Φέτος, η Teranga Beat γιορτάζει τα δέκα της χρόνια. Η ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία του Αδαμάντιου Καφετζή, πριν κάνει την πρόσφατη στροφή της στην Θράκη με τους Εβρίτικη Ζυγιά αλλά και στην τζαζ με ακυκλοφόρητες ηχογραφήσεις του Κυριάκου Σφέτσα, για χρόνια έφερνε στο φως σπάνιους δίσκους από την Αφρική και άγνωστα στο δυτικό κοινό σχήματα, ακολουθώντας τα βήματα ανεξάρτητων εταιρειών του εξωτερικού, όπως η Soundway και η Analog Africa. Με μια ιδιαίτερη προτίμηση στη μουσική της Σενεγάλης ξεκινάει το πρώτο του ταξίδι εκεί το 2003, «με το μυαλό μου στη μουσική», όπως αναφέρει. Ο Αδαμάντιος μεγάλωσε στο Παγκράτι τη δεκαετία του ’90, όταν είχαν έρθει εκεί οι πρώτοι Αφρικανοί μετανάστες. «Τότε ήταν κυρίως Αιθίοπες και κάποιοι Νιγηριανοί, οπότε κάναμε παρέα με κάποια παιδιά» λέει. «Άρχισα να πηγαίνω στα μαγαζιά τους, στα εστιατόριά τους, π.χ. στο Αξούν, που τότε δεν ήταν στη Δροσοπούλου, ήταν στον κάθετο δρόμο. Η πρώτη μου επαφή, επομένως, ήταν ξώφαλτσα. Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 είχα αρχίσει να ακούω χιπ-χοπ. Τότε ήταν πολύ underground, δεν υπήρχαν ειδικά μαγαζιά, οπότε, αναγκαστικά, για να ακούσουμε αυτήν τη μουσική πηγαίναμε σε κάποια κλαμπ τα οποία ήταν μεικτά, δηλαδή είχαν και Έλληνες και Αφρικανούς, και σε μαγαζιά όπως το Hobby στην πλατεία Αμερικής, που έπαιζε χιπ-χοπ και αφρικανικά. Οι πελάτες του ήταν Αφρικανοί κυρίως. Ήταν εντελώς περιθώριο τότε.
Εκεί, στα κλαμπ, άκουγα τα αιθιοπικά, και είχα τρελαθεί, ή τα κονγκολέζικα, που ήταν εντυπωσιακό να τους βλέπεις να τα χορεύουν κιόλας. Στις αρχές του 2000 έπεσε στα χέρια μου μια μεγάλη παρτίδα από αφρικανικούς δίσκους στη Λέσχη του Δίσκου. Ήταν μέρος της συλλογής του Κώστα Γιαννουλόπουλου. Αυτό που μου έκανε εντύπωση από την αρχή ήταν η κουβανέζικη μουσική, η οποία είναι ευρέως αποδεκτή στη χώρα. Είναι ένα είδος σχεδόν δικό τους και τη λατρεύουν. Στη Σενεγάλη ξεκίνησε μια πιο άμεση σχέση με τη μουσική, ζώντας την πλέον και όχι ακούγοντάς την μόνο. Ήμουν στο πρώτο έτος της Καλών Τεχνών όταν πρωτοπήγα και τα έβλεπα όλα διαφορετικά, είχα διάθεση να εξερευνήσω πράγματα. Όλες οι αισθήσεις μου ήταν πολύ έντονες. Κάθισα 20 ημέρες και ήταν ένα σοκ. Πολλά χρώματα, πολύ βρόμα, αλλά μια ζωντάνια παντού. Κάθε εστιατόριο, κάθε μικρό μαγαζί είχε και ένα live, καμιά φορά μόνο με έναν μουσικό.
