Ο Χρήστος Θηβαίος επί σκηνής

Ο Χρήστος Θηβαίος μιλά στο News 24/7 για τα εφηβικά του χρόνια, τα Εξάρχεια, την ποίηση, τον Θάνο Μικρούτσικο, τους ανθρώπους που αγαπά και μοιράζεται ιστορίες από την Κύπρο.

Φτάνοντας στο ραντεβού μας, σε ένα πολύχρωμο καφέ στη Μπενάκη στα Εξάρχεια, το βλέμμα μου τον εντόπισε κατευθείαν. Άλλωστε το παρουσιαστικό του είναι πολύ χαρακτηριστικό, μπορείς να τον ξεχωρίσεις εύκολα ανάμεσα στο πλήθος. “Φιγούρα ξωτική και ταξιδιάρικη”, που θα έλεγε κι ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου. Μικροκαμωμένος, απλά και “θηβαιϊκά” ντυμένος, με γαλήνια όψη και με κοντά πλέον μαλλιά. “Τελικά, προτιμάτε κοντά ή μακριά τα μαλλιά σας;”, τον ρώτησα για να σπάσει ο πάγος και μου απάντησε γελώντας: “Με βολεύουν πιο πολύ έτσι. Εκτός αν αποκλειστώ σε κανένα νησί με τις συνθήκες που διανύουμε και αναγκαστικά μακρύνουν γιατί δεν θα μπορώ να τα κόψω”.

Αυτό το γέλιο συνόδευσε σε πολλές φάσεις την κουβέντα μας και αυτή ήταν, ίσως, η μεγαλύτερη έκπληξη αυτής της συνέντευξης. Τον είχα δει πολλές φορές σε συναυλίες, σε αφιερώματα, μόνο του ή με άλλους καλλιτέχνες, αλλά δεν ήξερα τι ακριβώς να περιμένω από κοντά. Ξεχώρισα το χιούμορ του και, κυρίως, τη βαθιά φιλοσοφημένη σκέψη του, τον τρόπο με τον οποίον αντιμετωπίζει την τέχνη του, τους συναδέλφους του και την ίδια τη ζωή. Βέβαια, το πιο απρόσμενο σημείο της συνάντησης ήταν οι συζητήσεις μας στα κυπριακά, λόγω των ιδιαίτερων δεσμών που έχει με το νησί και τους ανθρώπους του. Αυτή η επαφή ξεκίνησε με μια απολαυστική ιστορία που την άφησε για το τέλος!

Ο ίδιος ήταν που επέλεξε τα Εξάρχεια για τη συνάντησή μας, αφού εκεί ζει τα τελευταία 40 σχεδόν χρόνια. Είναι η γειτονιά του και κυριαρχεί ένα οικογενειακό κλίμα στην περιοχή. Χαιρετά τους περαστικούς, ξέρει τη σερβιτόρα με το μικρό της, τον πλησιάζουν τα σκυλάκια των θαμώνων. Τα αγαπά τα Εξάρχεια και φαίνεται στα μάτια του, στις κινήσεις του, στην οικειότητά του με τον χώρο.

“Γεννήθηκα στο Μεταξουργείο, κέντρο ακριβώς, στην οδό Αχιλλέως 30. Πήγα δημοτικό σχολείο, γυμνάσιο και λύκειο στο Μεταξουργείο. Μεγάλωσα σε εκείνους τους δρόμους και τις γειτονιές και το 1980 ο πατέρας μου και η μητέρα μου μετακόμισαν στα Εξάρχεια και από τότε μένω στα Εξάρχεια, μέχρι σήμερα. Γνώρισα όλους τους ηθοποιούς του ελληνικού κινηματογράφου, γιατί οι δικοί μου ήταν ηθοποιοί και γνώρισα και όλους τους τραγουδοποιούς των Εξαρχείων και μεγάλωσα μέσα σ’ αυτό το κλίμα. Ήμουν 18 ετών όταν ήρθαμε στα Εξάρχεια και τώρα είμαι 57. Τότε τα Εξάρχεια για εμάς τους Μεταξουργειώτες ήταν Κολωνάκι. Δεν είχε αυτή την επαναστατικότητα που πιστεύετε σήμερα. Ήταν μια μεγαλοαστική γειτονιά. Εμείς στο Μεταξουργείο ήμασταν τα παιδιά που ζούσαν σε ένα εργατικό κλίμα και σε μια πολύ πιο επαναστατική γειτονιά.

