Με την εμπειρία πολλών χρόνων στις εξαγωγές τροφίμων καταθέτω επιγραμματικά τις απόψεις μου για την υπάρχουσα κατάσταση και προτάσεις για την ενίσχυση τους:
Ο κύριος εξαγωγικός όγκος των αγροτικών μας προϊόντων αφορά χύμα προϊόν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το λάδι. Πωλείται χύμα στους ανταγωνιστές μας Ιταλούς και Ισπανούς που το τυποποιούν και το διακινούν ως δικό τους.
Οι ξένοι καταναλωτές δεν γνωρίζουν τα ελληνικά προϊόντα, ούτε την υψηλή διατροφική τους αξία και ποιότητα (ανίσχυρο εθνικό Brand name).
Τα ελληνικά προϊόντα δεν είναι ανταγωνιστικά από πλευράς τιμών και μάρκετινγκ. Παρατηρούνται σοβαρές ελλείψεις στη συσκευασία, τις πιστοποιήσεις, την προώθηση και τα δίκτυα διανομής.
Ο «παραδοσιακός» εξαγωγικός κύκλος που στηρίχτηκε στον ομογενή διανομέα, τον ομογενή καταναλωτή και το ελληνικό εστιατόριο, με χύμα προϊόν, έφτασε στο τέλος του. To value for money δεν μπορεί να χαρακτηρίζει την αγροτική μας παραγωγή.
Λίγες εξαγωγικές επιχειρήσεις διαθέτουν HALLAL πιστοποιητικό για εξαγωγές στον Αραβικό κόσμο και αντίστοιχο KOSIER για το Ισραήλ.
Η ελληνική γαστρονομία και η πρωτογενής παραγωγή δεν έχουν συνδεθεί ακόμη με το τουριστικό προϊόν και τον πολιτισμό σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Αλήθεια σε πόσα τουριστικά μέρη προσφέρεται αυθεντική φέτα;
Τα διαχρονικά λάθη των θεσμοθετημένων φορέων εξωστρέφειας και η ανίσχυρη οικονομική μας διπλωματία δεν βοήθησαν την εξαγωγική προσπάθεια. Η δε συμφωνίες ΕΕ με τρίτες χώρες (Ν. Αφρική, Καναδάς) δημιουργούν επιπρόσθετα προβλήματα στα εθνικά μας προϊόντα (φέτα- ελιά Καλαμών- ούζο, κλπ).
Η διάλυση των μεγάλων συνεταιριστικών επιχειρήσεων με επώνυμα προϊόντα και μεγάλο όγκο παραγωγής στάθηκε τροχοπέδη στην εξαγωγική προσπάθεια.
Η απουσία Διεπαγγελματικών οργανώσεων και αυστηρών ελέγχων στην παραγωγή υποθηκεύει το μέλλον των ΠΟΠ, ΠΓΕ και παραδοσιακών μας προϊόντων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το πρόσφατο περιστατικό με τη νοθευμένη φέτα στην αγορά της Γερμανίας.
Προτάσεις:
Ολοκληρωμένο και εξωστρεφές σχέδιο αγροτικής ανασυγκρότησης με στόχο την παραγωγή επώνυμων, ποιοτικών, καινοτόμων προϊόντων, υψηλής προστιθέμενης αξίας, αξιοποιώντας τις δυνατότητες της νέα ΚΑΠ.
Εθνική στρατηγική για τα εθνικά μας προϊόντα (λάδι, τυριά, κρασί, μέλι, κλπ) και περιφερειακός σχεδιασμός ανάδειξης των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της περιφέρειας, με περιφερειακά master plan.
Ανάδειξη της μεσογειακής διατροφής στη διεθνή αγορά, μέσα από καινοτομία και gourmet αντίληψη.
Εξαγωγικές εταιρίες με ισχυρό και καλό όνομα, συνέπεια, εξειδικευμένα στελέχη, σταθερές αξίες και αφοσιωμένη ομάδα συνεργατών.
Στρατηγική ανάλυση και τεκμηρίωση του ανταγωνιστικού μας πλεονεκτήματος που είναι: α) ποιότητα, β) ο μεζές ως γαστρονομική – πολιτιστική – πρόταση του ελληνικού τρόπου ζωής και γ) η νοστιμιά.
Σχεδιασμός και δημιουργία ισχυρού εθνικού brand name και μακροχρόνια επένδυση στην προωθητική στήριξη.
Δημιουργία clusters μικρών επιχειρήσεων και Ομάδων Παραγωγών για εξασφάλιση ποσοτήτων και οικονομιών κλίμακας σε θέματα, παραγωγής, διανομής και προώθησης. Αξίζει να μελετηθεί εδώ η Ιταλική εμπειρία.
Ανασυγκρότηση της οικονομικής διπλωματίας, των φορέων εξωστρέφειας και έρευνες αγοράς για νέες αγορές- στόχους, χωρίς να εγκαταλειφθούν οι παραδοσιακές μας αγορές.
Προτεραιότητα στις πωλήσεις ραφιού (Σ/Μ) με επώνυμα, καινοτόμα προϊόντα, γιατί μόνο έτσι χτίζεται το ισχυρό brand name και η στρατηγική Farm2Fork σύμφωνα με τη νέα ΚΑΠ (2021-27).
Ο Γιάννης Καραγιάννης είναι ελεύθερος επαγγελματίας – σύμβουλος ανάπτυξης και εξαγωγών.