Η πρόεδρος της ειδικής μόνιμης επιτροπής περιφερειών και βουλευτής Μαγνησίας κ. Ζέττα Μ. Μακρή, προωθεί, διά της κοινοβουλευτικής οδού, με  ερώτησή της, που κατέθεσε, σήμερα, Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2020, προς τον αρμόδιο Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Κ. Χατζηδάκη, τα αγωνιώδη ερωτήματα και τους προβληματισμούς μίας εξαιρετικά μεγάλης μερίδας ιδιοκτητών αγροτεμαχίων, τα οποία έχουν χαρακτηρισθεί ως Δασωθέντες – Δασωμένοι αγροί (τεχνική ορολογία Α.Δ.). 

Η κ. Μακρή, στην αναλυτική και εμπεριστατωμένη ερώτησή της, αναφέρει ότι μείζονα προβλήματα έχουν ανακύψει από την εφαρμογή των δασικών χαρτών, κυρίως, ως προς τις περιπτώσεις των Α.Δ., εξαιτίας των βεβιασμένων κινήσεων της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ να ολοκληρώσει και να προβεί στην ανάρτηση των χαρτών, χωρίς σοβαρή προετοιμασία και επιμέλεια.  Συγκεκριμένα, η βάση του προβλήματος διευθέτησης του ιδιοκτησιακού καθεστώτος αυτών των αγροτεμαχίων έγκειται στο γεγονός ότι οι πρόσφατες αεροφωτογραφίες της περιόδου 2007-2009 απεικονίζουν τις ως άνω εκτάσεις ως δασικές, σε αντίθεση με τις  αεροφωτογραφίες του 1945, που τις απεικονίζουν ως καλλιεργητικές, με αποτέλεσμα, αυτές να διεκδικούνται, πλέον και αρμοδίως, από τις κατά τόπους δασικές αρχές. Προκειμένου να αποσαφηνισθεί το καθεστώς ιδιοκτησίας,  οι αρχές απαιτούν από τους ιδιοκτήτες – καλλιεργητές την προσκόμιση τίτλων ιδιοκτησίας προ του έτους 1946. Η ανεύρεση αυτών είναι εξαιρετικά δύσκολη, αφού σε πολλές των περιπτώσεων δεν υφίστανται, καν, δεδομένου ότι μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας από την Οθωμανική αυτοκρατορία, το 1881, οι εκτάσεις αυτές καλλιεργούνταν και κληρονομούνταν, προφορικώς, από γενιά σε γενιά.

Επίσης, ένα άλλο παράδοξο της όλης διαδικασίας είναι ότι οι αρμόδιες δασικές υπηρεσίες δηλώνουν και, συνεπώς, διεκδικούν τις εκτάσεις αυτές, ως ιδιοκτησία του Ελληνικού Δημοσίου, βάσει του από 17-11-1836 δημοσιευμένου Βασιλικού  Διατάγματος περί ιδιωτικών δασών, το οποίο και είναι προγενέστερο της απελευθέρωσης της Θεσσαλίας και, κατ’ επέκταση, της Μαγνησίας, από την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1881. Συνεπώς, η επίκληση και η εφαρμογή του εν λόγω διατάγματος από τις Διευθύνσεις Δασών δημιουργεί σοβαρά νομικά προβλήματα και είναι εξαιρετικά πιθανή η προσφυγή χιλιάδων ιδιοκτητών στην Δικαιοσύνη,  κατά του Ελληνικού Δημοσίου.