Αλλά ήρθα εδώ και γνώρισα καταρχήν τους υπόλοιπους “Συνήθεις Ύποπτους”. Εδώ, σ’ αυτές τις γειτονιές ξεκινήσαμε. Με τους φίλους από τα Εξάρχεια, τον Τάσο Λώλη, τον Αλέκο Βασιλάτο και αργότερα τον Βασίλη Βασιλάτο. Έγραψα τα πρώτα μου τραγούδια, τα αποδέχτηκαν και γίναμε αυτό που μετά κατοχυρώθηκε ως οι “Συνήθεις Ύποπτοι”. Σ’ αυτήν ακριβώς τη γειτονιά. Ήμασταν ευτυχισμένοι. Γράφαμε τραγούδια, μπορούσαμε να εκφραστούμε. Παράλληλα, εδώ γυρνούσε και ο Νικόλας Άσιμος, η Αρλέτα, ο Παύλος Σιδηρόπουλος, η Κατερίνα Γώγου και όλοι αυτοί οι μαγαζάτορες που τώρα έχουν μαγαζιά, τότε ήταν σερβιτόροι, ήταν νέα παιδιά. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι είμαι ένας “Συνήθης Ύποπτος”. Τότε φανταζόμουν πολύ λιγότερα από αυτά που κατάφερα τώρα. Έχω φτάσει πολύ πιο μακριά από όσο περίμενα”.

Η μουσική μπήκε στη ζωή του από τότε που θυμάται τον εαυτό του. Από τότε που ήταν 5 ετών και πίστευε ότι μπορεί να αναπαράγει φωνητικά τους Olympians, τους Poll, αλλά και τον Γιάννη Πάριο. “Τον μιμήθηκα άπειρες φορές. Τη βαθιά φωνή του. Του το χρωστάω αυτό. Στα 13 μου άρχισα να μαθαίνω κιθάρα, μόνος μου και να παίζω”. Παρόλα αυτά, δεν επέλεξε κατευθείαν τον δρόμο της μουσικής και αποφάσισε να σπουδάσει Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια στην Ιταλία, όπου είχαν πάει προηγουμένως και οι φίλοι του. Πήγε ως τουρίστας και γύρισε ακαδημαϊκός, ενώ η γνωριμία του με τον Ουμπέρτο Έκο και η φοίτηση κοντά του, είναι εκείνο που ξεχωρίζει.

“Οι δικοί μου ήταν ηθοποιοί. Ήθελαν απλά να γίνω καθηγητής πανεπιστημίου. Εγώ προτίμησα να γίνω καθηγητής Φιλοσοφίας, το οποίο εμπεριείχε την έννοια του καθηγητή πανεπιστημίου. Γνώρισα τον Ουμπέρτο Έκο, δουλέψαμε τρία χρόνια, αλλά τελικά ανακάλυψα ότι εγώ θέλω στη ζωή μου να γράφω τραγούδια και να τραγουδάω. Από τον Ουμπέρτο Έκο θυμάμαι το τρομερό του χιούμορ και τη φοβερή μεταδοτικότητά του στις γνώσεις. Όταν μου έδειξε για πρώτη φορά ότι πέρα από θεωρητικά βιβλία γράφει και μυθιστορήματα, που ήταν το “Όνομα του Ρόδου” τότε, και αργότερα όταν δουλέψαμε μαζί επάνω στο “Εκκρεμές του Φουκώ”, κατάλαβα ότι η ζωή μου δεν ήταν τόσο η μουσική, όσο η λογοτεχνία στη μουσική”.

