεικνύεται αποτελεσματικότερο; Εδώ έρχεται η δική μας ώρα. Κι άλλωστε η ιστορία αποδεικνύει πως πάντοτε τα μεγαλύτερα επιτεύγματα ήρθαν μετά από κρίσεις. Στο χέρι μας είναι να αποφύγουμε τον παλιό «κακό» εαυτό μας.

Άννα Σαϊνίδου
Πολιτική Επιστήμονας
Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια στην Επικοινωνία

Μένουμε Speedy
#menoumespeedy