Η κ. Μακρή, αντιλαμβανόμενη την σοβαρότητα του ζητήματος για μεγάλο αριθμό ιδιοκτητών αγροτεμαχίων Δ.Α., η πλειονότητα των οποίων βρίσκονται στην περιοχή του Πηλίου, επεσήμανε, χαρακτηριστικά, πως τόσο η στήριξη του πρωτογενούς τομέα και των αγροτών όσο και η προστασία της ιδιωτικής περιουσίας αποτελούν θεμελιώδεις κυβερνητικές επιδιώξεις και δήλωσε, βεβαία, πως η ηγεσία του Υπουργείου θα ενσκήψει, με ιδιαίτερη ευαισθησία και προσοχή, στην αντιμετώπιση και διευθέτηση του προβλήματος, όπως, εξάλλου, έπραξε, κατά το προηγούμενο διάστημα, με την θέσπιση νέων αποτελεσματικών νομοθετικών ρυθμίσεων για την προστασία τόσο της ιδιωτικής όσο και της δημόσιας δασικής γης.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ερώτησης:

 

Αθήνα,  15/12/2020

ΕΡΩΤΗΣΗ

ΠΡΟΣ:  Υπουργό Ενέργειας και Περιβάλλοντος κ. Κ. Χατζηδάκη

ΘΕΜΑ: Ρυθμίσεις για τους Δασωθέντες-Δασωμένους Αγρούς (τεχνική ορολογία Α.Δ.)

Αξιότιμε κ. Υπουργέ,

Η βεβιασμένη κίνηση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ να ολοκληρώσει και να προβεί στην ανάρτηση δασικών χαρτών, χωρίς σοβαρή προετοιμασία και επιμέλεια, έχει δημιουργήσει μείζονα προβλήματα στην εφαρμογή των χαρτών, κυρίως, ως προς τις περιπτώσεις των  μεγάλων αγροτεμαχίων, τα οποία έχουν χαρακτηρισθεί ως Δασωθέντες – Δασωμένοι αγροί. Συγκεκριμένα, τα ως άνω αγροτεμάχια, ενώ  απεικονίζονταν, στις  αεροφωτογραφίες του 1945, ως καλλιέργειες και όχι ως δασικές εκτάσεις,  στις πρόσφατες αεροφωτογραφίες της χρονικής περιόδου 2007-2009 παρουσιάζονται ως δασικές εκτάσεις,  με αποτέλεσμα, σήμερα, να διεκδικούνται, αρμοδίως, από τις κατά τόπους δασικές αρχές και, συνεπώς, το ελληνικό Δημόσιο να στρέφεται εναντίον των καλλιεργητών τους.

Ειδικότερα, για τις εκτάσεις αυτές και προκειμένου να αποσαφηνισθεί το καθεστώς ιδιοκτησίας, οι αρχές απαιτούν από τους καλλιεργητές την προσκόμιση τίτλων ιδιοκτησίας προ του έτους 1946. Όμως, οι τίτλοι ιδιοκτησίας, όχι μόνο είναι εξαιρετικά δύσκολο να ανευρεθούν από χιλιάδες καλλιεργητές και, ιδίως, από εκείνους της περιοχής του Πηλίου, αλλά και σε πολλές περιπτώσεις δεν υφίσταται, καν, η ύπαρξή τους αφού, μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας από την Οθωμανική αυτοκρατορία, το 1881, οι εκτάσεις αυτές καλλιεργούνταν και κληρονομούνταν, προφορικώς, από γενιά σε γενιά, και, επιπρόσθετα, η γερμανική κατοχή συνέτεινε στην συνέχιση αυτής της νοοτροπίας.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι, για τον νομό Μαγνησίας, οι συγκεκριμένες εκτάσεις (αγρός ή άλλης μορφής γη με βάση την Α/Φ του 1945, Δάσος με βάση τις Α/Φ του χρονικού πλαισίου 2007-2009) δηλώνονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες –  οι οποίες, είναι, νομικά, υποχρεωμένες να το πράξουν –  ως ιδιοκτησία του Ελληνικού Δημοσίου βάσει του από  17-11-1836 δημοσιευμένου Βασιλικού  Διατάγματος περί ιδιωτικών δασών. Σημειώνεται ότι, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η Θεσσαλία απελευθερώθηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1881 και συνεπώς, το  παραπάνω Βασιλικό Διάταγμα, το οποίο  χρησιμοποιείται ως τίτλος κτήσης του Ελληνικού Δημοσίου, δεν έχει, απολύτως, καμία  νομική ισχύ για την Μαγνησία.

