Το σχέδιο νόμου που επεξεργάζεται το Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων για τις λαϊκές αγορές στρέφεται κατά των βιοπαλαιστών που βγάζουν το μεροκάματό τους σε αυτές και πλήττει τη δυνατότητα της λαϊκής οικογένειας να προμηθεύεται φρέσκα, ποιοτικά και φθηνά προϊόντα.

Η ΝΔ προχωράει στην παραχώρηση της διαχείρισης των λαϊκών αγορών σε ιδιώτες μέσω ΣΔΙΤ. Καταργούνται οι επιτροπές των λαϊκών αγορών και αποκλείονται οι παραγωγοί και οι επαγγελματίες πωλητές από τη λήψη αποφάσεων για τη διαχείριση των λαϊκών αγορών. Ο νέος φορέας διαχείρισης θα διανέμει τις θέσεις όχι μετά από το προκαθορισμένο τίμημα προς την τοπική αυτοδιοίκηση όπως γίνεται σήμερα, αλλά μετά από διενέργεια πλειστηριασμού που θα διεξάγεται ανά τριετία. Θέση στη λαϊκή αγορά θα έχει μόνο όποιος πλειοδοτεί και προσφέρει περισσότερα χρήματα στον ιδιώτη-διαχειριστή.

Στο σχέδιο της κυβέρνησης καταργείται η έννοια της άδειας του παραγωγού και του πωλητή που χορηγείται με κοινωνικά και εισοδηματικά κριτήρια. Ένα νέο σύστημα μοριοδότησης θα λαμβάνει υπόψη και μια σειρά άλλων κριτηρίων. Για παράδειγμα όσο μεγαλύτερος ο τίτλος σπουδών τόσο μεγαλύτερη η μοριοδότηση. Πανεπιστημιακό πτυχίο 20 μόρια, απολυτήριο Γυμνασίου 5 μόρια. Αποκλείονται από τους πάγκους των λαϊκών όσοι έχουν οφειλές στο δημόσιο (εφορία, ασφαλιστικά ταμεία, δήμο κλπ.)

Ο σχεδιασμός εισάγει εντός των λαϊκών αγορών και μεγάλες επιχειρήσεις καθώς συμμετοχή στον πλειστηριασμό για μια θέση θα μπορούν να έχουν και εταιρείες. Αυξάνεται έτσι ο ανταγωνισμός εις βάρος των μικρών.

Το σχέδιο νόμου είναι ξεκάθαρο πως ευνοεί τα μεγάλα συμφέροντα και αν δεν αλλάξει θα αφήσει εκτός λαϊκών αγορών πολλούς παραγωγούς και πωλητές οδηγώντας τους στην εξαθλίωση. Η ΝΔ, σε συνθήκες οικονομικής ασφυξίας λόγω των περιορισμών της πανδημίας, αντί να βοηθήσει τους ανθρώπους του μόχθου και της αγροτιάς εξυπηρετεί χωρίς κανέναν ενδοιασμό τα μεγάλα συμφέροντα.

Πιστή στη νεοφιλελεύθερη ζούγκλα της αγοράς ασκεί πολιτική για τους λίγους και θέλει τους αγρότες κολίγους.