Είναι γεγονός πως συχνά, τα πρόσωπα που λειτουργούν ως “καθρέφτες” των πολιτικών κομμάτων, δηλαδή αυτοί που κρατούν τα σκήπτρα της ηγεσίας, εξασφαλίζουν μεγαλύτερα ποσοστά από τα κόμματά τους. Αυτό συμβαίνει επειδή ο κόσμος συνηθίζει να ταυτίζει μια συγκεκριμένη πολιτική με ένα πρόσωπο το οποίο προβάλλεται, παρά με το κόμμα, το οποίο αποτελεί κάτι πιο “αόριστο”. Ωστόσο, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, η περίπτωση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. είναι πολύ διαφορετική. Και αυτό αξίζει να το εξετάσουμε.

Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα της ΚΑΠΑresearch, η οποία εκπονήθηκε κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας του κορωνοϊού, ο Αλέξης Τσίπρας βρέθηκε 11 μονάδες μπροστά από το κόμμα του στις προτιμήσεις του κοινού. (34% συγκέντρωσε ο Αλέξης Τσίπρας και 23% ο ΣΥΡΙΖΑ στην πρόθεση ψήφου). Το συγκεκριμένο γεγονός μπορεί να ερμηνευτεί ποικιλοτρόπως καθώς αφορά μια ιδιαίτερα “παγωμένη” περίοδο για τον πρόεδρο της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και το κόμμα του, αφού το επίκεντρο των συζητήσεων είχε μετατοπιστεί στην αντιμετώπιση της πανδημίας και των επιπτώσεων της στην Δημόσια Υγεία. Παρόλα αυτά, δεν μπορούμε να μην εντοπίσουμε συγκεκριμένους παράγοντες που αποδεικνύουν πως από την αρχή που ανέλαβε την προεδρία του κόμματος, μέχρι και σήμερα, ο Αλέξης Τσίπρας έρχεται μπροστά από το κόμμα του.

Η άνοδος

Ήδη από το 2007 και την έντονη προβολή του από τα ΜΜΕ, στα 32 του χρόνια, ο Αλέξης Τσίπρας είχε αρχίσει να ξεχωρίζει από τον ευρύτερο πολιτικό του χώρο, καθώς το πάθος της νεότητας του και ο πολιτικός του λόγος, τον έκαναν ιδιαίτερα δημοφιλή στο κοινό . Έτσι, στις Στις 10 Φεβρουαρίου του 2008, το 5ο συνέδριο του τότε Συνασπισμού, εξέλεξε πρόεδρο τον Αλ. Τσίπρα με 840 ψήφους (70,4%) έναντι 342 του Φώτη Κουβέλη (28,7%). Σε ηλικία 33 ετών, ο Τσίπρας έγινε ο νεότερος αρχηγός πολιτικού κόμματος στην ιστορία της Ελλάδας. Για πολλούς αναλυτές η ξαφνική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ το 2012, δεν οφείλεται μόνο στην ιδιαίτερη συγκυρία που έζησε η χώρα μας εξαιτίας των Μνημονίων. Το νεανικό και υγιές πολιτικό προφίλ του Τσίπρα, διαφορετικό από αυτό των αντιπάλων του, ήταν κι ένας από τους βασικούς λόγους που ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε να συσπειρώσει τους απογοητευμένους ψηφοφόρους του κεντροαριστερού χώρου αλλά και τους ανθρώπους που είχαν χάσει πολλά εξαιτίας της κρίσης.

Το εγχείρημα της διεύρυνσης και της Προοδευτικής Συμμαχίας

Ας μην κρυβόμαστε. Ο προοδευτικός και δημοκρατικός κόσμος της Ελλάδας ανέκαθεν είχε την τάση να συσπειρώνεται γύρω από έναν ηγέτη για τον οποίο νιώθει ότι μπορεί να του παρέχει μια ασφάλεια, ότι μπορεί να τον εκφράσει. Το εγχείρημα λοιπόν της διεύρυνσης αλλά και η πρόσφατη αλλαγή του ονόματος του κόμματος σε ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, αποτελούν μία επιλογή του ίδιου του Τσίπρα, η οποία δείχνει μία διαφορετική πολιτική κατεύθυνση “ανοίγματος” προς την κοινωνία, ερχόμενη να σπάσει τα στεγανά των παραδοσιακών κομμάτων της αριστεράς, τα οποία ως επί το πλείστον λειτουργούσαν με μία λογική εσωστρέφειας και ιεραρχίας. Και αυτή του η επιλογή, δημιουργεί μία ταύτιση του εκλογικού σώματος με το ίδιο το πολιτικό υποκείμενο που είναι ο Αλέξης Τσίπρας, καθώς είναι αυτός που σε κάθε μεγάλη επιλογή που ζητά συνεργασία και τόλμη, βγαίνει μπροστά, αφήνοντας πίσω παθογένειες της ιστορίας του κόμματος του.

Είναι σπάνιο ηγέτες κάποιου συγκεκριμένου πολιτικού χώρου, ο οποίος κουβαλά μία συγκεκριμένη ιστορία, να μνημονεύουν πολιτικούς ηγέτες άλλων πολιτικών χώρων, χρησιμοποιώντας στον δημόσιό τους λόγο τα θετικά που είχαν πετύχει οι ηγέτες αυτοί. Για τους επικριτές του, οι αναφορές του Αλέξη Τσίπρα στον Ανδρέα Παπανδρέου πολλές φορές συνδέονται με ψηφοθηρικές σκοπιμότητες. Όμως, η γενικότερη επιθυμία να συνεργαστεί με κάποια υγιή κομμάτια που ανήκαν στο πρώην ΠΑΣΟΚ αλλά και να κάνει αναφορές με τρόπο θετικό στον Ανδρέα Παπανδρέου, δείχνει πως η συγκεκριμένη ερμηνεία είναι ιδιαίτερα επιφανειακή. Η ύπαρξη ενός ισχυρού προοδευτικό μετώπου, είτε ως κυβέρνηση είτε ως αντιπολίτευση, είναι ο μόνος τρόπος για να μπορέσει κανείς να πολεμήσει με τα όπλα της δεξιάς, η οποία άρχισε να φαίνεται ήδη ακόμη και πριν τις περσινές εκλογές, πιο δυνατή από ποτέ. ‘Έτσι λοιπόν, απέναντι σε αυτήν την κοινωνική ανάγκη, ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε να γίνει η φωνή που μπορεί να εξισορροπήσει τις εσωτερικές φωνές και να βγει μπροστά προτείνοντας νέες προοδευτικές λύσεις.

Τέλος, τα όπλα της Νέας Δημοκρατίας στην παρούσα φάση είναι πολλά, καθώς η επικοινωνιακή στρατηγική που ακολουθεί εν μέσω πανδημίας, τουλάχιστον όπως φαίνεται από τις δημοσκοπήσεις, φαίνεται να αποδίδει καρπούς. Παρόλα αυτά, οι άσσοι που κρύβει στο μανίκι του ο Τσίπρας, σε συνδυασμό με τις αντιλαϊκές πολιτικές  της κυβέρνησης, δείχνουν πως το τι θα συμβεί την επόμενη ημέρα, δεν μπορούμε ακόμα να το προβλέψουμε.

 

Άννα Σαϊνίδου