Ωστόσο, το βασικό πρόβλημα, που παρατηρείται, είναι πως εξαιτίας της νομοθετικής αβλεψίας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ,  δίνεται η αίσθηση στους καλλιεργητές ότι, καταχρηστικά, το κράτος προσπαθεί να ιδιοποιηθεί την περιουσία τους, το οποίο είναι απολύτως ανακριβές και άκρως επικίνδυνο για την αξιοπιστία του κράτους απέναντι στον πολίτη. Εξάλλου, εφόσον κατά την διάρκεια της λήψης των αεροφωτογραφιών , το 1945, οι εκτάσεις αυτές δεν διακρίνονταν ως δασικές, δεν είναι νομικά ορθό και δίκαιο αυτές να συμπεριληφθούν στην ίδια κατηγορία και να έχουν την ίδια νομική αντιμετώπιση από το κράτος, με εκείνες τις εκτάσεις, που, εξαρχής, εμφανίζονταν ως δασικές με τον τεχνικό χαρακτηρισμό  Δ.Δ.( Δασική έκταση σύμφωνα με τις αεροφωτογραφίες του 1945 και Δασική έκταση με βάση τις αεροφωτογραφίες του χρονικού πλαισίου 2007-2009).

Μετά την πρώτη ανάρτηση του κτηματολογικού χάρτη σε περιοχές του Ανατολικού Πηλίου, πολλοί ιδιοκτήτες βρέθηκαν αντιμέτωποι με τέτοιου είδους διεκδικήσεις και, μάλιστα, χωρίς καν να έχουν εξεταστεί οι αντιρρήσεις τους από τις αρμόδιες επιτροπές της τοπικής διεύθυνσης δασών. Επιπρόσθετα, είναι αναγκαίο να υπογραμμισθεί, πως, αρκετοί, πολίτες, προσέφυγαν ενώπιον των ανώτατων  δικαστηρίων της χώρας, με αποτέλεσμα την έκδοση της υπ. αριθμ. 27/2019 απόφασης του Αρείου Πάγου, που αφορούσε περιοχές της Αν. Αττικής, σύμφωνα με την οποία συνάγεται πως ο δασικός χαρακτήρας μίας έκτασης πρέπει να αποδειχθεί κατά τον χρόνο ισχύος του προαναφερόμενου Βασιλικού Διατάγματος για να ισχύσει το τεκμήριο κυριότητας του Δημοσίου. Οι αεροφωτογραφίες από το 1945 και μετέπειτα, που απεικονίζουν μία ευρύτερη έκταση ως δασική, ανάγονται σε μεταγενέστερο χρόνο του Β.Δ. και δεν αποδεικνύουν τον δασικό της χαρακτήρα. Τέλος, το γεγονός ότι στην απεικόνιση του προσωρινού κτηματικού πίνακα και του προσωρινού κτηματολογικού πίνακα μίας περιοχής, στην οποία βρίσκονται και οι αμφισβητούμενες εκτάσεις, δεν γίνεται ουδεμία αναφορά σε αυτές όπως και στην μορφολογία του εδάφους τους, δεν επιβεβαιώνει ούτε τον δασικό χαρακτήρα αλλά ούτε και το εμπράγματο δικαίωμα του Ελληνικού Δημοσίου σ’ αυτές.

ΕΠΕΙΔΗ, τυχόν, άλλες παρόμοιες προσφυγές των καλλιεργητών μπορεί να οδηγήσουν σε ανάλογες αποφάσεις, που θα καθυστερήσουν ή, ακόμη χειρότερα, θα ματαιώσουν το πολύ χρήσιμο εγχείρημα της κατάρτισης των δασικών χαρτών της χώρας.

