
Η covid 19 πανδημία και τα μέτρα εγκλεισμού ως καταλύτης της ψυχικής υγείας και των ψυχοκοινωνικών προβλημάτων των πληθυσμών
Της Βασιλικής Γούναρη
Από την αρχή της covid 19 πανδημίας, η διεθνής επιστημονική κοινότητα εξέφρασε την ανησυχία της για την επίδραση της πανδημίας, αλλά και των μέτρων αντιμετώπισης αυτής, “lockdown” και εγκλεισμού, στην ψυχική υγεία του γενικού πληθυσμού, των ατόμων που κάνουν χρήση ναρκωτικών ουσιών, καθώς και στο φλέγον κοινωνικό πρόβλημα της ενδοοικογενειακής βίας.
Το 2003 η επιδημία SARS μας έδωσε την εμπειρία του πως μια επιδημία επιδρά καταλυτικά στην ψυχική υγεία των ανθρώπων, καθώς είδαμε αύξηση των ποσοστών άγχους, δυσθυμίας, κατάθλιψης και μετατραυματικού στρες, καθώς και χρήσης ναρκωτικών ουσιών και αλκοόλ στον γενικό πληθυσμό.
Αυτή η εξαρχής ανησυχία των ειδικών ψυχικής υγείας φαίνεται να επιβεβαιώνεται, καθώς τα μέτρα εγκλεισμού, μαζί με τον φυσικό φόβο που προκαλεί η απειλή της πανδημίας, έχουν αρνητική επίδραση στην ψυχική σφαίρα, την κοινωνική αλληλεπίδραση και τις διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων.
Η φυσική απομόνωση έχει επιφέρει στους ανθρώπους συναισθήματα θυμού, θλίψης, μοναξιάς και ανασφάλειας, αύξηση των συμπτωμάτων κατάθλιψης, του επιπέδου στρες, ψυχικού τραύματος, αύξησης της χρήσης και κατάχρησης ναρκωτικών ουσιών και αλκοόλ, καθώς και αύξηση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας, με τη μορφή της συντροφικής βίας, της κακοποίησης γυναικών, καθώς και της παιδικής κακοποίησης, με τη μορφή της παιδικής παραμέλησης και κακοποίησης, συμπεριλαμβανομένης και της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης.
Σε σχέση με την ειδική ευάλωτη ομάδα των χρηστών ναρκωτικών ουσιών, γνωρίζουμε ότι η covid 19 πανδημία επιδρά στην αγορά ναρκωτικών περιλαμβάνοντας ελλείψεις πολλών ουσιών, λόγω των μέτρων απαγόρευσης της κυκλοφορίας και κλεισίματος των συνόρων, αυξάνοντας το ρίσκο σε ένα μεγάλο αριθμό ανθρώπων, λόγω της αυξημένης ζήτησης, της μειωμένης προσφοράς και εν τέλει και της μειωμένης καθαρότητας των ουσιών.
Για την πρόληψη των συνεπειών των μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας, θα έπρεπε να έχει αξιολογηθεί η επάρκεια των υπηρεσιών ψυχικής στήριξης του πληθυσμού, για την «επιτήρηση» της ψυχικής υγείας του γενικού πληθυσμού και των ευάλωτων ομάδων, την επαρκή διασύνδεση μεταξύ των υπηρεσιών, καθώς και την επαρκή δυνατότητα παρέμβασης σε περιστατικά σε κρίση.
Επίσης, σημαντική θεωρείται η ανάπτυξη πολυτομεακών υπηρεσιών υποστήριξης της ψυχικής υγείας των πολιτών, λόγω αποδεδειγμένης υπερπληροφόρησης και πολλές φορές και παραπληροφόρησης από τα ΜΜΕ.
Απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί και η υποστήριξη των ειδικών ψυχικής υγείας με επιπλέον εκπαίδευση, επαγγελματική εποπτεία, χορήγηση κατάλληλου εξοπλισμού και για την προστασία της δικής τους ψυχικής υγείας.
Σε σχέση με την κατανάλωση αλκοόλ κατά τη διάρκεια της πανδημίας ο ΠΟΥ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, τονίζοντας ότι η αύξηση της κατανάλωσης αλκοόλ αυξάνει και την ανησυχία των ειδικών για θέματα υγείας του πληθυσμού , αλλά και για επικείμενες επικίνδυνες συμπεριφορές.
Τα μέτρα εγκλεισμού φαίνεται να πλήττουν και την κοινωνική υποστήριξη, μέσω της κοινωνικής απομόνωσης, αλλά και δυσκολίας προσέγγισης σε κοινωνικές υπηρεσίες και υπάρχει αρνητική συσχέτιση βαθμού κοινωνικής υποστήριξης και εμφάνισης κατάθλιψης, άγχους και κατανάλωσης αλκοόλ.
Ένα ακόμη μείζον κοινωνικό θέμα που φαίνεται να επηρεάζεται από τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας είναι το μείζων κοινωνικό πρόβλημα της ενδοοικογενειακής βίας, μέσω της κοινωνικής απομόνωσης, της αναγκαστικής έκθεσης των θυμάτων σε μία εκμεταλλευτική σχέση, της δυσκολίας πρόσβασης στις κοινωνικές υπηρεσίες, αλλά και τη δυσκολία επιτήρησης των περιστατικών από τις κοινωνικές υπηρεσίες.
Έχει καταγραφεί ότι οι κλήσεις στις κόκκινες γραμμές βοήθειας στις ΗΠΑ έχει αυξηθεί κατά 25 % από την πρώτη βδομάδα του εγκλεισμού, όπως επίσης έχει αυξηθεί και ο αριθμός των αναζητήσεων στο Google στην θεματική «βία».
Σύμφωνα με το National Domestic Violence Hotline των ΗΠΑ, οι κακοποιητές επιχειρούν να απομονώσουν τα θύματά τους και το μέτρο του εγκλεισμού είναι ένα χρήσιμο εργαλείο στα χέρια τους , καθώς τους δίνεται η δυνατότητα μέσω των μέτρων κοινωνικής απομόνωσης, να εφαρμόζουν περισσότερη βία.
Ειδικά για τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας η επαρκής επιτήρηση και καταγραφή των κρουσμάτων οικογενειακής βίας καθίστανται δύσκολες ,λόγω «αδυναμίας» των θυμάτων να καταγγείλουν το γεγονός, δυστυχώς υποτίμησης του πολλές φορές από τις αρχές, αλλά και πρακτικής αδυναμίας των υπηρεσιών να δώσουν ικανοποιητική λύση στο αίτημα των θυμάτων, την αλλαγή στέγης.
Επείγει, επομένως, περισσότερη έρευνα σε περισσότερες χώρες, οργανωμένη επιτήρηση και καταγραφή των περιστατικών, καθώς και μία αντικειμενική αξιολόγηση των συνεπειών ενός παρατεταμένου εγκλεισμού στην ψυχική υγεία του γενικού πληθυσμού για χάραξη μιας ορθής πολιτικής πρόληψης των συνεπειών.
*Η Βασιλική Γούναρη είναι Κλινική Ψυχολόγος, Οικογενειακή-Συστημική Θεραπεύτρια στην Ψυχιατρική Κλινική Ενηλίκων Παπανικολάου. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού στις Εξαρτήσεις και Ψυχοκοινωνικά Προβλήματα στο ΑΠΘ.