Ο ύπνος αποτελεί ζωτική ανάγκη και απαραίτητη προϋπόθεση για καλή υγεία τόσο σωματική όσο και ψυχική, καθώς όταν δεν κοιμόμαστε όσο χρειάζεται ο οργανισμός μας κάτι δεν πάει καλά, κάτι μοιάζει να έχει απορρυθμιστεί.

 

Πολλοί άνθρωποι κοιμόμαστε τέσσερις με έξι ώρες τη νύχτα και νιώθουμε ότι έχουμε χορτάσει ύπνο και πως είμαστε έτοιμοι να ξεκινήσουμε την μέρα μας. Παρότι το θέμα επηρεάζει μόνο ένα ποσοστό του πληθυσμού, πολλά δημόσια πρόσωπα έχουν θίξει το ζήτημα και έχουν δηλώσει ότι παρά τις λίγες ώρες ύπνου λειτουργούν την ημέρα κανονικά. Ένας από αυτούς είναι και ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα.

 

Όμως, τι προκαλεί το Σύνδρομο Ανεπαρκούς Ύπνου, ποια τα συμπτώματα και πώς μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε;

 

Τι είναι το Σύνδρομο Ανεπαρκούς Ύπνου

 

Ειδικοί γιατροί ύπνου διαχωρίζουν τα άτομα που πάσχουν από το εν λόγω σύνδρομο σε άτομα τα οποία παθολογικά κοιμούνται λίγο (habitual short sleeper – HSS) και σε άτομα τα οποία κοιμούνται λίγο εκ του φυσικού (natural short sleeper – NSS), σημειώνει η Πάολα Γουίλιαμς, βοηθός καθηγητή στο Τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου της Γιούτα.

 

Το πρωταρχικό σύμπτωμα του Συνδρόμου Ανεπαρκούς Ύπνου είναι ο συστηματικός ύπνος έξι ή λιγότερων ωρών και η ευδιαθεσία και παραγωγικότητα της επόμενης μέρας. Εντούτοις, η Γουίλιαμς τονίζει ότι υπάρχουν και άλλοι λόγοι εξαιτίας των οποίων κοιμόμαστε λιγότερο από το κανονικό.

 

Όσοι κοιμούνται λιγότερο, δεν σημειώνουν κάποια δυσλειτουργία ή αδιαθεσία κατά την διάρκεια της μέρας και χαρακτηρίζονται από υπομανία και παρορμητικότητα, πληρούν τα κριτήρια κάποιου που πάσχει από το σύνδρομο αυτό. Τείνουν να ασχολούνται με προκλητικές και απαιτητικές εργασίες και δραστηριότητες που τους επιτρέπουν να ξεπεράσουν και να ξεχάσουν την υπνηλία τους.

 

Η Γουίλιαμς υποστηρίζει ότι το σύνδρομο αυτό διαφέρει σημαντικά από την αϋπνία. Όσοι πάσχουν από αϋπνίες παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα άγχους, κούρασης και δυσαρέσκειας.

 

Πώς καταλαβαίνουμε ότι πάσχουμε από το Σύνδρομο Ανεπαρκούς Ύπνου

 

Πολλοί άνθρωποι που κοιμούνται λίγες ώρες το βράδυ δεν ζητούν ιατρική διάγνωση, επειδή δεν αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα στην υγεία τους, λέει η Λινέλ Σένμπεργκ, βοηθός καθηγητή στην Ιατρική Σχολή του Γιέλ και μέλος της ΜΚΟ «American Academy of Sleep Medicine».

 

Μπορεί να πάσχουμε από έλλειψη ύπνου και να μη το καταλαβαίνουμε. Γι′ αυτό και είναι σημαντικό, κατά την Σένμπεργκ, να ζητήσουμε την βοήθεια του γιατρού μας εάν κοιμόμαστε λιγότερο από έξι ώρες.

 

Κατά την διάγνωση, κάθε γιατρός παρατηρεί και καταγράφει συγκεκριμένες συμπεριφορές που τείνουν να έχουν όσοι πάσχουν από το σύνδρομο:

 

Να κοιμόμαστε σχεδόν όλη μας τη ζωή τόσο λίγο, από την παιδική ηλικία ή την εφηβεία μας. Κοιμόμαστε πολύ λίγο ανεξάρτητα αν είναι καθημερινή, σαββατοκύριακο ή ακόμα και διακοπές.