“Τον Θάνο Μικρούτσικο τον έχω μέσα μου”

Μεγάλο κομμάτι στη ζωή του και στην καλλιτεχνική του πορεία έπαιξε ο Θάνος Μικρούτσικος. Τον αισθάνεται (σε χρόνο ενεστώτα) ως τον μεγάλο του δάσκαλο και, φυσικά, ως έναν πολύ αγαπημένο του φίλο. Η γνωριμία τους και η συνεργασία τους ήταν καθοριστική, ενώ μάς χάρισαν μερικά από τα πιο γνωστά και σημαντικά τραγούδια της ελληνικής δισκογραφίας.

Τολμώ να τον ρωτήσω αν του λείπει. Συγκινείται. Βουρκώνει. Τον έχω μέσα μου. Το χέρι, τη φωνή του και όλα. Είναι εδώ”, μου λέει με μεγάλη δυσκολία και με σπασμένη φωνή, δείχνοντάς μου την καρδιά του. Ζητάω συγγνώμη που τον έφερα σε δύσκολη θέση και πιάνουμε τη γνωριμία τους και την πολύχρονη φιλία τους από την αρχή.

“Το 2000 έτυχε στη ζωή μου ο Θάνος Μικρούτσικος, μετά τη συνεργασία μου, φυσικά, με τον Γιώργο Ανδρέου και τον Γιώργο Νταλάρα, με τον Βασίλη Δημητρίου και τον “Μεγάλο Θυμό” και το “Πόσο πολύ σ’ αγάπησα”, όπου άρχισαν όλα να παίρνουν μια διαφορετική τροπή. Μετά έτυχε ο μεγάλος δάσκαλος Θάνος Μικρούτσικος, όπου όλα άλλαξαν τόπο και χρόνο. Έγινε το μεγάλο μπαμ. Όχι τόσο από τον δίσκο “Ο Άμλετ της Σελήνης”, όσο από τη χειρονομία και τη συμπεριφορά. Άρχισα να ακολουθώ ξανά τα ακαδημαϊκά βήματα του Ουμπέρτο Έκο, κάτω από τη μουσική μπαγκέτα του Θάνου Μικρούτσικου. Κι όλα αυτά συνέβησαν και μπερδεύτηκαν γλυκά.

Με πήρε τηλέφωνο το καλοκαίρι του 2000 και με κάλεσε να ερμηνεύσω στο Μέγαρο Μουσικής και σε μια μεγάλη συναυλία, στο πρώτο μέρος εγώ και στο δεύτερο η Χάρις Αλεξίου. Η διάλυση με τους “Συνήθεις Ύποπτους” έγινε στα τέλη Ιουνίου του 2000 και η συνεργασία με τον Θάνο Μικρούτσικο προέκυψε στα τέλη Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου. Δεν είναι ότι ήθελα άλλα πράγματα, είναι ότι μου έτυχαν άλλα πράγματα. Εγώ συνέχιζα να γράφω τα τραγούδια μου και απλά μου έτυχε η ευτυχία του διχασμού, που εύχομαι σε κάθε άνθρωπο να τύχει.

Ήμουν ένας τραγουδοποιός και ταυτόχρονα εκλήθην να είμαι και ένας ερμηνευτής. Κι από εκεί άρχισα να βλέπω τον εαυτό μου με διαφορετικό τρόπο, να είμαι από τη μία ο τραγουδοποιός και από την άλλη ο ερμηνευτής. Από τη μία έπαιρνα την κιθάρα και τραγουδούσε τα δικά μου τραγούδια, από την άλλη σταματούσα στο μικρόφωνα και τραγουδούσα. Οπότε όλα αυτά μπερδεύτηκαν γλυκά και με έκαναν να σκεφτώ ότι δεν είμαι ένας ψηφοφόρος στο σαλόνι μου, αλλά είμαι ένας πολίτης του κόσμου. Ακολούθησαν πολλές συνεργασίες, με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου, τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, η μεγάλη φιλία με τον Μίλτο Πασχαλίδη”.