Το νέο τεύχος της LIFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ. Στη Σενεγάλη οι άνθρωποι είναι πολύ ευγενικοί, φιλικοί, πολύ ανοιχτοί στην πρώτη επαφή. Θύμιζε την Ελλάδα της δεκαετία του ’80. Έμπαινες σε ταξί και άκουγες φανταστική μουσική, όχι μόνο σενεγαλέζικη αλλά απ’ όλη την Αφρική. Ήταν κάτι πολύ εντυπωσιακό αυτό, δηλαδή η ποιότητα της μουσικής που άκουγες από το ραδιόφωνο.
Το βινύλιο ήταν ένα φορμάτ πολύ ακριβό για την Αφρική. Υπήρχαν κασέτες κυρίως, λίγα CD και δίσκους έβρισκες ξεχασμένους σε κάποιους τύπους στην αγορά, όχι σε μαγαζιά, στον δρόμο, που τους πουλούσαν. Πιο εύκολα άλλαζες ένα κασετόφωνο από κεφαλή για το πικάπ σου. Το καλύτερο δισκοπωλείο ήταν ένα μαγαζί που έχει πια κλείσει και στο ισόγειο πούλαγε ηλεκτρικές συσκευές, πλυντήρια, ψυγεία ‒ στον πρώτο είχε CD, και μάλιστα ήταν ενημερωμένο. Όταν τους ρώτησα αν είχαν βινύλια, μου είπαν ότι υπήρχαν στην αποθήκη και όταν την άνοιξαν, είδα ότι είχαν τεράστιο στοκ. Αυτό που μου έκανε εντύπωση από την αρχή ήταν η κουβανέζικη μουσική, η οποία είναι ευρέως αποδεκτή στη χώρα. Είναι ένα είδος σχεδόν δικό τους και τη λατρεύουν.
Στη Σενεγάλη οι άνθρωποι είναι πολύ ευγενικοί, φιλικοί, πολύ ανοιχτοί στην πρώτη επαφή. Για την αιθιοπική μουσική είχα πάντα λατρεία μεγάλη, πάντα ήθελα να βγάλω κάτι από κει και πάντα ζήλευα, με την καλή έννοια, αυτούς που έβγαζαν τέτοιους δίσκους. Ωστόσο υπήρχε ένας κορεσμός σε σχέση με την αιθιοπική τζαζ και κάποια στιγμή ο Θανάσης Μουτσόπουλος –αρχικά μόνο εμείς οι δύο ασχολούμασταν τόσο πολύ με αυτήν τη μουσική‒ πήγε στην Αιθιοπία και έφερε κάτι κασέτες, συγκεκριμένα την κασέτα του Yishak Banjaw. Την άκουσα και είπα «αυτό αξίζει να το βγάλω, αυτό το μίνιμαλ με ένα casio παραδοσιακή μουσική». Μου πήρε καιρό να τον βρω, σχεδόν δύο χρόνια. Η Αιθιοπία είναι τελείως άλλη κατάσταση από τη δυτική Αφρική, τελείως άλλη κουλτούρα. Η Αντίς Αμπέμπα είναι μια άσχημη πόλη επειδή την έχουν “ξυρίσει” όλη και έχουν χτίσει τεράστια κινέζικα κτίρια. Έχει χάσει το χρώμα της. Συνειδητοποιείς ότι κάποτε έπρεπε να ήταν μια πολύ όμορφη πόλη επειδή έχει και πολύ πράσινο ‒ή είχε‒, αλλά θυμίζει περισσότερο Ασία παρά Αφρική.