ΕΠΕΙΔΗ δημιουργείται σοβαρό πρόβλημα στις συμβολαιογραφικές μεταβιβάσεις των ακινήτων αυτών, είτε μέσω πώλησης, είτε μέσω δωρεάς, είτε μέσω κληρονομίας και χιλιάδες εκτάσεις έχουν χάσει το μεγαλύτερο μέρος της πραγματικής εμπορικής τους αξίας

ΕΠΕΙΔΗ, η κυβέρνηση της ΝΔ έχει θέσει ως μία από τις πρώτες προτεραιότητες την στήριξη του πρωτογενούς τομέα και, δεδομένου ότι στην Μαγνησία υπάρχει έντονο πρόβλημα, καθώς υπάρχουν περιοχές, κατ’ εξοχήν, αγροτικές και, εν προκειμένω, μεγάλες ιδιωτικές αγροτικές εκτάσεις αμφισβητούνται, δημιουργώντας μία δικαιολογημένη αγωνία στις τοπικές αγροτικές κοινότητες.

ΕΠΕΙΣΗ οι προαναφερόμενοι αγροί, οι οποίοι, στην πορεία, δασώθηκαν (Α.Δ.) δεν αποτελούν κατά κανόνα δασικές αλλά αγροτικές εκτάσεις, που στην πλειονότητά τους έχουν ιδιοκτήτες καλλιεργητές – αγρότες, οι οποίοι επιδοτούνται για αυτές από ευρωπαϊκά κονδύλια και τυχόν απώλεια τους θα προκαλέσει τεράστιες οικονομικές απώλειες στις τοπικές αγροτικές κοινότητες του Πηλίου.

ΕΠΕΙΔΗ  η συγκεκριμένη κατηγορία εκτάσεων δεν εμπίπτει στις κατηγορίες Δ.Δ. ή και Δ.Α ώστε να έχει εν μέρει εφαρμογή το Β. Δ. 17/1836.

ΕΠΕΙΔΗ η επίκληση και η εφαρμογή του εν λόγω διατάγματος από τις Διευθύνσεις Δασών δημιουργεί σοβαρά νομικά προβλήματα και είναι εξαιρετικά πιθανή η προσφυγή χιλιάδων ιδιοκτητών στην Δικαιοσύνη κατά του Ελληνικού Δημοσίου.

ΕΡΩΤΑΤΑΙ ο κ. ΥΠΟΥΡΓΟΣ:

  1. Σε ποιες ενέργειες προτίθεται να προβεί ώστε να λυθεί το παρόν σοβαρό πρόβλημα για τους δασωθέντες αγρούς, που εμφανίζονται στους δασικούς χάρτες με την τεχνική ορολογία Α.Δ. ;
  2. Υπάρχει η πιθανότητα μη συμπερίληψης των εκτάσεων αυτών ως δάσος στους τελικούς δασικούς πίνακες, όπως ισχύει για τις εκτάσεις που εμφανίζονται με την τεχνική ορολογία Α.Α.;
  3. Είναι δυνατόν οι εκτάσεις αυτές να εξαιρούνται από την υπαγωγή τους, ως δασικές, στους οριστικούς δασικούς χάρτες και να δίδεται το δικαίωμα καλλιέργειας στους ιδιοκτήτες τους εφόσον βρίσκονται στην κυριότητα και νομή τους για μεγαλύτερο διάστημα των 30 ετών, βάσει συγκεκριμένων αποδεικτικών εγγράφων (νόμιμα μεταγεγραμμένες συμβολαιογραφικές πράξεις, ασφαλιστήρια συμβόλαια ΕΛΓΑ, δηλώσεις ΟΣΔΕ, αποδεικτικά κρατικών ή και ευρωπαϊκών επιδοτήσεων, Ε9);