Σχολιάζω πως στη συνείδηση του κόσμου, ο Χρήστος Θηβαίος και ο Μίλτος Πασχαλίδης είναι στην ίδια κατηγορία. Πάνε μαζί. Το δέχεται και του αρέσει κιόλας. Καλά κάνουν, γιατί με τον Μίλτο είμαστε αδέρφια. Είμαστε μαζί από τότε που ήταν ο Μίλτος στους Χαΐνηδες κι εγώ στους Συνήθεις Ύποπτους. Ήμασταν δυο ψυχές που αντάλλαζαν από τότε στίχους και μουσικές ο ένας με τον άλλον”.

Όσο για το αν αισθάνεται περισσότερο ερμηνευτής ή τραγουδοποιός, αισθάνεται και τα δύο εξίσου, γιατί όταν γράφει σκέφεται την εκφορά του λόγου και όταν ερμηνεύει σκέφτεται πώς θα τραγουδούσε το ίδιο τραγούδι αν το είχε γράψει ο ίδιος.

Εάν οι γιοι μου είναι ευτυχισμένοι, χαίρομαι που υποστήριξα τις προσδοκίες μου

Παράλληλα, τα ερεθίσματά του για να δημιουργήσει είναι πολλά και δεν εγκλωβίζονται σε φόρμες και νόρμες. Ολόκληρη η ζωή με εμπνέει για να γράψω. Η ζωή είναι τα ερεθίσματά μου. Η καρέκλα στην οποία καθόμαστε, η φιλία μου με τους ανθρώπους που αγαπάω, τα αυτοκίνητα που κάνουν θόρυβο, οι άνθρωποι που προσπερνάνε μέσα στη σιωπή, τα παιδιά μου, οι περιορισμοί που μπορεί να έχουμε, τους οποίους τηρούμε και σεβόμαστε για να συνεχιστεί όλο αυτό”.

Τον ρωτάω για τις προσδοκίες που έχει κατά καιρούς από τις δουλειές του, είτε αυτές είναι τραγούδια είτε είναι δίσκοι. Αντιλαμβάνεται, άραγε, από πριν ο καλλιτέχνης, πως ένα συγκεκριμένο τραγούδι του θα γίνει μεγάλη επιτυχία; Ή έχει συμβεί ποτέ το αντίθετο; Να αναμένει πως θα αγαπηθεί από τον κόσμο και τελικά να μην λαμβάνει την ανάλογη προσοχή; Και τελικά, ποιες είναι οι δικές του προσδοκίες, πέρα από τα όρια της μουσικής;

“Δεν το έχω σκεφτεί ποτέ μου. Αλλά αυτό που αναφέρατε σαν έκφραση “μεγάλες προσδοκίες” αφορούν στη ζωή όλου του κόσμου. Αφορούν σε εσάς, αφορούν στους φίλους μας, στους αγαπημένους μας, όλοι έχουμε μεγάλες προσδοκίες. Αυτό μπορεί να εκφραστεί σε ένα τραγούδι, μπορεί και να μην εκφραστεί σε ένα τραγούδι. Μπορεί να εκφραστεί σε ένα φιλί, μπορεί και να μην εκφραστεί σε ένα φιλί. Θα παραμείνει, όμως, μέσα μας σαν μια μεγάλη προσδοκία. Εάν οι γιοι μου είναι ευτυχισμένοι, χαίρομαι που υποστήριξα τις προσδοκίες μου”.