Δεν παίρνουμε κάτι για να κοιμηθούμε. Μας παίρνει ύπνος φυσικά και κάθε μέρα την ίδια ώρα. Κοιμόμαστε περίπου έξι ώρες και λιγότερο και ξυπνάμε την ίδια ώρα κάθε μέρα έτοιμοι να κάνουμε τις δουλείες μας.

Ο ύπνος μας δεν διακόπτεται ενώ κάποιος που πάσχει από διαταραχές ύπνου μπορεί να ξυπνάει πολλές φορές στον ύπνο του και να μην αισθάνεται ξεκούραστος την επόμενη μέρα.

Κατά την Σένμπεργκ, αν δεν κάνουμε συστηματικά φυσιολογικό και ξεκούραστο ύπνο είναι καλό να πάμε στον γιατρό μας και να δούμε αν πάσχουμε από κάποια διαταραχή ύπνου.

 

Τι γνωρίζουμε για τα αίτια

 

Δεν γνωρίζουμε πολλά για τα αίτια εμφάνισης του Σύνδρομου Ανεπαρκούς Ύπνου, αλλά ερευνητές έχουν βρει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι κατά ένα μέρος του οφείλεται σε γενετικά και κληρονομικά αίτια.

 

Η Γινγκ-Χούι Φου, καθηγήτρια Νευρολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, Σαν Φρανσίσκο και μέλος του «UCSF Weill Institute for Neurosciences», μελετά χρόνια το σύνδρομο και έχει ανακαλύψει τα «γονίδια του ολιγόωρου ύπνου», όπως τα αποκαλεί:

 

Το 2009, η Φου και οι συνεργάτες της ανακάλυψαν την γενετική μετάλλαξη του γονιδίου «DEC2», γνωστό για την επιρροή του στον κιρκάδιο ρυθμό του οργανισμού μας.

 

Μετά από εξετάσεις DNA από χιλιάδες δείγματα αιματολογικών εξετάσεων 70 οικογενειών που συμμετείχαν σε έρευνες για τον ύπνο, βρήκαν την μετάλλαξη σε δύο άτομα – μητέρα και κόρη. Και οι δύο παρουσίασαν τα ίδια συμπτώματα ολιγόωρου ύπνου, καθώς κοιμόντουσαν γύρω στις 6,25 ώρες το βράδυ – από τις 11 το βράδυ μέχρι τις 5 το πρωί – και την επόμενη μέρα ένιωθαν ξεκούραστες.

 

Η Φου με τους συνεργάτες της έλεγξαν το γονίδιο «DEC2» σε ζώα. Μελέτησαν ποντίκια και φρουτόμυγες που είχαν πάρει την μετάλλαξη με άλλα που δεν την είχαν. Τα πρώτα κοιμόντουσαν λιγότερο και ανάρρωναν γρηγορότερα σε σχέση με τα δεύτερα.

 

Δέκα χρόνια μετά, στα μέσα του 2019, η Φου και η ομάδα της ανακάλυψαν ένα δεύτερο γονίδιο σε μια οικογένεια που παρουσίασε τρεις γενιές με τα ίδια συμπτώματα ολιγόωρου ύπνου.

Ανακάλυψαν την μετάλλαξη του γονιδίου «ADRB1» και τη δοκίμασαν σε ποντίκια για να επιβεβαιώσουν ότι η μεταλλαγμένη μορφή του «ADRB1» προωθεί φυσικά τον ολιγόωρο ύπνο.

 

Το ενδιαφέρον είναι ότι η οικογένεια με την μετάλλαξη του γονιδίου «ADRB1» είχε έλλειψη του γονιδίου «DEC2». Γίνεται σαφές, ότι το Σύνδρομο Ανεπαρκούς Ύπνου δεν περιορίζεται σε ένα συγκεκριμένο γονίδιο, αλλά είναι πιο περίπλοκο.

 

Τον Οκτώβριο του 2019, η Φου και οι συνεργάτες της ανακοίνωσαν την εύρεση ενός τρίτου γονιδίου όταν ταυτοποίησαν την μετάλλαξη του γονιδίου «NPSR1».