Έλειπε πάρα πολύ αυτό το στοιχείο που βλέπεις στην Αφρική, το handmade, δηλαδή πίνακες που βλέπεις σε μαγαζιά, ζωγραφισμένους στο χέρι. Δεν υπήρχε τίποτα. Ό,τι έβλεπες ήταν όλα πολύ κακό photoshop, μια άσχημη κατάσταση. Μεγάλη πόλη, περίπου εννιά εκατομμύρια, πολύ εξελιγμένη στις τηλεπικοινωνίες, κάνεις εύκολα τη δουλειά σου και οι ίδιοι οι Αιθίοπες είναι πολύ συνεργάσιμοι. Πολύ έντονο το στοιχείο της θρησκείας και εκεί, απλώς είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Δυστυχώς, και εκεί η μουσική έχει τελειώσει. Οι DIEUF-DIEUL de Thiès Διάβαζα πρόσφατα σε μια συνέντευξη του ιδιοκτήτη της Amha Records, που έβγαλε τον πρώτο δίσκο στην Αθιοπία το 1969, ότι όλα αυτά τα συγκροτήματα και οι θρυλικοί τραγουδιστές υπήρχαν επειδή υπήρχε νυχτερινή ζωή που συντηρούσε αυτό το πράγμα. Υπήρχαν κλαμπ που μπορούσαν να παίζουν καθημερινά, περίπου όπως ήταν και στα ’60s εδώ πέρα και παντού. 19.6.2020 Ο DJ Kas παντρεύει την afro μουσική με το ελληνικό ραπ Αν θέλει κανείς να ασχοληθεί σήμερα, θα έλεγα να ψάξει την πιο δυνατή ταυτότητα κάθε μέρους της Αφρικής. Έχουμε την Αιθιοπία με αυτόν τον πολύ ιδιαίτερο ήχο, τις πεντατονικές κλίμακες, μια μουσική η οποία είναι σαν να έρχεται από άλλο πλανήτη. Είναι το Κονγκό, μια τεράστια μουσική βιομηχανία με εξίσου τεράστια παράδοση, τρομερούς μουσικούς, πολύ πιο πάνω απ’ όλους τους άλλους. Ήταν η χώρα που για πολλές δεκαετίες επηρέαζε μουσικά την υπόλοιπη Αφρική. Μετά είναι η Νιγηρία, με το afrobeat. Θα έλεγα ότι η ιδιαιτερότητά του είναι πως είναι πολύ αστική μουσική σε σχέση με άλλες.
Η μουσική της Αιθιοπίας είναι μια μουσική του βουνού. Είναι μια ορεινή χώρα, γι’ αυτό ο ήχος της ταιριάζει με τα ηπειρώτικα. Και μετά είναι οι χώρες του πρώην βασιλείου των Manding, Σενεγάλη, Μάλι, Γουινέα. Η ιδιαιτερότητα της Γουινέας ήταν ότι είχε μόνο μία κρατική δισκογραφική εταιρεία, η οποία είχε κρατήσει ένα πολύ υψηλό επίπεδο. Νομίζω ότι ακόμη μπορείς να ανακαλύψεις πράγματα. Κάτι που έχει μείνει ανεξερεύνητο είναι η περίοδος της κασέτας στην Αφρική, που είχε πάρα πολλές παραγωγές. Στη Σενεγάλη π.χ. έγιναν καταπληκτικές παραγωγές στα ’90s και στα ’00s, που δεν τις έχει πάρει κανείς χαμπάρι. Το ίδιο συνέβη και στην Αιθιοπία. Έχει πολύ υλικό σε κασέτες. Το μόνο πρόβλημα εκεί είναι ο πολύ κακός ήχος. Η αφρικανική μουσική είναι πολύ πλούσια σε ρυθμό. Σταδιακά μπαίνει στην ηλεκτρονική μουσική και θα τα σαρώσει όλα.