Πάντοτε, είχα την απορία αν οι καλλιτέχνες βαριούνται τα χιλιοπαιγμένα τραγούδια τους, αν εκνευρίζονται κάθε φορά που σε μια συναυλία τους ζητά το κοινό να τραγουδήσουν τα “κλασικά” τραγούδια τους. Ο Χρήστος Θηβαίος όχι μόνο δεν ενοχλείται, αλλά αισθάνεται περήφανος και ευλογημένος που του έτυχε να πει τραγούδια, τα οποία έχουν μείνει στη συνείδηση του κόσμου και έχουν γίνει πια διαχρονικά. Είναι μεγάλη του χαρά και τιμή, ενώ ακόμη και 10 φορές να του το ζητήσουν, θα το πει το ίδιο καλά. Δεν έχει βαρεθεί ποτέ τον “Άμλετ της σελήνης”, “Δεν είμαι άλλος”, τη “Μικρή πατρίδα”, τον “Παλιό στρατιώτη”, το “Πόσο πολύ σ’ αγάπησα” και ούτε θα τα βαρεθεί ποτέ στη ζωή του.

Η Σέριφος, η ποίηση και οι θεματικοί δίσκοι

Οι τελευταίες δισκογραφικές δουλειές του ηταν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες, αφού ο δίσκος “Σιδερένιο Νησί” που κυκλοφόρησε το 2016 ήταν θεματικός και εμπνευσμένος από την αιματηρή απεργία των μεταλλωρύχων της Σερίφου τον Αύγουστο του 1916. Είχε παρουσιαστεί, μάλιστα, στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο με τον Θάνο Μικρούτσικο και τη Μαριάννα Πολυχρονίδη και θυμάμαι πως με είχε εντυπωσιάσει το πώς είχε επηρεαστεί από την “Εξέγερση της Σερίφου”.

“Πήγαινα 10 χρόνια στο νησί, στη Σέριφο, περνούσα κάθε φορά από τα μεταλλεία, τα είχα ζήσει. Ήρθα σε επαφή με την κόρη του Κωνσταντίνου Σπέρα, την Αρτεμισία Νεφέλη Σπέρα, έγραψα αυτά τα κείμενα και τελικά ήμουν περήφανος που μπορούσα να γράψω έναν θεματικό δίσκο. Ας μη γελιόμαστε, εμπνεόμαστε από τα είδωλά μας. Έτσι όπως έγραψε το “The Wall” ο Roger Waters, έτσι ήθελα κι εγώ κάποια στιγμή να κάνω έναν θεματικό δίσκο, χωρίς να θέλω να με συγκρίνω, προς θεού”.

Φαίνεται πως ετοιμάζει έναν ακόμη θεματικό δίσκο, τον οποίο θα περιμένουμε σε δύο περίπου χρόνια. “Επέρχεται και κάτι ιδιαίτερο, καινούργιο. Έχει να κάνει με το εσώτερο ρήγμα που νιώθουν οι άνθρωποι μέσα στην κρίση γενικότερα, στην οικονομική κρίση, την υγειονομική κρίση. Δίνω διορία στον εαυτό μου να υπάρχει για τα επόμενα δύο χρόνια, ώστε να κάνω κάτι τέτοιο. Θα είναι ξανά ένας θεματικός δίσκος”.

Η ποίηση είναι ο πιο σύντομος δρόμος για την αλήθεια

Η τελευταία του δισκογραφική δουλειά καταγράφεται στα τελη του 2019, όπου συμμετείχε στον δίσκο του Χάρη Κατσιμίχα με τίτλο “Από τους κήπους των ψιθύρων”. Πρόκειται για έναν, επίσης, θεματικό δίσκο, θα μπορούσε να πει κανείς, λαμβάνοντας υπόψιν τον γεγονός πως περιλαμβάνει εξ ολοκλήρου μελοποιημένα ποιήματα. Συγκεκριμένα, αποτελείται από 8 ποιήματα των Αργύρη Χιόνη, Γιάννη Βαρβέρη και Κώστα Παπαγεωργίου σε μελοποίηση του Χάρη Κατσιμίχα, ερμηνεία του Χρήστου Θηβαίου και παραγωγή Θάνου Μικρούτσικου.

