Για πολλούς που ζουν σε χώρες της Δύσης, η ιδέα πως σε μία αφρικανική χώρα οι μαύροι βιώνουν τον ρατσισμό, αλλά και περιθωριοποιούνται από την κοινωνία, στην προσπάθειά τους να αποβάλλουν το “στίγμα” του σκλάβου που κρατούν ως κληρονομιά, θα φάνταζε ανήκουστη. Κι όμως, στην Τυνησία, στη χώρα της Βόρειας Αφρικής, οι μαύροι στερούνται προνόμια και δικαιώματα, ενώ πολλοί εξακολουθούν να φέρουν την ταμπέλα των «απελευθερωμένων» σκλάβων.
Ο 81χρονος Hamden Dali για είκοσι χρόνια πολεμούσε ώστε να αφαιρέσει τη λέξη «atig» από το όνομά του. Τελικά τα κατάφερε. Για τον Dali η λέξη “atig” (που σημαίνει “απελευθερωμένος από“), ήταν μια επώδυνη υπενθύμιση μιας βαριάς κληρονομιάς που ήθελε να ξεριζώσει από πάνω του. Τα μέλη της οικογένειά του κάποτε ήταν σκλάβοι.
Ο δικηγόρος του, Hanen Ben Hassana, από την ηπειρωτική πόλη Sfax, ήταν ξεκάθαρος: «Πρέπει να σκεφτείτε τι θα μπορούσε ενδεχομένως να κάνει έναν 80χρονο άνδρα να επιμείνει να συνεχίσει την υπόθεσή του παρά όλες τις δυσκολίες, συμπεριλαμβανομένης της εξάπλωσης του κορωνοϊού. Σκεφτείτε το. Τότε θα συνειδητοποιήσετε το είδος της ιστορίας που κουβαλά στην πλάτη του για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του.»
Η δουλεία στην Τυνησία
Η Τυνησία ήταν η πρώτη αραβική χώρα που κατάργησε τη δουλεία, αποκλείοντας την πρακτική της σκλαβιάς το 1846, 19 χρόνια πριν από τις ΗΠΑ. Ωστόσο, αν και το αρχικό διάταγμα εγκρίθηκε γρήγορα στον αστικό βορρά, χρειάστηκαν αρκετά χρόνια ακόμη για να καταργηθεί εντελώς ο θεσμός των σκλάβων στη χώρα, αφού αυτό έγινε το 1890 με μια επιπλέον διακήρυξη.
Σήμερα, το 10 με 15% των Τυνήσιων που είναι μαύροι, προέρχονται από οικογένειες σκλάβων.
Αναδιαμφισβήτητα οι μαύροι Τυνήσιοι ακόμα και σήμερα δεν συμμετέχουν στην πολιτική, ούτε προβάλλονται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Σύμφωνα με έρευνα του Afrobarometer του 2018, οι μαύροι Τυνήσιοι βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, συγκριτικά με τους υπόλοιπους πολίτες της χώρας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα πως τα επίπεδα ανεργίας για αυτούς αγγίζουν το 42%, την ώρα που η ανεργία βρίσκεται στο 25% σε εθνικό επίπεδο.
Ο ακριβής αριθμός σκλάβων στην Τυνησία, αφρικανικής και ευρωπαϊκής καταγωγής, εκτιμήθηκε τη δεκαετία του 1960, ότι ήταν το ίδιο χαμηλός με αυτόν του 1861, ενώ σύμφωνα με τους πιο πρόσφατους υπολογισμούς έφταναν τους 167.000.
Μπορεί η συγκεκριμένη πρακτική να έχει καταργηθεί για περισσότερο από έναν αιώνα, η κληρονομιά της όμως συνεχίζεται. Στην αρχαία μεδίνα στην Τύνιδα, το παλιό σκλαβοπάζαρο εξακολουθεί να υπάρχει, αν και σήμερα, ευτυχώς, οι πάγκοι του πουλούν χρυσό και ασήμι παρά ανθρώπους.
Στα νότια της Τυνησίας, στο χωριό El Gosbah, το οποίο τέμνεται στα δύο από ένα ποτάμι, οι οικισμοί των απογόνων των μαύρων σκλάβων, βρίσκονται στην μία πλευρά, ενώ των λευκών στην άλλη. Τα ονόματα αυτών των απογόνων αποτελούν και αυτά μια βαριά κληρονομία, καθώς το να σε λένε Abid ή Shoushan, πάει να πει πως κάποιος πρόγονος σου ήταν σκλάβος.
