Συχνά ακούμε τη φράση «βαριέμαι και δεν ξέρω τι ακριβώς μου φταίει», η οποία συνοδεύεται από απώλεια διάθεσης και ενεργητικότητας. Το μεγάλο ερώτημα λοιπόν είναι: Γιατί πλήττουμε; Και έχει τελικά σημασία η πλήξη μας;

Η πλήξη είναι «επακόλουθη». Συνήθως κάτι προηγείται και εκείνη ακολουθεί. Αυτό το είδαμε σε μεγάλο βαθμό πρόσφατα μέσα από τις συνθήκες καραντίνας (λόγω του κορονοϊού), με βάση το πώς αισθανθήκαμε. «Κολλημένοι» στο σπίτι, όπου οι ζωές μας ορίζονταν από τους κανόνες της κοινωνικής απόστασης, η πλήξη ήταν ένα κυρίαρχο συναίσθημα. Ακούγαμε και σκεφτόμασταν «κι αυτό θα περάσει» – όμως μήπως η πλήξη θα εξακολουθεί να είναι μαζί μας, είτε με πανδημία είτε χωρίς;

Γνωρίζουμε ότι σε αρκετές περιπτώσεις, στη ζωή των ανθρώπων που βιώνουν πλήξη με συχνότητα και ένταση, προκύπτει έκπτωση της ψυχικής τους υγείας, αύξηση των επιπέδων κατάθλιψης, άγχος, επιθετικότητα, καθώς και κατάχρηση αλκοόλ και ουσιών. Σύμφωνα με έρευνες, η πλήξη επίσης συσχετίζεται συχνά με καρδιαγγειακά προβλήματα στη μετέπειτα ζωή ενός ατόμου που είχε βιώσει στο παρελθόν έντονη ανία.

Επιπλέον, έχει να κάνει με διάσπαση προσοχής και έκπτωση των σχολικών και ακαδημαϊκών επιδόσεων. Στην εφηβεία παρουσιάζεται ακραία επικίνδυνη σεξουαλική συμπεριφορά καθώς και συμπεριφορές έντονη βίας και χουλιγκανισμού. Η πλήξη – ή πιο συγκεκριμένα, η τάση να είμαστε επιρρεπείς στην πλήξη – είναι κάτι που έρχεται για να αποκρύψει άλλα συναισθήματα, καθιστώντας ζωτικής σημασίας να κατανοήσουμε την κατάσταση του συναισθήματος αυτού και τα αποτελέσματά του σε βάθος.

Πέρα από τις προφανείς καταστάσεις στις οποίες η πλήξη είναι παρούσα, η ίδια η κατάσταση του αισθήματος αυτού είναι μια πανταχού παρούσα ανθρώπινη εμπειρία, που μέχρι πρόσφατα, δεν έχει διερευνηθεί επαρκώς. Και αυτό μας οδηγεί στο αρχικό μας ερώτημα, γιατί υπάρχει η πλήξη;

Ένας τρόπος να σκεφτούμε την απάντηση είναι να αναρωτηθούμε: Γιατί οι εξελικτικές δυνάμεις της φύσης θα επέλεγαν ένα τόσο άβολο συναίσθημα; Αυτή είναι μια μεγάλη απορία για την λειτουργία της πλήξης: Σε τι χρησιμεύει; Συχνά λέγεται ότι η πλήξη είναι μια «ώθηση για δράση». Σίγουρα ακόμα διερευνάται το ζήτημα, όμως αναμφισβήτητα η πλήξη είναι μια παρότρυνση για δράση και για την επίτευξη αυτού του σκοπού.

Όταν πλήττουμε στη δουλειά μας για παράδειγμα, ίσως είναι ενδεικτικό του ότι δεν ικανοποιούμαστε αρκετά από αυτήν. Είναι επίσης πιθανό, να νιώσουμε ότι βαριόμαστε όταν διεκπεραιώνουμε μια εργασία που απαιτεί τη διαρκή προσοχή μας.