“Ο Χάρης Κατσιμίχας είναι ένας ιδιοφυής άνθρωπος, ο οποίος έχει το εξής ελάττωμα. Αποκλείει την ιδιοφυΐα του από την πραγματικότητα. Είναι δικό του θέμα. Είναι ένας συγκλονιστικός ερμηνευτής, ο οποίος αποκλείει την ερμηνεία του από τους ανθρώπους. Αυτό, όμως, οφείλω εγώ να το σεβαστώ, να το προσκυνήσω και να αποδεχτώ ότι ο ίδιος με επέλεξε να είμαι η φωνή του, το σώμα του, στην περιοδεία και στις συναυλίες. Νομίζω είναι η μεγαλύτερη τιμή που έχει γίνει ποτέ σε τραγουδοποιό, ένας συνάδελφος να επιλέξει κάποιον άλλον συνάδελφό του για να ερμηνεύσει καθολικά τα τραγούδια ενός δίσκου. Ο δίσκος λέγεται “Από τους κήπους των ψιθύρων”, αλλά ο κανονικός τίτλος θα έπρεπε να ήταν “Βάλε εσύ μια φωνή κι αν δεν είμαι εκεί, Χάρη να μη με λένε”. Από τον δίσκο ξεχωρίζω το “Γοητευμένοι απ’ το βυθό”.

Η σχέση του με την ποίηση είναι ιδιαίτερα ισχυρή και θεωρεί πως αποτελεί τον πιο σύντομο δρόμο για την αλήθεια.

Τον ρωτάω για τις συναυλίες και τις μουσικές παραστάσεις του φετινού καλοκαιριού, που πραγματοποιούνται με καθήμενο κοινό, λόγω των μέτρων κατά της εξάπλωσης του κορονοϊού. Δεν είναι άσχημο, έχει μια θεατρική συνθήκη. Η θεατρική συνθήκη υποβάλλει μια φόρμα και από την πλευρά της η μουσική φόρμα επιβάλλει μια θεατρική συνθήκη. Έτσι όπως μας υποβάλλονται οι κοινωνικές συνθήκες, θα είμαστε τόσο ανεξάρτητοι, τόσο επαναστατημένοι, τόσο καλλιτεχνικοί και τόσο υπέροχα μονάχοι, όπως πρέπει”.

Τον ίδιο δεν τον ενοχλεί, ενώ μου εξηγεί πως ο καλλιτέχνης είναι που θα δώσει τον ρυθμό της βραδιάς και δημιουργήσει το κατάλληλο κλίμα για μια τέτοια συναυλία. Μάλιστα, μου τραγουδά τον “Γουίλυ τον μαύρο θερμαστή” και τον “Λύχνο του Αλλαδίνου” με δύο διαφορετικούς τρόπους. Στον πρώτο δίνοντας έμφαση στα ρυθμικά χειροκροτήματα και στο να ξεσηκώσει το κοινό και στον δεύτερο δίνοντας βάση στον στίχο, τραγουδώντας αργά και σταθερά. Συμφωνούμε πως αν αγαπάς τη μουσική θα περάσεις και στα δύο είδη συναυλιών, ας το πούμε έτσι, καλά και πως μια ατμοσφαιρική συναυλία χωρίς χορό δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από μια ξεσηκωτική συναυλια σε ένα υπερπλήρες στάδιο.