Στο Bardo, ένα προάστιο της Τύνιδας, η Saadia Mosbah χαλαρώνει στα αυτοσχέδια κεντρικά γραφεία της αντιρατσιστικής ένωσης της, με το όνομα Mnemty.
«Ο καθένας μιλά για την διατλαντική σκλαβιά, αλλά κανείς δεν μιλάει πραγματικά για τις διαδρομές των σκλάβων από περιοχές γύρω από τη Μπουρκίνα Φάσο, το Μάλι, τον Νίγηρα, τη Γκάμπια», λέει. «Γιατί δεν έχουμε μιλήσει για αυτά; Κυρίως επειδή ήταν σκλάβοι οι Άραβες και οι Μουσουλμάνοι, κάτι που κάνει τους ανθρώπους απρόθυμους να μιλήσουν γι’ αυτούς.»
Για την Mosbah, η έλλειψη εκπαίδευσης σε συνδυασμό με την απροθυμία να αντιμετωπίσουν τη συνενοχή τους στο εμπόριο σκλάβων, είναι δύο βασικοί λόγοι που ενισχύουν τον ρατσισμό: «Οι Τυνήσιοι δεν το γνωρίζουν την ιστορία στην πραγματικότητα. Δεν διδάσκεται στα σχολεία. Δεν υπάρχει στα βιβλία ιστορίας. Είναι μια περίπτωση αμνησίας», λέει. «Εάν το γνώριζαν περισσότεροι άνθρωποι, μπορεί να περιοριζόταν ο ρατσισμός και να είχε απαλύνει ο πόνος που αισθάνονται αυτοί οι άνθρωποι. Για παράδειγμα, μόλις κάποιος μάθει την ιστορία των μαύρων και των σκλάβων, θα καταλάβει ότι μεταφέρθηκαν εδώ για να είναι μέρος του εργατικού δυναμικού, μέχρι που οι μηχανές τελικά τους αντικατέστησαν».
Ο νόμος που ποινικοποιεί τις φυλετικές διακρίσεις στην Τυνησία ψηφίστηκε το 2018
Το 2018, η Τυνησία ψήφισε έναν νόμο ορόσημο, ο οποίος στην ουσία ποινικοποιεί τις φυλετικές διακρίσεις. Ωστόσο, η έλλειψη κεφαλαίων, ένα πρόβλημα που ταλαιπωρεί για πολλά χρόνια την πολιτική σκηνή της Τυνησίας, έχει περιορίσει οποιαδήποτε εκστρατεία για την ευαισθητοποίηση του νόμου, αφήνοντας αυτό το έργο σε ομάδες όπως η Mnemty.
Για την Mosbah, ο νόμος δεν εξαλείφει όλες τις ανισότητες:
«Είναι πιο δύσκολο για τους μαύρους να βρουν επαγγελματικές θέσεις εργασίας. Όχι λόγω οποιουδήποτε νόμου, αλλά επειδή μεγαλώνουμε κάτω από διαφορετικές συνθήκες.»
Ενώ η δηλητηριώδης κληρονομιά της δουλείας συνεχίζει να συζητείται σε όλο τον κόσμο, υπάρχουν τουλάχιστον κάποια στοιχεία ότι οι αρχές της Τυνησίας επιθυμούν να αντιμετωπίσουν το παρελθόν. Αλλά η προκατάληψη της κοινωνίας απέναντί τους, παραμένει ένα κομμάτι της καθημερινότητας των μαύρων Τυνήσιων.
Στα γραφεία του Mnemty, βοηθά ο 23χρονος Bilel (δεν είναι το πραγματικό του όνομα). Ο Bilel ήρθε στην Τυνησία από την Ακτή του Ελεφαντοστού για να σπουδάσει μηχανική, αλλά αντιμετώπισε έντονο ρατσισμό, είτε από το ίδιο το κράτος, είτε από την κοινωνία, από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι του στη χώρα.
Ο ίδιος, λέει: «Δεν φαντάστηκα ποτέ ότι τα πράγματα θα ήταν έτσι ή ότι θα συναντούσα ρατσισμό σε μια αφρικανική χώρα».
Πηγή: theguardian.com
Επιμέλεια: Άννα Σαϊνίδου