 

Ανακάλυψαν το γονίδιο αυτό σε έναν πατέρα με τον γιο του – που κοιμόντουσαν κατά μέσο όρο 5,5 και 4,3 ώρες κάθε βράδυ – όταν έκαναν ολόκληρη έρευνα σε μια οικογένεια που παρουσίαζε συμπτώματα ολιγόωρου ύπνου. Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό «Science Translational Medicine». Παρόμοια με τα άλλα δύο γονίδια, ο πατέρας με τον γιο κοιμόντουσαν πολύ λίγες ώρες χωρίς να εμφανίσουν κάποιο πρόβλημα στην υγεία τους.

Οι ερευνητές ανέλυσαν την μετάλλαξη αυτή σε ποντίκια και βρήκαν ότι ήταν πιο δραστήρια αν και κοιμόντουσαν λιγότερο. Σε συνάρτηση με αυτά, η έρευνα αναφέρει ότι το γονίδιο «NPSR1» εμποδίζει την απώλεια μνήμης που συμβαίνει λόγω απώλειας ύπνου – και είναι το πρώτο γονίδιο που βρέθηκε να έχει αυτήν την ιδιότητα.

 

Θεραπεία

 

Εάν ο ολιγόωρος ύπνος δεν προκαλεί σοβαρά προβλήματα στην υγεία μας και δεν επηρεάζει την επίδοση μας κατά την διάρκεια της ημέρας, η θεραπεία δεν είναι υποχρεωτική ή δεν συνιστάται. Σε αυτό συμφωνεί και η Σένμπεργκ, που αναφέρει ότι δεν είναι προς θεραπεία αν κάποιος ανήκει στην κατηγορία των ανθρώπων που εκ του φυσικού κοιμούνται λίγες ώρες.

 

Αντίθετα, ο Τζέρι Σίγκελ, καθηγητής Ψυχιατρικής και Βιοσυμπεριφορικής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, εξηγεί ότι πρέπει να γίνει μια διάκριση μεταξύ των ατόμων τα οποία κοιμούνται λιγότερο από φυσικό τους σε σχέση με τον μέσο όρο και των ατόμων που στερούνται ύπνο για τον έναν ή τον άλλο λόγο. Για αυτό είναι σημαντική η διάγνωση του γιατρού.

 

Η μόνη θεραπεία που προτείνεται, υποστηρίζουν οι ειδικοί, είναι συμπεριφορική. Με άλλα λόγια, συνεχίζουμε να πηγαίνουμε την ίδια ώρα για ύπνο και να ξυπνάμε την ίδια ώρα σε καθημερινή βάση. Καλό είναι να αποφεύγουμε τον καφέ πριν από τον ύπνο, να μη είμαστε στο κινητό ή να βλέπουμε τηλεόραση, να μην καταναλώνουμε μεγάλα γεύματα και να μην κάνουμε γυμναστική το βράδυ, αλλά κατά την διάρκεια της μέρας.

 

Ποιες είναι οι συνέπειες στην υγεία μας από έναν ολιγόωρο ύπνο

Ένας μέσος ενήλικας που δεν κοιμάται επτά με εννιά ώρες τη νύχτα μπορεί να εμφανίσει διάφορα προβλήματα στην υγεία του, συμπεριλαμβανομένου του άγχους, της υψηλής αρτηριακής πίεσης, του διαβήτη τύπου 2 και της παχυσαρκίας.

 

Παρότι κατά πλειοψηφία οι άνθρωποι που πάσχουν από το Σύνδρομο Ανεπαρκούς Ύπνου δεν παρουσιάζουν τα παραπάνω συμπτώματα, δεν σημαίνει ότι οι τέσσερις με έξι ώρες ύπνου είναι ασφαλείς. Απλά, οι ερευνητές δεν έχουν ακόμα εντοπίσει κάποια μακροχρόνια συνέπεια της πάθησης.

 

Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι ωφέλιμο να κοιμόμαστε λίγες ώρες και ξυπνώντας να νιώθουμε κόπωση. Προκειμένου να γεμίζουμε τις μπαταρίες τους οργανισμού μας και να έχουμε μια παραγωγική μέρα, πρέπει να κοιμόμαστε καθημερινά επτά με εννέα ώρες.

 

Πηγή: Insider