O Αδαμάντιος Καφετζής προτείνει: Αιθιοπία: Getachew Mekuria Είναι ο αγαπημένος μου από την Αιθιοπία. Είναι ένας σαξοφωνίστας-θρύλος, με έναν πολύ ιδιαίτερο ήχο στο σαξόφωνο. Αδιανόητη δύναμη στο φύσημα και στη διάρκεια. Φοβερός! Κονγκό: Le Grand Maitre Franco* Et Le T.P.O.K. Jazz* – La Vie Des Hommes Δύσκολο να βρεις έναν συγκεκριμένο δίσκο από τον Franco επειδή έχει πάνω από χίλια κομμάτια και εκατοντάδες δίσκους και είναι όλα καλά, αυτή είναι η πλάκα. Για μένα, ίσως είναι ο μεγαλύτερος σε μέγεθος μουσικός στον κόσμο. Η παραγωγή του ήταν αδιανόητη. Συμπληρώνοντας 30 χρόνια καριέρας το 1986, και αφού πέρασε κάποια χρόνια στα τέλη των ’70s, που δεν είχε μεγάλη απήχηση στο κοινό, έβγαλε αυτό το αριστούργημα. Πριν από έναν χρόνο, βέβαια, είχε επανέλθει στο Νο1 με τον δίσκο «Mario», που σηματοδότησε την επανεκκίνηση της καριέρας του, αλλά το «La vie des hommes» είναι καλύτερος δίσκος. Το εντυπωσιακό είναι πως για σαράντα χρόνια ο Franco ήταν αυτός που πήγαινε τη μουσική μπροστά. Η συγκεκριμένη μπάντα του είχε πάνω από 60 μέλη που διαδέχονταν ο ένας τον άλλον ανά τα χρόνια.
Ο καινούργιος δίσκος του Fela ξεχωρίζει επειδή, με το που τον ακούς, σου μένει. Νιγηρία: Fẹla* And Afrika 70* – Sorrow Tears And Blood Για Νιγηρία δεν έχω να πω πολλά. Είναι γνωστός ο Fela. Αυτό θα πρότεινα σε κάποιον να ακούσει, συγκεκριμένα αυτόν τον δίσκο. Είναι ο πιο χαρακτηριστικός του και τα τρία κομμάτια που περιλαμβάνει είναι εκπληκτικά ‒ κι αυτός έχει πολύ μεγάλη δισκογραφία. Δεν έχει βγάλει μέτριο δίσκο, απλώς αυτός ξεχωρίζει επειδή, με το που τον ακούς, σου μένει. Νομίζω ότι δεν υπάρχει κανείς που να μην του αρέσει αυτό το άλμπουμ ή η μουσική αυτή. Μάλι: Ambassadeur International* – Mandjou Στο Μάλι υπήρχαν πάρα πολλοί μουσικοί, δεδομένης της οικονομικής κατάστασης της χώρας, αλλά μιλάμε κυρίως για δύο συγκροτήματα που αντάλλασσαν μέλη, τα Rail Band και Ambassadeur. Οι Rail Band είχαν για τραγουδιστή τον Mory Kante και τον Σαλίφ Κεϊτά, ο οποίος ήταν και στους Ambassadeur. Αυτός ο δίσκος είναι φοβερός. Τον έγραψαν στο Abidjan όταν ήταν σε περιοδεία εκεί. Πέραν του ότι είναι εκπληκτικός δίσκος, η ιδιαιτερότητά του έγκειται στο hammond που παίζει ο Cheikh Smith, ένα πολύ σπάνιο όργανο για την Αφρική. Γουινέα Μπισάο: Super Mama Djombo – Festival Υπάρχουν κι άλλες χώρες που έχουν μικρή παραγωγή, αλλά πολύ ιδιαίτερες, όπως η Γουινέα Μπισάο. Μια χώρα πορτογαλόφωνη, η οποία είχε πολύ μικρή παραγωγή, αλλά ένα σούπερ συγκρότημα, τους Super Mama Djombo, οι οποίοι έβγαλαν 6 δίσκους και ήταν και οι 6 εκπληκτικοί. Πολύ ωραίο γκρουπ. Το «Festival» είναι το αριστούργημά τους και πιστεύω πως ταιριάζει και σαν άκουσμα στο ελληνικό αυτί.
Οι Kokoko κυκλοφόρησαν πρόσφατα το νέο τους άλμπουμ About! ‒ Kokoko! Καινούργιες κυκλοφορίες Ammar 808: Maghreb United, by AMMAR 808 Siti Muharam: Siti of Unguja (Romance Revolution on Zanzibar) Groupe RTD: The Dancing Devils of Djibouti, by Groupe RTD Kokoko: About! ‒ Kokoko! DJ Khalab: Khalab Ammar. Φωτο: Sia Rosenberg
Πηγή: www.lifo.gr