Το Netflix, ο κορονοϊός και ο χειμώνας που έρχεται

Ο κορονοϊός επηρέασε αναπόφευκτα όλους τους ανθρώπους, ενώ έπληξε σημαντικά τα καλλιτεχνικά επαγγέλματα. Ωστόσο, ο Χρήστος Θηβαίος έχει αναλύσει σε μεγάλο βαθμό αυτό το θέμα μέσα του και κατέληξε στο ότι τίποτα δεν μπορεί να επηρεάσει τη δουλειά του στην ουσία της. “Εάν είμαι καλός σε αυτό που κάνω, δεν υπάρχει περίπτωση να πληγώ από τίποτα. Δεν θα πληγεί η δουλειά μου ποτέ από οποιαδήποτε οικονομική και πολιτική συνθήκη. Η δουλειά μου και ο εαυτός μου θα είναι πάντα όρθια, και θα είναι το ίδιο πράγμα. Είτε πεινάσω είτε είμαι χορτασμένος, θα γράφω το ίδιο καλά”.

Την περίοδο της καραντίνας την πέρασε στο σπίτι με μελέτη και γυμναστική, αλλά και Netflix, ενώ γνώρισε καλύτερα τον μεγάλο του γιο, καθώς και τον μικρότερο. “Ήμασταν ένα στρατόπεδο συγγραφής, ανάμεσα στον γονιό και το παιδί. Γνώρισα μια βιβλιοθήκη καινούργια. Πώς γράφουν τα παιδιά για τον μπαμπά και πώς γράφει ο μπαμπάς για τους γιους. Όσο για το Netflix το είχα ανακαλύψει πριν από την καραντίνα, αλλά κόλλησα περισσότερο. Έχει κι ένα δημιουργικό χαρακτήρα. Έβλεπα τα πάντα και ό,τι μου άρεσε, έκλεινα τη φωνή και προσπαθούσα να γράψω το σάουντρακ από πάνω”.

Τον ρωτάω για την απόφασή του να μιλήσει ανοιχτά για το πρόβλημά του με το αλκοόλ. Για εκείνον είναι κάτι το οποίο ήρθε και πέρασε. “Πρέπει να συζητάμε τα προβλήματά μας, ειδικά εμείς που είμαστε επώνυμοι. Τα συζητάμε και περνάνε. Νομίζω ότι πιο μεγάλη σημασία έχει το να αποδεχτούμε τα λάθη μας, για να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας βασισμένοι πάνω στα λάθη που κάναμε. Και τα παιδιά μας να μας ξεπεράσουνε ως οι άρχοντες του αύριο”. Όσο για το αν πρέπει, τελικά, οι καλλιτέχνες να παίρνουν θέση στα πράγματα και να εκφράζουν δημόσια την άποψή τους, έχει καταλήξει στο ότι αυτό μπορεί να γίνει μέσω της τέχνης. “Πιστεύω, τελικά, μετά από τόσα χρόνια, ότι η θέση μας είναι τα τραγούδια μας, οι στίχοι μας και η μουσική μας”.

Όσο για τα σχέδιά του τον φετινό χειμώνα, δηλώνει αισιόδοξος, ενώ αισθάνεται, γενικά, πως υπάρχει ένα πολύ ισχυρό δέσιμο τόσο με τους συναδέλφους του, όσο και με το κοινό του. “Τον χειμώνα περιμένουμε πολύ ιδιαίτερες συνεργασίες και συναυλίες. Θα πω και τον τίτλο που ο μεγάλος μου δάσκαλος μου ενέπνευσε: “Ελπίζω στους σεισμούς που μέλλονται για να ‘ρθουν”. Σε όλο αυτό είμαστε πολύ αγαπημένοι όλοι μεταξύ μας και είμαστε μια οικογένεια. Και δεν αφήνουμε να μας υπερκεράσει καμία δυσκολία. Αν το κάναμε αυτό, θα ήταν σαν να μην είχαμε εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλον”.

Λίγο πριν κλείσουμε την κουβέντα μας και αφού η ώρα είχε περάσει χωρίς να το καταλάβουμε, αναφερθήκαμε στην Κύπρο, την οποία αγαπά πολύ και επισκέπτεται συχνά, τόσο για συναυλίες όσο και για να δει τους κουμπάρους που έχει εκεί. Η γνωριμία τους, πάντως, έγινε εντελώς παράδοξα!