Η πλήξη είναι αλληλένδετη με την διαπίστωση πως δεν κάνουμε κάτι όσο καλά θα θέλαμε, είτε ότι υπάρχει μια αναντιστοιχία των ικανοτήτων μας σε σχέση με αυτό με το οποίο έχουμε καταπιαστεί. Μπορούμε λοιπόν να πούμε, πως η έλλειψη ικανοποίησης και η προσωπική ματαίωση οδηγούν σε μια κατάσταση ανίας και πλήξης.

Σαφώς, η πλήξη είναι άβολη και συχνά προκύπτει σε καταστάσεις που είναι μονότονες και δεν έχουν νόημα. Αλλά πολύ περισσότερο από αυτό, ουσιαστικά η πλήξη, μας καταδεικνύει ότι δεν είμαστε αποτελεσματικοί και ενεργητικοί στο περιβάλλον μας. Δεν αναπτύσσουμε τις δεξιότητες και τα ταλέντα μας με τρόπο που να μας επιτρέπει να αισθανόμαστε ότι λειτουργούμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Όντας σε συνθήκες πλήξης, στην χειρότερη περίπτωση, αναζητούμε προσωρινά λύσεις που συχνά δεν είναι οι κατάλληλες για εμάς (καταχρηστικές συμπεριφορές, επιθετικότητα, παραίτηση κλπ).

Στην καλύτερη περίπτωση, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την πλήξη για να σκεφτούμε αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία για εμάς. Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να βρούμε κάτι που να έχει σημασία στη ζωή μας, και το οποίο θα απεικονίζει τους πολλούς τρόπους με τους οποίους συνεισφέρουμε στον κόσμο γύρω μας.

Με αφορμή την πανδημία και τον εγκλεισμό της καραντίνας, αυτό που ήταν ξεκάθαρο κατά τη διάρκεια αυτής της δύσκολης περιόδου, είναι ότι οι περιορισμοί στο κανονικό ρεπερτόριο των ενεργειών μας υπήρξαν εύφορο έδαφος για την πλήξη. Πολλές φορές είναι και η ίδια η προσβολή της αίσθησης της ελευθερίας μας, που την δημιουργεί. Επιθυμούμε να είμαστε οι «συγγραφείς» των δικών μας «έργων» και επιλογών. Όταν αυτή η «ιδιοκτησία» αφαιρεθεί από εμάς, προκύπτει πλήξη.

Αυτό που είναι σημαντικό να κατανοήσουμε είναι ότι η ανία μάς αναγκάζει να επικεντρωθούμε σε αυτό που έχει σημασία. Αν και μπορεί να είναι δύσκολο να εκπληρώσουμε την επιθυμία μας να είμαστε αποτελεσματικοί και άκρως παραγωγικοί κατά τη διάρκεια μιας κατάστασης αξίζει τουλάχιστον να εξετάσουμε αυτό που πραγματικά θέλουμε.

Εάν η πλήξη αντιπροσωπεύει το άβολο συναίσθημα της αποτυχίας να αναπτύξουμε βέλτιστα τις δεξιότητες και τα ταλέντα μας, τότε το επόμενο προφανές ερώτημα που πρέπει να κάνουμε είναι: Πώς μπορούμε να συνεργαζόμαστε αποτελεσματικά με τον κόσμο; Πιθανόν να μην υπάρχει καμία σαφής απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Μάλλον καλύτερα θα λέγαμε ότι η απάντηση είναι καθαρά υποκειμενική για τον καθένα.

Συμπερασματικά, καταλήγουμε στο ότι η πλήξη μπορεί να λειτουργήσει σαν παράγοντας αυτορρύθμισης, ως μια μεταβατική κατάσταση που υποδηλώνει την ανάγκη για αλλαγή. Είναι πιθανόν να οδηγήσει σε αυτοκριτική, είτε για τις έως τώρα επιλογές και αποφάσεις μας, είτε για την στάση ζωής μας στο εδώ και τώρα αλλά και στο μέλλον.

Κάθε φορά που συναισθήματα ανίας κάνουν την εμφάνιση τους σίγουρα «κρύβουν» και κάτι πίσω τους. Η κατάσταση της πλήξης έχει επομένως μια πολύ σημαντική ιδιότητα: να μας απομακρύνει από ανεκπλήρωτες, άσκοπες ή μη ενδιαφέρουσες συνθήκες.

Πηγή: enallaktikidrasi.com