Όταν ήταν στους “Συνήθεις Ύποπτους”, είχε βρει το τηλέφωνό του ένας μαγαζάτορας στην Κύπρο, που είχε μουσική σκηνή. Ήθελε να τους “κλείσει” για συναυλία στη Λευκωσία, αλλά ο Χρήστος Θηβαίος ήταν ιδιαίτερα επιφυλακτικός, καθώς δεν ήταν τόσο γνωστό το συγκρότημα, πόσω μάλλον στο νησί. Παρόλα αυτά, δέχτηκαν και μετά από κάποιο διάστημα ταξίδεψαν για εκεί. Φωτογραφίες τους δεν υπήρχαν, επομένως, για να τους αναγνωρίσει ο ιδιοκτήτης, κρατούσε ένα πλακάτ με το όνομα της μπάντας και έτσι τους εντόπισε. Έπειτα, πήγαν στη μουσική σκηνή για να κάνουν πρόβα, όπου ο ιδιοκτήτης τους ενημέρωσε πως θα εμφανιστούν τρεις βραδιές και όχι μόνο μία, με τους “Συνήθεις Ύποπτους” να αναρωτιούνται αν θα έχουν κόσμο και αν θα γεμίσουν το μαγαζί. Όσο έκαναν πρόβα, ο Χρήστος Θηβαίος κοιτούσε τον ιδιοκτήτη, ο οποίος είχε πάει πιο πέρα και φαινόταν ιδιαίτερα προβληματισμένος. Μιλούσε με τη σύζυγό του στο τηλέφωνο και έλεγε πως δεν είναι σίγουρος αν είναι όντως οι “Συνήθεις Ύποπτοι” και πως είχε αγχωθεί γιατί τους έκλεισε, μάλιστα, για πολλές βραδιές. Ωστόσο, με το που ξεκινά ο Θηβαίος να τραγουδά για την πρόβα και ακούει τη φωνή του, γυρνάει και λέει στο τηλέφωνο “Εντάξει, αυτοί είναι”!

Όλο αυτό, βέβαια, έγινε γιατί η φωνή του Χρήστου Θηβαίου είναι πολύ διαφορετική από όταν τραγουδά. Το παραδέχτηκε κι ο ίδιος, πως αν τον ακούσει κάποιος να μιλάει, δεν θα καταλάβει πως είναι αυτός. Όση δύναμη βγάζει κατά την ερμηνεία του, τόσο πιο ήρεμη είναι η φωνή του όταν μιλά. Η ηρεμία με την οποία μιλούσε, το χιούμορ του, ο τρόπος που φιλοσοφεί τη ζωή και η αγάπη που τρέφει για τους αγαπημένους του ανθρώπους, με κέρδισαν πραγματικά σε εκείνον. Πέρα, φυσικά, από το ταλέντο του και τα τραγούδια που μας έχει χαρίσει ανά τα χρόνια.

Φεύγοντας, τον ρώτησα για το τατουάζ στο χέρι του και μου είπε με χαμόγελο και μάτια που έλαμπαν πως είναι για τους γιους του, ενώ όταν του είπα να διαλέξει το αγαπημένο τραγούδι από τα δικά του, μου είπε: “Το “Δεν είμαι άλλος” γιατί ήταν το αγαπημένο του αγαπημένου μου φίλου…”

*Η συναυλία – αφιέρωμα στον Θάνο Μικρούτσικο με τίτλο “Έπειτα απ’ το μεγάλο μπουμ” που θα πραγματοποιείτο στις 27 Αυγούστου 2020 στην Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων με τους Χρήστο Θηβαίο, Υπόγεια Ρεύματα, Κώστα Παρίσση, String Demons αναβλήθηκε*

 

Πηγή : NEWS247